Ιχθυοκαλλιέργεια

Image

Είναι σύστημα εκτροφής διαφόρων ειδών ψαριών, τόσο θαλασσινών όσο και του γλυκού νερού, που έχουν επιστημονική αλλά (κυρίως) εμπορική αξία. Σκοπός της ιχθυοκαλλιέργειας είναι η αύξηση της παραγωγής σε συνδυασμό με την βελτίωση της ποιότητας των ψαριών.

 

Η ιχθυοκαλλιέργεια ήταν γνωστή από την Αρχαιότητα σε διάφορους λαούς, υπάρχουν δε ενδείξεις ότι και στην Κύπρο εκτρέφονταν ψάρια από τα αρχαία χρόνια.

 

Στην παραθαλάσσια περιοχή «Γεροκαθκιές» του Καραβά, που βρίσκεται στην κατεχόμενη σήμερα επαρχία Κερύνειας, υπάρχει ένα κατασκεύασμα που συγκοινωνεί άμεσα με τη θάλασσα και το οποίο είναι γνωστό σαν «δωξαμένη» ή «λίμνη της βασίλισσας». Ηλικιωμένοι κάτοικοι της περιοχής δίνουν την πληροφορία ότι το μέρος αυτό εχρησιμοποιείτο κάποιαν εποχή σαν ένα είδος ιχθυοτροφείου. Πράγματι, έχουμε περί τούτου τη μαρτυρία του ιστορικού Φλωρίου Βουστρωνίου (16ος αιώνας) ότι στη περιοχή εκείνη λειτουργούσε ιχθυοτροφείο κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας ή και ενωρίτερα. Γράφει συγκεκριμένα ο Φλώριος: «…Μέχρι και σήμερα [16ος αι.] φαίνονται ακόμη, κοντά στο παραπλήσιο οικοδόμημα που θεωρείται ότι ήταν το βασιλικό ανάκτορο, δεξαμενές ιχθυοτροφείων κοντά στη θάλασσα, λαξευμένες στους ζωντανούς βράχους και εφοδιασμένες με κανάλια μέσω των οποίων διοχετευόταν το θαλάσσιο νερό και εισήρχοντο τα ψάρια…» Δεν επρόκειτο συνεπώς για εκτροφείο ψαριών όπως το γνωρίζουμε σήμερα, όπου δηλαδή παράγεται γόνος που στη συνέχεια εκτρέφεται. Απλώς το θαλασσινό νερό διοχετευόταν σε λαξευμένες δεξαμενές, εγκλωβίζοντας σ’ αυτές και όσα ψάρια εισέρχονταν μαζί με το νερό. Φαίνεται ότι τον 16ο αιώνα εσώζοντο ακόμη στην περιοχή κάποια μεγαλοπρεπή αρχαία ερείπια, που εθεωρείτο ότι ήταν το κάποτε βασιλικό ανάκτορο της αρχαίας Λαπήθου. Πάντως παρόμοιες κατασκευές θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι υπήρχαν και σε άλλες περιοχές της Κύπρου.

 

Στην αλυκή του Ακρωτηρίου υπάρχουν απομεινάρια καναλιού που ένωνε τη θάλασσα με την αλυκή, η οποία λειτουργούσε επί εποχής των Βενετών ως ιχθυοτροφείο. Και σ’ αυτή την περίπτωση έχουμε και πάλι σχετική μαρτυρία από τον Φλώριο Βουστρώνιο, που γράφει: «…Εκεί κοντά [στη Λεμεσό] υπάρχει μία λίμνη η οποία πάντοτε αφθονεί από ψάρια [του είδους] dorade, που είναι το καλύτερο ψάρι που μπορεί να βρει κάποιος σ’ ολόκληρο το νησί της Κύπρου...»

 

Το είδος dorade που αναφέρει ο Φλώριος – dorada στον ενικό – είναι η γνωστή τσιπούρα (Sparus auratus) της οικογένειας των Σπαριδών. Πάντως, μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα στην αλυκή της Λεμεσού εισέρχονταν και ψάρια μαζί με το θαλασσινό νερό τους χειμερινούς μήνες. Όταν άρχιζε να πήζει, πολλοί πήγαιναν και ουσιαστικά «μάζευαν» τα εγκλωβισμένα ψάρια.

 

Μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο, οι Άγγλοι έκαμαν προσπάθειες ιχθυοκαλλιέργειας κυπρίνων, που είναι ψάρια του γλυκού νερού, σε περιοχή του χωριού Συριανοχώρι της περιοχής Μόρφου. Φαίνεται όμως ότι επειδή ανέκαθεν υπήρχε η προκατάληψη για τα ψάρια του γλυκού νερού στην Κύπρο, οι προσπάθειες απέτυχαν.

 

Η αύξηση του πληθυσμού, το εξαντλητικό ψάρεμα με τα υπερσύγχρονα και κάποτε παράνομα μέσα, η υπερκατανάλωση και η ρύπανση, έχουν ερημώσει κυριολεκτικά πολλές θαλάσσιες περιοχές, από ψάρια, υδρόβια ζώα και φυτό. Κάποια διέξοδο θα δώσει, όπως πιστεύεται, η επέκταση της ιχθυοκαλλιέργειας με ουσιαστικά επιστημονικά προγράμματα, που   περιλαμβάνουν πολλαπλασιασμό και ορθολογιστική εκτροφή καλής ποιότητας ψαριών. Τα 2/3 των αναγκών της Κύπρου σε ψάρια και θαλασσινά εισάγονται από το εξωτερικό. Έτσι η επέκταση της ιχθυοκαλλιέργειας κρίθηκε ως αναγκαία. Για το σκοπό αυτό, το Τμήμα Αλιείας του υπουργείου Γεωργίας και Φυσικών Πόρων της Κύπρου, έχει αρχίσει πειραματικά προγράμματα ιχθυοκαλλιέργείας από το 1969, που περιλαμβάνουν αναπαραγωγή, γονιμοποίηση, εκκόλαψη αυγών και εκτροφή ψαριών του γλυκού νερού και της θάλασσας.

 

α) Ιχθυοκαλλιέργεια γλυκών νερών: Το 1969 ιδρύθηκε από το Τμήμα Αλιείας στον Καλοπαναγιώτη πειραματικός σταθμός ιχθυοκαλλιέργειας για ψάρια του γλυκού νερού, με στόχο την πειραματική καλλιέργεια διαφόρων ειδών και τον εγκλιματισμό τους στις κυπριακές κλιματολογικές συνθήκες. Ένα από τα είδη που αναπτύσσεται με γρήγορο ρυθμό και που καλλιεργείται σε εμπορική βάση από ιδιώτες ιχθυοτρόφους, είναι η Ιριδίζουσα πέστροφα*. Ήδη λειτουργούν τέσσερα εμπορικά ιδιωτικά ιχθυοτροφεία πέστροφας, που βρίσκονται στον Άγιο Νικόλαο Στέγης στην Κακοπετριά, στα Πλατάνια, στις Πάνω Πλάτρες και στο Φοινί. Ο πειραματικός σταθμός Καλοπαναγιώτη προμηθεύει γόνο στους πεστροφοκαλλιεργητές, εμπλουτίζει τους υδατοφράκτες με ψάρια για ερασιτεχνικό ψάρεμα, πραγματοποιεί πειράματα διατροφής και καλλιέργειας άλλων ειδών, όπως χέλια, τιλάπιες, αστακούς του γλυκού νερού κλπ., και διαθέτει προς πώληση ψάρια εμπορεύσιμου μεγέθους. Επίσης στην περιοχή Τρικουκκιάς λειτουργεί εκκολαπτήριο πέστροφας. Στο Τμήμα Αλιείας λειτουργεί κλάδος ιχθυοκαλλιέργειας και Διαχείρισης Εσωτερικών Υδάτων.

 

β) Θαλάσσια ιχθυοκαλλιέργεια: Το 1971, το Τμήμα Αλιείας ίδρυσε πειραματικό σταθμό θαλάσσιων καλλιεργειών με κέφαλους και στρείδια στο Πογάζι της επαρχίας Αμμοχώστου, που σήμερα βρίσκεται υπό τουρκική κατοχή. Πριν από το 1971, είχε γίνει ανεπιτυχής προσπάθεια από ιδιώτη για ίδρυση θαλάσσιου ιχθυοτροφείου, στην ίδια περιοχή. Επίσης το 1973 λειτουργούσε στο Συριανοχώρι μικρό ιδιωτικό ιχθυοτροφείο κεφάλων. Οι εργασίες όμως τόσο του σταθμού όσο και του μικρού ιχθυοτροφείου σταμάτησαν το 1974 εξαιτίας της τουρκικής εισβολής. Λίγο αργότερα, έγιναν κάποιες προσπάθειες εκτροφής κεφάλων σε τάφρους με λιμνάζοντα νερά στην περιοχή του Ακρωτηρίου.

 

Το 1978 άρχισε από το Τμήμα Αλιείας εκτροφή θαλάσσιων ειδών μέσα σε ειδικά κλουβιά από πλαστικό δίχτυ. Στα κλουβιά, που είναι στερεωμένα κάτω από αγκυροβολημένες σχεδίες στο λιμάνι της Πάφου, εκτρέφονται λαβράκια, τσιππούρες, σορκοί και προσφυγούλλες. Παράλληλα άρχισαν από το 1982 πειραματικά προγράμματα για αναπαραγωγή και διατροφή προνυμφών θαλάσσιων ψαριών, σε εκκολαπτήριο-εργαστήριο που βρίσκεται σε υποστατικά του λιμανιού της Πάφου. Ήδη με την βοήθεια του Τμήματος Αλιείας λειτουργεί στην Πάφο το πρώτο θαλάσσιο ιδιωτικό εμπορικό ιχθυοτροφείο. Θαλάσσιο ιχθυοτροφείο, ιδιωτικό επίσης, λειτουργεί και στο Ακρωτήρι (περιοχή των βρετανικών βάσεων).

 

Η Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, γνωστή ως FAO, μέσω του προγράμματος MEDRAP (Mediterranean Regional Aqua Culture Program), συμμετέχει ενεργά στην εξάπλωση και διάδοση της ιχθυοκαλλιέργειας σε διάφορες χώρες της Μεσογείου, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η Κύπρος, με την παραχώρηση τεχνικής και οικονομικής βοήθειας, καθώς και με την παραχώρηση αριθμού υποτροφιών σε Κυπρίους πολίτες στον κλάδο της ιχθυοκαλλιέργειας. Επίσης η FAO συμμετέχει σε αλιευτικούς διαγωνισμούς σε συνεργασία με το Τμήμα Αλιείας, μεταξύ των οποίων είναι και η απονομή μεταλλίων και επαίνων σε ιχθυοκαλλιεργητές για την προσφορά τους στον τομέα της ιχθυοκαλλιέργειας.

 

Νεότερα στοιχεία: Κατά το έτος 2007 λειτουργούσαν ήδη στην Κύπρο 4 ιδιωτικά εκκολαπτήρια θαλασσινών ειδών, ένα εκκολαπτήριο και εκτροφείο γαρίδων στη στεριά και 9 ιχθυοτροφεία πάχυνσης θαλασσίων ειδών σε κλουβιά ανοικτής θάλασσας. Τα 6 από αυτά εκτρέφουν κυρίως τσιπούρα και λαυράκι ενώ τα άλλα 3 ερυθρό τόνο. Η τσιπούρα αντιπροσώπευε περίπου το 65% της ολικής παραγωγής (εκτός του ερυθρού τόνου) και το λαυράκι το 33%. Σε πολύ μικρότερα ποσοστά εκτρέφοντο άλλα είδη, όπως λιθρίνι, φαγκρί και προσφυγοπούλλα, ενώ άρχισε πειραματικά και η εκτροφή χταποδιού.

 

Η υδατοκαλλιέργεια γλυκού νερού επικεντρώνεται στην οροσειρά του Τροόδους, με την εκτροφή ιριδίζουσας πέστροφας. Το 2007 λειτουργούσαν επίσης και δύο μικρές μονάδες παραγωγής διακοσμητικών ψαριών.

 

Με βάση στοιχεία του 2004, η συνολική παραγωγή ψαριών (θάλασσας και γλυκού νερού) ανερχόταν σε 3.500 τόνους, ενώ παρήχθησαν και 15.000.000 γόνοι. Η συνολική αξία ανερχόταν  σε 19.5 εκατομμύρια λίρες. Η παραγωγή αυτή αντιπροσώπευε το 70% της συνολικής παραγωγής φρέσκων ψαριών. Το υπόλοιπο 30% προερχόταν από την αλιεία, της οποίας η παραγωγή μειώθηκε σημαντικά μετά την απαγόρευση ψαρέματος με τράτες.

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image