Η ιστορία του Γυμνασίου Ριζοκαρπάσου άρχισε στις 29 Ιουνίου 1917 όταν η διαχειριστική Επιτροπή της ιεράς Μονής του Αποστόλου Ανδρέα αποφάσισε να ιδρύσει την Ανωτέρα Πρακτική Σχολή, πρόδρομο του σημερινού Γυμνασίου. Από το 1940 μέχρι και το 1953 το σχολείο μετονομάστηκε σε Ανωτέρα Σχολή Ριζοκαρπάσου, ακολούθως από το 1953 μέχρι και το 1965 παίρνει το όνομα Ελληνικόν Γυμνάσιον Ριζοκαρπάσου, για να καταλήξει το 1965 σε Γυμνάσιο Ριζοκαρπάσου.
Είναι το μόνο εκπαιδευτικό ίδρυμα ελληνικής παιδείας το οποίο λειτούργησε και εξακολουθεί να λειτουργεί από το 1974 στην κατεχόμενη από τα τουρκικά στρατεύματα βόρεια Κύπρο (Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείο ΡΙΚ).
Η Επιτροπή της Σχολής συναπαρτιζόταν από την τότε διαχειριστική Επιτροπεία Αποστόλου Ανδρέα, με πρόεδρο τον οικονόμο της Μονής, Ιωσήφ Κυκκώτη, τον τότε πρόεδρο της Σχολικής Κοινοτικής Επιτροπείας, Σολωμό Φαλά, ενώ μέλη της διετέλεσαν οι Ζαχαρίας Γεωργάκη, Ζαχαρίας Λαζαρίδης και Νικόλαος Βανέζης. Η επικύρωση της λειτουργίας της Σχολής επετεύχθη μετά από συνάντηση που έγινε στην Κυθρέα, μεταξύ των μελών της Διαχειριστικής Επιτροπής της Μονής Αποστόλου Ανδρέα και του Αρχιεπισκόπου Κύπρου, Κυρίλλου Γ, του Πρώτου Επόπτη της Ελληνικής Παιδείας Κύπρου, Αναστάσιου Αράπη, καθώς και του Διευθυντή των γραφείων της Αρχιεπισκοπής, Κώστα Μυριανθόπουλου. Σχολάρχης της ανωτέρας Σχολής Ριζοκαρπάσου διορίστηκε ο επιθεωρητής Ελληνικών Σχολείων Κύπρου, Μιχαήλ Κούμας, με ετήσιο μισθό 80 λίρες.
Το αναλυτικό πρόγραμμα της Σχολής συνετάχθη από επιτροπή που αποτελείτο από τους Αναστάσιο Αράπη, Κώστα Μυριανθόπουλο και Μιχαήλ Κούμα. Τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της, κατά το έτος 1917-1918, η Σχολή υποδέχθηκε συνολικά δεκατρείς μαθητές (Εξατάξιο Γυμνάσιο Ριζοκαρπάσου). Πρώτος διευθυντής διορίστηκε ο Κώστας Καπλάνης 1919 – 1921.
Από το σχολικό έτος 1917 μέχρι και το 1921, η Σχολή στεγαζόταν στην οικία του Παναγή Πεκλιβανά, βορειοανατολικά του ναού του Αγίου Συνεσίου. Η Σχολή διέκοψε τη λειτουργία της για τα επόμενα 5 χρόνια, ενώ από το 1926 επαναλειτούργησε οριστικά πια, χωρίς διακοπή, μέχρι το 1975. Τις χρονιές 1926-27 λειτούργησε σε δωμάτιο που παραχωρήθηκε από την εκκλησία του Αγίου Συνεσίου, το λεγόμενο «Τσαμπρίν». Από το 1927 μέχρι και το 1944 η σχολή μεταφέρθηκε σε κτήρια που παραχωρήθηκαν κοντά στην εκκλησία του Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Από το 1951 μέχρι το 1954 λειτούργησε σταδιακά στο ιδιόκτητο κτήριο του Γυμνασίου, το οποίο κτίστηκε με τη βοήθεια της Ιεράς Μονής Αποστόλου Ανδρέα και της κοινότητας Ριζοκαρπάσου.
Το 1930 αποτέλεσε χρονιά-ορόσημο για τη Σχολή, αφού λειτούργησε πλέον με την επωνυμία Ελληνική Πρακτική Σχολή Ριζοκαρπάσου, με διευθυντή τον Ζαχαρία Κουλία και καθηγητή τον Παντελή Ταουσιάνη, ενώ ο αριθμός των μαθητών ανήλθε σε 49.
Από την ίδρυση του Γυμνασίου γίνονταν δεκτοί απόφοιτοι των δημοτικών σχολείων Ριζοκαρπάσου, Αιγιαλούσης και άλλων γειτονικών χωριών όπως από την Κώμη Κεπήρ, το Γεράνι, τον Δαυλό και τον Άγιο Ανδρόνικο. Κατά το σχολικό έτος 1936-37 γράφτηκαν στην Α' τάξη και τέσσερις Τουρκοκύπριοι από το χωριό Γαληνόπορνη, ενώ κατά τα έτη 1941-42 γράφτηκαν στην Α' τάξη δύο Τουρκοκύπριοι από το ίδιο χωριό.
Το 1974-75 το Γυμνάσιο υπολειτούργησε με καθηγητές που έτυχε να παραμείνουν στο Ριζοκάρπασο και με φυλλάδια από το Υπουργείο Παιδείας που διανέμονταν μέσω του Ερυθρού Σταυρού. Κατά τα έτη 1975-1976 πραγματοποιήθηκαν απλώς εγγραφές των μαθητών που παρέμειναν στο Ριζοκάρπασο. Έκτοτε, το σχολείο δεν λειτούργησε καθόλου, μέχρι τις 13 Σεπτεμβρίου του 2004, όπου το σχολείο, έπειτα από συντονισμένες δράσεις, άρχισε την επαναλειτουργία του (Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείο ΡΙΚ).
Το Γυμνάσιο μέσα από πήγες
Σε έρευνα της η ιστορικός- ερευνήτρια για το Γυμνάσιο Ριζοκαρπάσου Νάσα Παταπίου, σημειώνει ότι η εφημερίδα “Ελευθερία”, ημερομηνίας 22 Αυγούστου με τίτλο “Ανωτέρα Σχολή εν Ριζοκαρπάσω, τι επιδιώκει”, έφερε εις γνώση του κοινού τα εξής: Η διαχειριστική Επιτροπή της εις την άκραν της Καρπασίας ιδρυμένης ιεράς Μονής του Αποστόλου Ανδρέου εν συνεδρία αυτής κατά την 29ην Ιουνίου 1917, εκπροσωπούσα και την γνώμην της κοινότητος Ριζοκαρπάσου απεφάσισε την ίδρυσιν εν Ριζοκαρπάσω ανωτέρας οκταταξίου Σχολής, ήτοι την προσθήκην δύο έτι τάξεων εις την υπάρχουσαν εκεί δημοτικήν σχολήν. Συνεπώς προς την απόφασιν ταύτην, οι εκ των μελών της Διαχειριστικής Επιτροπής της Μονής κ.κ. Ζαχαρίας Ν. Γεωργάκη, Ζαχαρίας Π. Λαζαρίδης και Νικόλαος Βανέζης με επι κεφαλής τον πρόεδρον της Επιτροπής και οικονόμον Αποστόλου Ανδρέου οσιώτατον Κ. Ιωσήφ αφίχθησαν την παρελθούσαν Κυριακήν εις Λευκωσίαν και παραλαβόντες ως συνηγόρους τον Έλληνα επόπτην της Παιδείας κ. Α. Αράπην και τον διευθυντήν των γραφείων της Αρχιεπισκοπής κ. Κ. Μυριανθόπουλον, επεσκέφθησαν αυθημερόν την Α.Μ. τον Αρχιεπίσκοπον, εν Κυθρέα περιοδεύοντα, εις ον και εξέθηκαν τα της αποφάσεώς των.
Σύμφωνα με τις απόψεις όλων η υπό ίδρυση σχολή επεδίωκε διπλό σκοπό: πρώτον, τελειότερον καταρτισμόν εις την νεωτέραν γλώσσαν και εις τας αρχάς της αρχαίας γλώσσας και δεύτερον, πρακτική μόρφωση στους διαφόρους κλάδους της γεωργίας και στοιχειώδεις γνώσεις της αγγλικής γλώσσας. Μετά υπεγράφη σχετικό πρακτικό από τα μέλη της Διαχειριστικής Επιτροπείας της μονής Αποστόλου Ανδρέα, το οποίο επικύρωσε με την υπογραφή του ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου (Αρχιεπίσκοπος Κύριλλος ο Γ΄). Τα έξοδα για την 7η και 8η τάξη θα βάρυναν το κονδύλι στον προϋπολογισμό της μονής. Σχολάρχης της ανωτέρας Σχολής Ριζοκαρπάσου διορίστηκε ο τέως επιθεωρητής Παιδείας Μιχαήλ Κούμας, με ετήσιο μισθό 80 λίρες. Επίσης θα καταβαλλόταν προσπάθεια ώστε να αποσπασθεί από το Τμήμα Γεωργίας ο κ. Φράγκος για τη διδασκαλία των γεωπονικών μαθημάτων και όπως το ίδιο τμήμα αναλάβει και μέρος της δαπάνης της Σχολής, αφού θα εξυπηρετούσε και γεωργικούς σκοπούς.
Στις 22 Σεπτεμβρίου του έτους 1917 έβλεπε το φως της δημοσιότητος η εξής ανακοίνωση: Ανωτέρα Πρακτική Σχολή, Εν Ριζοκαρπάσω. “Γνωστοποιείται ότι η λειτουργία της Πρακτικής Σχολής Αποστόλου Ανδρέου θα αρχίσει από της 18ης Σεπτεμβρίου 1917. Η Σχολή εγκαθιδρύεται εν Ριζοκαρπάσω και δέχεται μαθητάς αποφοίτους δημοτικών Σχολείων. Οι εξ άλλων χωρίων μαθηταί θα τυγχάνωσι πατρικής επιβλέψεως”. Η ίδρυση της Ανωτέρας Πρακτικής Σχολής Ριζοκαρπάσου το 1917 οφειλόταν, όπως μαρτυρείται, όχι μόνον στους φιλοπρόοδους κατοίκους της κωμοπόλεως αλλά κυρίως στην οικονομική στήριξη της ιεράς μονής του Πρωτοκλήτου. Οι εισπράξεις από τη θρησκευτική πανήγυρη του Αποστόλου Ανδρέα το 1917 ανέρχονταν στο ποσό των 2.500 λιρών. Από τις υπέρογκες εισπράξεις, των ετών εκείνων, όπως χαρακτηρίζονται σε εφημερίδα της εποχής, διορθώθηκε ο δρόμος από το Ριζοκάρπασο έως τη μονή και καταβάλλονταν οι δαπάνες για το εν Ριζοκαρπάσω ιδρυθέν Σχολαρχείον.
Το 1918 μία άλλη δημοσίευση μάς γνωστοποιεί περισσότερα για την Πρακτική Σχολή Ριζοκαρπάσου και για την ύπαρξη οικοτροφείου ώστε να διαμένουν οι μαθητές από τα γειτονικά χωριά. Ας μεταφερθούμε στο κλίμα της εποχής. Διαβάζουμε λοιπόν: “Δίδακτρα δωρεάν. Οικοτροφία δι’ εξωτερικούς μαθητάς οικονομικωτάτη και ευκολωτάτη. Πλήρης καταρτισμός προσωπικού της Σχολής. Πρόγραμμα ωφελιμώτατον, περιλαμβάνον αρχαίαν ελληνικήν γλώσσαν συμφώνως προς το πρόγραμμα του Παγκυπρίου Γυμνασίου, αγγλικά υπό λίαν καταλλήλου διδασκάλου, στοιχεία απλογραφίας (δηλαδή Λογιστικής), πρακτικάς γνώσεις κ.λπ. Έκαστος γονεύς ή κηδεμών ας αναλογισθή τας ωφελείας, τας οποίας παρέχει μία τοιαύτη σχολή και ας σπεύσει να επωφεληθή της αρίστης αυτής ευκαιρίας αποστέλλων με πλήρη εμπιστοσύνη το τέκνον του εις την εν λόγω σχολήν. Διά πλειοτέρας πληροφορίας απευθυντέον κ. Σ. Φαλάν, πρόεδρον Σχολικής Επιτροπείας”.