Αππηητούρι αππηδητούρι

Image

Μικροσκοπικό άσπρο σκουληκάκι που σχηματίζεται στο νορόν των χαλλουμιών και στα ίδια τα χαλλούμια*, το άκαρι. Η λέξη προέρχεται από τη λ. πηδητήρ.

 

Μεταφορικά η λέξη σημαίνει τον άνθρωπο που βαδίζει με πηδηχτά βήματα ή και τον άνθρωπο που έχει την ικανότητα να καλύπτει αμέσως τα ελαττώματα ή τα λάθη του. Πρβλ. και την κυπριακή παροιμία:

 

Εν η πεθθερά τσικκούρα, αμμάν τζ' η νύφφη αππηητούρα.