Ο έμπορος Ιωάννης Ευαγγελίδης γεννήθηκε στην Λευκωσία το 1818. Πέθανε το 1908. Ο πατέρας του Ευάγγελος ήρθε στην Λευκωσία από την Αθηένου και ήταν χρυσοχόος. Η μητέρα του Μαρία ήταν επίσης από την Αθηένου.
'Εμεινε από πολύ νωρίς χωρίς οικογένεια. Το 1821 ο πατέρας του επιστρέφοντας από το χωριό Μένοικο, όπου είχε πάει να πουλήσει τις πραγμάτιες του, είχε δυστύχημα και πληγώθηκε κρίσιμα. Η μητέρα του, ίσως από φόβο, ίσως από στενοχώρια, ίσως από κούραση, πέθανε λίγες μέρες αργότερα. Ο Ευάγγελος ξεψύχησε 4 μέρες αργότερα. Έτσι ο Ιωάννης έμεινε ορφανός σε ηλικία 3 ½ χρονών. Τον ανάλαβε και τον ανέθρεψε ο θείος του Χριστοδουλής Έλληνας.
Ενώ εργαζόταν για τον θείο του την ημέρα, τα βράδια μάθαινε γράμματα «κολλυφογράμματα» από τον παπά της ενορίας του. Δηλαδή μάθαινε να διαβάζει και να γράφει από τον Οκτώηχο και την Αγία Γραφή. Μαζί του πάντα είχε όλη την περιουσία που κληρονόμησε από τους γονείς του, ένα «πουντζί», δηλαδή 500 γρόσια.
Το 1834 με αυτά τα λεφτά ξεκίνησε ένα μικρό μπακάλικο στο Γυναικοπάζαρο. Οι δουλειές πήγαιναν καλά σε σημείο που άρχισε να επεκτείνεται σε είδη μανιφατούρας, πάνινα και πασαμάδες. Το 1840 έφερε από την Αθηένου ένα μακρινό του συγγενή, τον Μιχαήλ Σιακαλλή για βοηθό.
Το 1847 ο Ιωάννης παντρεύτηκε την ανιψιά του Αρχιεπισκόπου Ιωαννίκιου Αικατερίνη Λοή. Το 1850 άρχισε να καταγίνεται με το μεγάλο εμπόριο και χάρισε το μικρό του κατάστημα στον βοηθό του Μ. Σιακαλλή. Το 1864 όμως χάνει όλα του τα λεφτά και την περιουσία με αναποδιές στο εμπόριο βαμβακιού. Για καλή του τύχη, 3-4 φίλοι του που τον εκτιμούσαν για τις ικανότητές του, του δανείζουν λεφτά για να πληρώσει τα χρέη του και να ξαναρχίσει την δουλειά του. Σύντομα ο Ιωάννης ανακάμπτει.
Το 1868 αρχίζει νέο κύκλο εργασιών στον τομέα των «Δεκατειών» και γίνεται ένας από τους μεγαλύτερους «μουκκαττατζήδες», δηλαδή ενοικιαστής φόρων. Συχνά δε έπαιρνε την Τουρκική διοίκηση στα δικαστήρια για διαφορές μεταξύ τους. Τράπεζά του ήταν η Οθωμανική λόγω του στενού του φίλου Hamilton Lang.
» Βλέπε αφιέρωμα: Ιωάννης Ευαγγελίδης
Το 1872 επεκτείνει τις εργασίες του στην Κερύνεια με το εμπόριο χαρουπιών και κάνει συνεταιρισμό με τους γαμβρούς του Χριστόδουλο Σεβέρη (σύζυγο της κόρης του Μαρίτσας), Ιωάννη Ζαχαριάδη (σύζυγο της κόρης του Ασπασίας) και Χ. Παρούτη, Κερυνιώτη (σύζυγο της κόρης του Ευανθίας). Ο Παρούτης διεύθυνε την επιχείρηση στην Κερύνεια μέχρι το 1878 οπότε ανέλαβε ο γιός του Ιωάννη ο Ευάγγελος που μόλις είχε τελείωσει το σχολείο. Το 1880 ανοίγει κατάστημα κοντά στον Πλάτανο, εκεί που αργότερα μετακόμισε ο Γεώργιος Χριστοδουλίδης.
Το 1897 ο Ιωάννης γιόρτασε με μεγάλες φανφάρες την 50η του επέτειο γάμων. Πέθανε το 1908 στο Πεδουλά, στο ίδιο σπίτι, στο ίδιο κρεβάτι όπου γεννήθηκε η γυναίκα του Αικατερίνη, το γένος των Χατζηλοήδων.
Τρεις οικογένειες
Οι τρεις οικογένειες, Ευαγγελίδη, Σεβέρη και Ζαχαριάδη θεωρούνται οι πρωτοπόροι του εμπορίου της Κύπρου. Είχαν μεγάλη δύναμη και επιρροή ώστε να έχουν ειδικά προνόμια επί Τουρκοκρατίας: Εξαιρούνταν από το «γιατσίν», δηλαδή την απαγόρευση κυκλοφορίας που επιβαλλόταν επί Τουρκοκρατίας μετά την δύση του ήλιου. Έτσι τα καλοκαίρια οι οικογένειες κάθονταν μέχρι αργά το βράδυ στο στενό και απολάμβαναν την δροσιά. Είχαν δικαίωμα να έχουν παράθυρα με κανονικά παραθυρόφυλλα στα σπίτια τους. Όταν ζήτησαν αυτή την άδεια, πήγε ο ίδιος ο Πασάς να επιθεωρήσει τα σπίτια και να δώσει το φιρμάνι. Στο σπίτι του Χρύσανθου Ευαγγελίδη σώζονταν τα παράθυρα αυτά μέχρι το 1936.
Οι τρεις οικογένειες έτρωγαν μαζί κάθε μεσημέρι και βράδυ για 20 χρόνια. Ο καθένας είχε την καρέκλα του με το όνομά του σκαλισμένο απάνω και ήταν τοποθετημένες γύρω από το τραπέζι ιεραρχικά. Τρώγανε στην τραπεζαρία του Ζαχαριάδη που ήταν η πιο ευρύχωρη.
Ιστορίες της Οικογένειας
Όταν ο Δημ. Σεβέρης επισκέφτηκε την Αλεξάνδρα και Ζήνωνα Ζαχαριάδη στο Λονδίνο, η Αλεξάνδρα καθάριζε και έτρωγε μήλο και πρόσφερε και στον Δημοσθένη. Ο Δημοσθένης αρνήθηκε λέγοντας ότι δεν μπορούσε να φάει το μήλο όπως η Αλεξάνδρα. Τότε επενέβηκε ο Ζήνωνας που είπε: Πάρε Δημοσθένη και φάγε το όπως θα το έτρωγε η Αλεξάνδρα αν δεν είχαμε ξένους.
Ο Ιωάννης Ευαγγελίδης πέθανε στον Καλοπαναγιώτη από πνευμονία, όπου είχε πάει για να κάμει θειούχα μπάνια.
Η Στυλιανή (η γνωστή σαν κορού), κόρη της Ευανθίας ήταν από το πρώτο της γάμο με τον Παρούτη. Μετά η Ευανθία παντρεύτηκε τον Σκουταρίδη.
Ο Κίκης είχε αδελφή την Πωπώ που πέθανε νέα από φθίση στο εξωτερικό όπου σπούδαζε.
Ο Ευάγγελος γελούσε στις δουλειές τον Κύπρο και τσακώνονταν συνεχώς. Πήγαιναν στο δικαστήριο για να επιλύσουν τις διαφορές τους και ο Κύπρος ενοικίαζε άμαξα και έβαζε και τον αντίδικο του Ευάγγελο μέσα. Δεν μιλούσαν στο πήγαινε – έλα, αλλά ο Κύπρος διευκόλυνε με την άμαξα τον τσιγκούνη Ευάγγελο.
Ο Χρύσανθος άφησε την περιουσία του, το σπίτι του στην Χρυσανθούλα που βάφτισε.
Η Ευανθία ήταν η φτωχότερη
Ο Οικονομίδης της Κλεοπάτρας ο συμβουλάτορας της οικογένειας μαζί με τον Σεβέρη.
Ο Δημοσθένης ήταν πονηρός: όταν αρραβωνιάστηκε η Ζωούλα κάποιος χρωστούσε πολλά λεφτά στον Δημοσθένη που πίεζε για πληρωμή. Ο δανειζόμενος πήγε στον Κύπρο για να δανειστεί να πληρώσει τα χρέη του. Ο Κύπρος ρώτηξε τον Δημοσθένη αν το άτομο αυτό ήταν αξιόπιστο και ο Δημοσθένης το επιβεβαίωσε. Τον δάνεισε λοιπόν ο Κύπρος, ο δανειζόμενος ξεπλήρωσε τον Δημοσθένη και τα έφαγε του Κύπρου.
Τα καλοκαίρια οι Ευαγγελίδηδες πήγαιναν στην Γιαλούσα για να αγοράσουν τα κουκούλια και παραθέριζαν. Η Χρυστάλλα Παυλίδου, (μητέρα της Γιανούλλας) βάφτισε εκεί μια Ζωή από την μητέρα της.
Ο Ευάγγελος έδωσε ασημένιο γενεαλογικό δένδρο στον Ευάγγελο της Λυδίας.
Η Ουρανία είχε τον Μίνων αλλά και τον Γώγο και την Μαρούλλα που πέθαναν νέοι. Εις μνήμη του Γώγου ίδρυσε το Γώγειον βραβείο στο Παγκύπριο Γυμνάσιο. Ονόμασε δε την Μάνια Μαρία εις μνήμη της πρώτης κόρης που απέθανε από φθίση.
Ο Χριστόδουλος Σεβέρης απειλούσε να αυτοκτονήσει αν δεν τον άφηναν να παντρευτεί την Ιλζε. Κλειδώθηκε μια μέρα στο δωμάτιο του και δεν απαντούσε στα χτυπήματα στην πόρτα. Όλοι φοβήθηκαν ότι θα αυτοκτονούσε και συγκατατέθηκαν στον γάμο.
Ο Κωστάκης Σεβέρης ήθελε και ζήτησε σε γάμο την Αιμιλία Μαρκίδου. Επειδή όμως ο πατέρας της δεν της έδινε προίκα, ο Κωστάκης απεχώρησε της δέσμευσης. Η Αιμιλία πήγε στην Αθήνα όπου ερωτεύτηκε ένα Έλληνα . Την έφεραν πίσω και την πάντρεψαν με τον Πόλυ Μιχαηλίδη. Μαζί επέστρεψαν στην Αθήνα και εκεί η Αιμιλία στους έξι μήνες άφησε τον Πόλυ και επέστρεψε στον Έλληνα. Την ξανάφεραν πίσω και παντρεύτηκε τον Τάκη Φιλίππου. Ο Πόλυς, γιός της Μπενά παντρεύτηκε έπειτα την Μαριάννα.
Ο Ιωάννης Ευαγγελίδης ο αγράμματος ίδρυσε τον Οίκο των Ευαγγελιδών, τον προώθησε ο ημιαγράμματος Κύπρος και τον διέλυσε ο εγγράμματος Σωκράτης.
Ο Σωκράτης ήταν αρραβωνιασμένος με την Μαρούλα Μπενά, αδελφή του Πόλυ Μιχαηλίδη και ανιψιά της Βεργοπούλαινας. Της έκαμε το βίο αβίωτο για να την αναγκάσει να τον χωρίσει. Ο Σωκράτης πέθανε άτεκνος. Στα τελευταία του ζούσε με τον υπάλληλό του Μηνά Μενελάου, του κτηματολογίου. Ήταν δίδυμος με τον Ιωάννη που πέθανε στην γέννα. Έτσι όταν γεννήθηκε ο Στέλιος τον ονόμασαν Στέλιο για να στεριώσει
Πηγές: