Τούρκος στρατιωτικός και πολιτικός. Γεννήθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 1884 και πέθανε στις 25 Δεκεμβρίου 1973. Ήταν στενός συνεργάτης του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, τον οποίο και διαδέχθηκε στην προεδρία της Τουρκικής Δημοκρατίας το 1938, όταν ο Ατατούρκ πέθανε.
Ως στρατιωτικός, ο Ισμέτ Ινονού υπηρέτησε σε διάφορα πόστα, όπως στο γενικό επιτελείο της τρίτης στρατιάς και διοικητής της τέταρτης στρατιάς στη Συρία κατά το 1916 (Α' Παγκόσμιος πόλεμος). Στη συνέχεια εντάχθηκε στο κίνημα του Ατατούρκ, το 1920 εξελέγη βουλευτής, και υπηρέτησε ως αρχηγός του γενικού επιτελείου του εθνικιστικού στρατού της Τουρκίας κατά την διάρκεια της ελληνικής εκστρατείας. Στο Ινονού (απ' όπου πήρε και το επίθετό του) απέκρουσε τους Έλληνες σε δυο σκληρές μάχες τον Ιανουάριο και τον Απρίλιο του 1921. Το 1922 έγινε υπουργός Εξωτερικών κι αντιπροσώπευσε το 1923 την Τουρκία στις συνομιλίες της Λωζάνης στις οποίες συνομολογήθηκε η ομώνυμη συμφωνία. Με τη συνθήκη της Λωζάνης η Τουρκία είχε παραιτηθεί από όλες τις αξιώσεις της επί της Κύπρου.
Αμέσως μετά την ανακήρυξη της Τουρκικής Δημοκρατίας με την ανατροπή του σουλτανικού καθεστώτος (Οκτώβριος του 1923), ο Ισμέτ Ινονού έγινε πρωθυπουργός της χώρας του και κράτησε το αξίωμα αυτό μέχρι το 1937. Τον επόμενο χρόνο πέθανε ο Κεμάλ Ατατούρκ κι ο Ινονού εξελέγη πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας. Ταυτόχρονα εξελέγη ισόβιος πρόεδρος του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος. Μετά του Β' Παγκόσμιο πόλεμο, στον οποίο πέτυχε να μη αναμείξει τη χώρα του, ενθάρρυνε την ίδρυση του Δημοκρατικού Κόμματος, πιεζόμενος από τους Δυτικούς. Στις εκλογές του 1950, το Δημοκρατικό Κόμμα νίκησε το Ρεπουμπλικανικό και ανήλθε στην εξουσία. Το κόμμα αυτό χειρίστηκε από τουρκικής πλευράς το Κυπριακό, που κατέληξε στην υπογραφή των συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου του Φεβρουαρίου του 1959 από τον πρωθυπουργό Μεντερές. Η κυβέρνηση Μεντερές ανετράπη από τον στρατό με πραξικόπημα το 1960 και στη συνέχεια ο Ινονού ηγήθηκε τριών διαδοχικών κυβερνήσεων συνασπισμού μεταξύ 1961 και 1965. Το κόμμα του ηττήθηκε στη συνέχεια σε δυο εκλογές, το 1956 και το 1969, κι ο Ισμέτ Ινονού αναγκάστηκε να αποσυρθεί από την ηγεσία του ύστερα από ενδοκομματικές πιέσεις. Την ηγεσία του κόμματός του ανέλαβε ο μέχρι τότε στενός συνεργάτης του Μπουλέντ Ετζεβίτ, πρωθυπουργός της Τουρκίας κατά το 1974, οπότε και διέταξε τη στρατιωτική εισβολή της χώρας του στην Κύπρο.
Στρατιωτική εισβολή στην Κύπρο είχε απειλήσει ότι θα πραγματοποιούσε πιο πριν, το 1964, κι ο Ισμέτ Ινονού, εξαιτίας των διακοινοτικών συγκρούσεων στην Κύπρο. Ιδιαίτερα το καλοκαίρι του 1964, ο Ινονού διέταξε τον μερικό βομβαρδισμό της Κύπρου (βομβαρδισμός των περιοχών Ξερού-Τηλλυρίας) κι ετοίμασε τις στρατιωτικές δυνάμεις της χώρας του προς πραγματοποίηση τουρκικής εισβολής στο νησί. Εξαιτίας της σθεναρής στάσης την οποία τότε τήρησαν ο πρόεδρος της Κύπρου αρχιεπίσκοπος Μακάριος και ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Γεώργιος Παπανδρέου, αλλά κι εξαιτίας της αποφασιστικής διαθέσεως των ΗΠΑ όταν δηλαδή ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Λύντον Τζόνσον* εμπόδισε την πραγματοποίηση της τουρκικής εισβολής με αυστηρότατο μήνυμά του προς τον Ινονού και παρεμβολή του Έκτου Στόλου στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Κύπρου και Τουρκίας.
Στη συνέχεια ο Ινονού κλήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες (όπου κλήθηκε και ο Γεώργιος Παπανδρέου) σε μια προσπάθεια της Ουάσιγκτον να επιτύχει κάποια διευθέτηση του Κυπριακού. Ο Παπανδρέου αρνήθηκε να μετάσχει σε κοινή σύσκεψη και έγιναν χωριστές συνομιλίες μεταξύ αυτών και του Αμερικανού προέδρου. Την περίοδο αυτή αναμίχθηκε στο πρόβλημα και ο αυτόκλητος Αμερικανός μεσολαβητής Ντην Άτσεσσον. Στην Τουρκία, πάντως, ο Ινονού δεχόταν καταιγιστικά πυρά από τους πολιτικούς του αντιπάλους, οι οποίοι τον κατηγορούσαν ότι είχε χάσει μια μοναδική ευκαιρία να εισβάλει στην Κύπρο και να καταλάβει τμήμα, τουλάχιστον, του νησιού.
Ίσως μάλιστα οι επιθέσεις αυτές εναντίον του να συνέτειναν σε μεγάλο βαθμό στην αποτυχία του κατά τις εκλογές του 1965.
Παραμένει, ωστόσο, γεγονός ότι κατά την περίοδο αυτή, ο Ισμέτ Ινονού είχε τουλάχιστον προσπαθήσει να πραγματοποιήσει το μεγάλο τουρκικό εγχείρημα που είχε σχεδιαστεί 10 χρόνια νωρίτερα και που τελικά εφαρμόστηκε από τον διάδοχο του Ινονού 10 χρόνια αργότερα.
Με τον Ισμέτ Ινονού είχε συνάντηση και συνομιλίες ο πρόεδρος Μακάριος, όταν ο τελευταίος είχε επισκεφθεί επίσημα την Τουρκία το φθινόπωρο του 1962.