Εφοπλιστής. Ο Ανδρέας Ποταμιάνος γεννήθηκε το 1933 στον Πειραιά και πέθανε στις 30 Ιουλίου 2021 στην Αθήνα. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Ναυτικό Δίκαιο στο London School of Economics. Κατά διαστήμα είχε ενεργή εμπλοκή με την Κύπρο αφού διαστηρούσε στενή σχέση με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και ιδιαίτερο με το στρατηγό Γρίβα.
Ήταν γόνος εφοπλιστικής οικογένειας με καταγωγή από τον Πύλαρο της Κεφαλλονιάς, η οποία εισήλθε στον εφοπλισμό στις αρχές του 19ου αιώνα, στα τότε βρετανικά Επτάνησα. Πατέρας του ήταν ο εφοπλιστής Αναστάσιος Ποταμιάνος (ο οποίος διετέλεσε και υπουργός) και παππούς του ο εφοπλιστής Γεώργιος Ποταμιάνος. Αποφοίτησε από την Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές του στο London School of Economics, απ’ όπου έλαβε μεταπτυχιακό στο Ναυτικό Δίκαιο.
Υπηρέτησε την στρατιωτική του θητεία ως έφεδρος αξιωματικός στο Πολεμικό Ναυτικό (τότε Βασιλικό Ναυτικό).
Διατέλεσε πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας για 22 χρόνια, από το 1980 έως το 2002. Υπήρξε πρόεδρος του Ελληνοκινεζικού Συνδέσμου, των Special Olympics Ελλάδας και του Ναυτικού Ομίλου Ελλάδας, καθώς και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος και του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού (ΕΕΣ).
Ήταν ακόμα μέλος της επιτροπής διεκδίκησης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, του Διοικητικού Συμβουλίου του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (ΝΑΤ), του Ναυτικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας και της Helmepa (Ελληνική Ένωση Προστασίας Θαλάσσιου Περιβάλλοντος).
Μάλιστα, τιμήθηκε με τον Σταυρό του Βασιλέως Γεωργίου Α΄ από την ελληνική κυβέρνηση, με το Τρόπαιο της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής (ΔΟΕ) και με βραβείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού.
Ο ρόλος στο Κυπριακό
Ο Ανδρέας Ποταμιάνος διαδραμάτισε κρίσιμο ρόλο στο Κυπριακό, ιδιαίτερα κατά την δεκαετία 1964 - 1974. Ήδη από το 1961 είχε οριστεί από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο γραμματέας της Νομικής Συνταγματικής Επιτροπής της Κύπρου, ενώ το 1964 τα δικά του πλοία ανέλαβαν, κατά κύριο λόγο, την μυστική μεταφορά της ελληνικής μεραρχίας στην Κύπρο, με εντολή του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου. Ως σύνδεσμος του Ποταμιάνου με την κυβέρνηση Παπανδρέου είχε οριστεί (σύμφωνα με την μαρτυρία του Μιχάλη Παπακωνσταντίνου, τότε υφυπουργού Εθνικής Αμύνης του Γεωργίου Παπανδρέου και μεταπολιτευτικά υπουργού Εξωτερικών του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη) ο νεαρός τότε Γιώργος Κατσιφάρας, μέσω του οποίου ο Ποταμιάνος γνωρίστηκε και συνδέθηκε φιλικά με τον Ανδρέα Παπανδρέου, γιο του πρωθυπουργού. Έκτοτε ο Ποταμιάνος φιλοξενούσε σχεδόν κάθε καλοκαίρι τον Ανδρέα Παπανδρέου στην βίλλα του στην Σκιάθο, ενώ μετά το 1981, όταν ο Α. Παπανδρέου έγινε πρωθυπουργός, ο Ποταμιάνος θεωρούνταν ένας από τους δύο πιο ευνοημένους εφοπλιστές των κυβερνήσεων του παπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ, μαζί με τον Ελληνοαμερικανό Γιώργο Λιβανό (George P. Livanos).
Για την συνεισφορά του στην αποστολή της ελληνικής μεραρχίας στην Κύπρο, ο Ποταμιάνος δέχθηκε τα εύσημα και τις ευχαριστίες όλων των εμπλεκομένων και προσωπικά του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, αλλά οι μετέπειτα φημολογούμενες ενέργειές του υπήρξαν αμφιλεγόμενες.
Ο Ανδρέας Ποταμιάνος υπήρξε στενός φίλος του εκδότη Χρήστου Λαμπράκη αλλά και του Γεωργίου Γρίβα, μία φιλία που κληρονόμησε από τον πατέρα του, Αναστάσιο Ποταμιάνο, ο οποίος ήταν μέλος και χρηματοδότης της αμφιλεγόμενης Οργάνωσης «Χ» του Γρίβα επί Κατοχής. Όταν ο Γρίβας ξεκίνησε εκ νέου ένοπλο αγώνα εναντίον του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, με την ΕΟΚΑ Β΄ (οργάνωση η οποία χαρακτηρίστηκε τρομοκρατική από τον Μακάριο), το 1971, ο Ποταμιάνος κατηγορήθηκε σε δημοσιεύματα ως χρηματοδότης του.
Αλλη κατηγορία εναντίον του Ποταμιάνου ήταν ότι μαζί με τον Χρήστο Λαμπράκη συμμετείχε στην σχεδίαση του πραξικοπήματος κατά του Μακαρίου, τον Ιούλιο του 1974. Ο ισχυρισμός στηρίζεται σε ανώνυμο έγγραφο, το οποίο αναφέρει πως τρεις ημέρες πριν το πραξικόπημα έγινε συνάντηση στο εξοχικό του Χρήστου Λαμπράκη στον Πόρο, παρουσία του Ποταμιάνου, του δικτάτορα Δημήτρη Ιωαννίδη και του Νίκου Σαμψών. Πιθανολογείται πως το έγγραφο το συνέταξε η ελληνική ΚΥΠ το 1974-75 (στελεχωμένη τότε από καραμανλικούς αξιωματικούς), και πως το έδωσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στον ίδιο τον Μακάριο.
Ο ίδιος ο Ανδρέας Ποταμιάνος απέρριψε τους συγκεκριμένους ισχυρισμούς ως «μυθεύματα», δηλώνοντας πως ούτε εκείνος, ούτε ο φίλος του Χρήστος Λαμπράκης θα μπορούσαν να έχουν ποτέ συμμετάσχει σε μια τέτοια ενέργεια, αφού ήταν και οι δύο δεδηλωμένοι εχθροί της χούντας (ο Λαμπράκης μάλιστα είχε φυλακισθεί για ένα διάστημα από την ΕΣΑ). Επιπλέον, σε τηλεγράφημα της αμερικανικής πρεσβείας τον Απρίλιο του 1974 (τρεις μήνες πριν το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου), αναφέρεται ότι ο Ποταμιάνος διαψεύδει σε όλους τους τόνους ότι χρηματοδοτεί την ΕΟΚΑ Β΄.
Τέλος, το επίμαχο έγγραφο ενδέχεται να αποτελεί πλαστογραφία, ή προσπάθεια του Καραμανλή να «χτυπήσει» τόσο τον Λαμπράκη όσο και τον Ποταμιάνο, οι οποίοι υπήρξαν πολέμιοί του.
Επιπλέον, σύμφωνα με μαρτυρία του Κύπριου δικηγόρου και στενού συνεργάτη του Γρίβα Πανίκου Σωτηρίου (παλιός αγωνιστής της ΕΟΚΑ), ο Ποταμιάνος, το 1968, με δικά του πλοία, τα οποία εκτελούσαν την γραμμή Λεμεσού - Πειραιά, έστειλε στον Γρίβα και τις ομάδες του ποσότητα όπλων και εκρηκτικών, προς χρησιμοποίηση εναντίον της χούντας. Σε αυτές τις ομάδες συμμετείχαν αντιχουντικοί φοιτητές και νέοι στην Αθήνα αλλά και αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού, όπως ο μετέπειτα αντιστράτηγος Νικόλαος Λύτρας και ο Σπύρος Μουστακλής, ο οποίος υπέστη άγρια βασανιστήρια το 1973.
Πηγή:
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια