Τα βασικότερα χαρακτηριστικά της πλούσιας εκλογικής ιστορίας του νησιού στα χρόνια της βρετανικής αποικιακής διοίκησης (1878-1960) ήταν ο αποκλεισμός των γυναικών και η αδύναμη έως ανύπαρκτη διεκδίκηση της ψήφου από τις ίδιες τις γυναίκες. Οι γυναίκες της Κύπρου απέκτησαν πολιτικά δικαιώματα στο πλαίσιο της ανακήρυξης της Κύπρου ως ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους στα 1960. Η τυπική ιδιότητα του πολίτη και το δικαίωμα του εκλέγειν (να ψηφίζεις) και εκλέγεσθαι (να θέτεις υποψηφιότητα) κατοχυρώθηκαν χωρίς διακρίσεις φύλου στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μέχρι την τελευταία στιγμή ωστόσο η κατάκτηση αυτή υπήρξε προϊόν αμφισβήτησης εξαιτίας επιφυλάξεων της ελληνοκυπριακής ηγεσίας.
Με τη σύναψη των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου τον Φεβρουάριο του 1959, που έθεσαν τις βάσεις για την ίδρυση της ανεξάρτητης Κυπριακής Δημοκρατίας, το ζήτημα των πολιτικών δικαιωμάτων των γυναικών ήρθε στην επιφάνεια. Μια Μεικτή Συνταγματική Επιτροπή (Joint Constitutional Commission) ανάλαβε να συγγράψει το Σύνταγμα και άρχισε τις εργασίες της στις 13 Απριλίου 1959 στο ξενοδοχείο Λήδρα Πάλας. Στις 6 Μαΐου οι αντιπροσωπείες της ελληνικής και της τουρκικής κυβέρνησης υπέβαλαν χωριστά σχέδια Συντάγματος. Στο σχέδιο που υπέβαλε η ελληνική αντιπροσωπεία υπό τον Θεμιστοκλή Τσάτσο προνοούνταν το δικαίωμα του εκλέγειν σε άνδρες και γυναίκες ηλικίας άνω των 21 ετών, ωστόσο οι γυναίκες στερούνταν του δικαιώματος του εκλέγεσθαι τουλάχιστον για τα πρώτα πέντε χρόνια.
Ο Ντενκτάς υπέρ των γυναικών
Στο σχέδιο που υπέβαλε η τουρκική αντιπροσωπεία υπό τον καθηγητή Νιχάτ Ερίμ δεν υπήρχε οποιαδήποτε διάκριση φύλου στην άσκηση του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι, ενώ στο άρθρο 101 διασφαλιζόταν πλήρως η ισότητα των δικαιωμάτων και ελευθεριών όλων των πολιτών. Λίγες μέρες μετά ο Βρετανός κυβερνήτης Sir Hugh Foot, ενόψει των πρακτικών διευθετήσεων που έπρεπε να γίνουν για την εκλογή του πρώτου Προέδρου και Αντιπροέδρου καθώς και των μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων, ζήτησε τις απόψεις της Επιτροπής αναφορικά με το εκλογικό σύστημα, τα εκλογικά προσόντα και τις εκλογικές περιφέρειες. Τα μέλη της Επιτροπής συζήτησαν τα ζητήματα που ήγειρε ο κυβερνήτης και συμφώνησαν αμέσως ως προς το ηλικιακό όριο του 21ου έτους για το δικαίωμα του εκλέγειν. Ο Τσάτσος πρότεινε τα «κωλύματα» και οι «εκπτώσεις» από τα εκλογικά προσόντα, υπονοώντας το ζήτημα του εκλέγεσθαι για τις γυναίκες, να εξαιρεθούν του Συντάγματος και να συζητηθούν σε επόμενες συνεδρίες στο πλαίσιο εκλογικού νόμου. Η ελληνοκυπριακή αντιπροσωπεία επιφυλάχθηκε να εκφράσει απόψεις, όμως ο Ραούφ Ντενκτάς εκ μέρους της τουρκοκυπριακής αντιπροσωπείας τοποθετήθηκε αμέσως υπέρ της γυναικείας ψήφου.
Κωλυσιεργία των Ε/Κ
Στη συνεδρία της 8ης Ιουνίου οι αντιπροσωπείες συμφώνησαν ότι «τόσον οι άνδρες όσον και αι γυναίκες ψηφίζουν», ωστόσο το θέμα των «εκπτώσεων», βασικά το δικαίωμα του εκλέγεσθαι, παραπέμφθηκε στην Υποεπιτροπή. Η ελληνοκυπριακή αντιπροσωπεία ανέβαλλε διαρκώς την τοποθέτησή της αναφορικά με το δικαίωμα του εκλέγεσθαι των γυναικών, δυσκολεύοντας έτσι το ξεκαθάρισμα των ζητημάτων που έθεσε ο κυβερνήτης προκειμένου να προχωρήσει στην προκήρυξη των πρώτων εκλογών. Ενώ η τουρκική και τουρκοκυπριακή πλευρά είχαν εξαρχής τοποθετηθεί υπέρ της παραχώρησης δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις γυναίκες, η ελληνοκυπριακή πλευρά συνέχισε να αναβάλλει τη λήψη απόφασης για το δικαίωμα του εκλέγεσθαι των γυναικών.
Σε σχετική δημοσιογραφική ερώτηση τον Ιούνιο του 1959 ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος απάντησε ότι το ζήτημα βρίσκεται υπό μελέτη, ότι δεν έχει ληφθεί τελική απόφαση και ότι ο ίδιος δεν έχει σχηματίσει άποψη. Έναν μήνα μετά ο κυπριακός Τύπος δημοσίευε πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες στο Σύνταγμα θα κατοχυρώνεται γενικά το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι, ωστόσο οι πρώτες εκλογές θα γίνουν με βάση εκλογικό νόμο που ενδέχεται να προνοεί για στέρηση του δικαιώματος του εκλέγεσθαι στις γυναίκες. Το δικαίωμα του εκλέγεσθαι για τις γυναίκες θα κρινόταν στην ολομέλεια της Επιτροπής «όταν θα εκτεθούν τα επιχειρήματα υπέρ και κατά».
Τελικά, στην 45η συνεδρία που έγινε στις 29 Σεπτεμβρίου 1959 «η Ελληνική Κυπριακή Αντιπροσωπεία δήλωσε ότι δεν επιμένει πλέον στις προηγούμενες επιφυλάξεις της αναφορικά με το δικαίωμα του εκλέγεσθαι των γυναικών και γι' αυτό έχει συμφωνηθεί ότι 'οι γυναίκες μπορούν να είναι υποψήφιες σε όλες τις εκλογές που θα πραγματοποιηθούν άμεσα τόσο πριν την εισαγωγή του Συντάγματος όσο και κατά την εφαρμογή του Συντάγματος'».
Αι κατάραι του Μακαριωτάτου
Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος μερίμνησε να ανακοινώσει ο ίδιος στις 30 Σεπτεμβρίου 1959 ότι η Μεικτή Συνταγματική Επιτροπή αποφάσισε τελικά να προσφέρει στις γυναίκες εξαρχής και το δικαίωμα του εκλέγεσθαι. Η εφημερίδα «Έθνος» χαιρέτισε την απόφαση γράφοντας πως αυτή ήταν «η καθολική σχεδόν αξίωσις ολοκλήρου του κυπριακού λαού» και επισημαίνοντας ότι ο Μακάριος συγκατένευσε «εις αναγνώρισιν των προς το Έθνος και την Κοινωνία υπηρεσιών της Κυπρίας». Ο δήμαρχος Λευκωσίας Θεμιστοκλής Δέρβης, αν και συμφώνησε, σχολίασε με σκωπτική διάθεση πως η απόφαση αυτή θα ωφελήσει τα μέγιστα την υποψηφιότητα του Μακαρίου «διότι ασφαλώς αι γυναίκες θα φοβούνται τας κατάρας του Μακαριωτάτου».
Εμπλοκή γυναικών
Στις 13 Δεκεμβρίου 1959 θα διεξάγονταν οι προεδρικές εκλογές για την ανάδειξη του πρώτου Προέδρου και Αντιπροέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας με χωριστή ψηφοφορία ανάμεσα στους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους αντίστοιχα. Ο δρ Φαζίλ Κιουτσιούκ αναδείχθηκε Αντιπρόεδρος χωρίς ανθυποψήφιο, ωστόσο ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος αμφισβητήθηκε από τον Ιωάννη Κληρίδη, που είχε τη στήριξη του Δέρβη, και ορισμένων δυσαρεστημένων με τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου πρώην αγωνιστών της ΕΟΚΑ. Βασική πολιτική δύναμη στο πλευρό του Κληρίδη στάθηκε το ΑΚΕΛ. Η συμμετοχή των γυναικών στις προεδρικές εκλογές ανάγκασε και τους δύο υποψηφίους να εμπλέξουν γυναίκες με κάποια κοινωνική αναγνωρισιμότητα στην προεκλογική εκστρατεία. Το «Πατριωτικό Μέτωπο» που στήριζε τον Μακάριο μερίμνησε στις περισσότερες εξορμήσεις και ομιλίες σε αστικά κέντρα και μεγάλες κοινότητες να συμμετέχουν και να απευθύνουν χαιρετισμό γυναίκες. Ο φιλομακαριακός Τύπος έδινε ιδιαίτερη προβολή στις ομιλίες των γυναικών αυτών. Ο Μακάριος επικράτησε με 145.010 ψήφους έναντι 71.854 του Ι. Κληρίδη και αναδείχθηκε πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Καμία για τη Βουλή
Στις 31 Ιουλίου 1960, μετά από μεγάλη καθυστέρηση και λίγες μέρες πριν την επίσημη ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, πραγματοποιήθηκαν οι εκλογές για την ανάδειξη των 50 μελών της δικοινοτικής Βουλής των Αντιπροσώπων. Στις λίστες υποψήφιων βουλευτών που ετοίμασαν οι δύο βασικές παρατάξεις καμία γυναίκα δεν περιλαμβανόταν. Μία γυναίκα, η δικηγόρος Καλλισθένη Μαούνη, τόλμησε να θέσει υποψηφιότητα στην επαρχία Λεμεσού. Τέσσερις μέρες μετά ανακοίνωσε ότι «υπήκουσα εις την έκκληση των ήδη εκλεγέντων βουλευτών και δια να αποφευχθή εκλογικός σάλος εις την Επαρχίαν μου και μη θεωρηθώ ως διασπάστρια, απέσυρα την υποψηφιότητά μου ως βουλεύτρια εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων της Επαρχίας Λεμεσού». Ούτε και για τις έδρες των Τουρκοκύπριων μελών υπήρξε οποιαδήποτε γυναικεία υποψηφιότητα.
Η Κωνσταντία Βάρδα
Στις 7 Αυγούστου 1960 θα πραγματοποιούνταν εκλογές για την ανάδειξη των μελών της Ελληνικής και της Τουρκικής Κοινοτικής Συνέλευσης. Οι εκλογές αποφεύχθηκαν παντού εκτός από την Κερύνεια. Στους 8 κοινούς υποψηφίους της επαρχίας Λευκωσίας περιλαμβανόταν και μία γυναίκα, η δικηγόρος Κωνσταντία Βάρδα που υποδείχθηκε από το ΑΚΕΛ. Η Κωνσταντία Βάρδα εκλέχθηκε χωρίς ψηφοφορία μέλος της Ελληνικής Κοινοτικής Συνέλευσης και υπήρξε η πρώτη Ελληνοκύπρια που αναδεικνυόταν σε αιρετό πολιτειακό αξίωμα. Λίγες μέρες πριν, στις 28 Ιουλίου, η Kadriye Hulusi Hacibulgur εκλέχθηκε μέλος της Τουρκικής Κοινοτικής Συνέλευσης και υπήρξε η πρώτη Τουρκοκύπρια αιρετή αξιωματούχος. Στις 24 Σεπτεμβρίου 1963 ο Τουρκοκύπριος βουλευτής Πάφου Kiazim Halit έχασε τη ζωή του σε αυτοκινητικό δυστύχημα και τη θέση του κατέλαβε η σύζυγός του Ayla Halit Kazim, χωρίς ψηφοφορία. Η Ayla Kazim ανέλαβε καθήκοντα στις 25 Οκτωβρίου 1963 και υπήρξε η πρώτη Κύπρια γυναίκα που αναδεικνυόταν μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων. Η πρώην τομεάρχης της ΕΟΚΑ Τούλα Χαραλάμπους υπήρξε η πρώτη Ελληνοκύπρια που έθεσε υποψηφιότητα για βουλεύτρια στη Λάρνακα το 1970, ενώ η Ρήνα Κατσελλή υπήρξε η πρώτη Ελληνοκύπρια που εξελέγη βουλεύτρια το 1981 στην Κερύνεια.
Πηγές:
Βασίλης Πρωτοπαπάς
Διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης