Ιάκωβος Α΄: Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κατά το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα (περίοδος Τουρκοκρατίας). Δεν υπάρχουν αρκετές πληροφορίες για τον αρχιεπίσκοπο αυτό, του οποίου το όνομα και το αξίωμα αναφέρονται σε δυο έγγραφα του κώδικα Α' της Αρχιεπισκοπής, σχετικά με το μοναστήρι του Κύκκου και την Εγκλείστρα του αγίου Νεοφύτου.
Ο Ιάκωβος θεωρείται ως διάδοχος του αρχιεπισκόπου Ιλαρίωνος Κιγάλα και υπολογίζεται ότι ανήλθε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο το 1679 ή λίγο αργότερα. Διατήρησε το αξίωμα του αρχιεπισκόπου Κύπρου για 10 περίπου χρόνια, μέχρι και το 1689. Διάδοχός του ήταν ο αρχιεπίσκοπος Γερμανός Β΄ .
Στο ένα από τα δυο έγγραφα, σημειώνεται:
Γράμμα συνοδικόν περί τῆς σεβασμίας Μονῆς τοῦ Κύκκου, ἵνα εἴη ἀκαταπάτητον καί ἀνενόχλητον, ὡς σταυροπηγιακόν, χειρός τινος πλεονέκτιδος, ἀρκουμένου καί τοῦἈρχιεπισκόπου Κύπρου τῷ κανονικῷ αὐτοῦ μνημοσύνῳ, ὅπερ ἐπιβεβαιώθη καί παρά τῶν μετά τόν Νικηφόρον ἀρχιεπισκόπων, τοῦ Χριστοδούλου φημί καί Ἰακώβου, Γερμανοῦ, Ἰακώβου καί Σιλβέστρου καί τοῦ νῦν κύρ φιλοθέου...
Παρεμφερές είναι και το δεύτερο έγγραφο. Καταφαίνεται ότι ο Ιάκωβος Α΄ ανήλθε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο μετά τον Χριστόδουλο και πριν από τον Γερμανό Β΄. Η παράλειψη του ονόματος του αρχιεπισκόπου Ιλαρίωνος Κιγάλα ίσως να οφείλεται σε διαγραφή και αποκήρυξή του επειδή είχε εκλατινιστεί.
Το όνομα του αρχιεπισκόπου Ιακώβου απαντάται και σε μερικά άλλα έγγραφα. Ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός ( Ιστορία Χρονολογική... 1788, σ. 314), αναφέρει ότι πήγε στην Κωνσταντινούπολη σε μια προσπάθεια να επιτύχει ελάττωση των φόρων.