Έχουν και τα λουλούδια την ιστορία τους και τα ονόματά τους πολλές φορές, έστω παρεφθαρμένα, εμπλουτίζουν την κυπριακή διάλεκτο. Γνωρίζουμε, για παράδειγμα, ότι η γνωστή μας μπουκαμβίλια που στολίζει τα σπίτια με τα πλούσια και φωτεινά άνθη, είχε ανακαλυφθεί από τον Γάλλο βοτανολόγο Philibert Commerson στο Rio de Janeiro, το 1760, στη Βραζιλία. Το λουλούδι αυτό, ωστόσο, φέρει το όνομα μπουκαμβίλια γιατί εισήχθη στην Ευρώπη από τον Louis de Bouquenville. Στο Ριζοκαρπασο η παραδοσιακή μπουκαμβίλια με το ωραιότατα και αυτοκρατορικά σε χρώμα μωβ λουλούδια της ονομαζόταν Γιαννής και δεν μπορούσα από τότε να καταλάβω προς χάρη ποιου Ιωάννη ή Γιάννη ή Γιαννή είχε δοθεί στην μπουκαμβίλια αυτό το όνομα. Πολύ πιθανό αυτός που πρώτος έφερε στην κωμόπολή μας τη μπουκαμβίλια να ήταν κάποιος Γιαννής.
Τα ωραία ματσικόριδα της Κύπρου, ή ματσιγκόρτες όπως ονομάζονται στο Ριζοκάρπασο, είχαν συγκινήσει τους Φράγκους Lusignan όταν η Κύπρος έγινε το βασίλειό τους. Ας σημειωθεί ότι το όνομα του λουλουδιού ματσικόριδα ή ματσιγκόρτες έχει ετυμολογηθεί από το επίθετο της Παναγίας misericordia, δηλαδή ελεούσα. Η Παναγία άλλωστε έχει συνδεθεί και με τον ευώδη κρίνο, ο οποίος απαντά σε έργα τέχνης όπου ο Αρχάγγελος Γαβριήλ της προσφέρει αντί κλαδί ελιάς, λευκό ευώδη κρίνο. Οι απεικονίσεις του Ευαγγελισμού της Παναγίας με τον Αρχάγγελο Γαβριήλ να της προσφέρει τον λευκό και ευώδη κρίνο έχει επικρατήσει αν και σε καμιά πηγή δεν αναφέρεται κάτι τέτοιο σε σχέση με τη θεία σύλληψη. Ο γνωστός ως κρίνος της Παναγίας ή ρόδο της Ήρας, αφού σύμφωνα με τη μυθολογία το φυτό βλάστησε από μία σταγόνα του γάλακτός της, απαντά και στο βασιλικό οικόσημο της Γαλλίας. Επακριβώς το οικόσημο αυτό φέρει τρία ενωμένα κρίνα γι΄αυτό και ονομάζεται fleur de Lis de France. Ας σημειωθεί, επίσης ότι το fleur de Lis στην Κύπρο εκ παραφθοράς και πάλι λέγεται βουρδουλίσι.
Ο νάρκισσος, όπως είναι το επιστημονικό όνομα του λουλουδιού, πιστεύεται ότι συμβολίζει το τέλος του χειμώνα, γι΄αυτό είναι συνώνυμο με την ‘Ανοιξη και συμβολίζει την αναγέννηση. Στην Κίνα πιστεύουν ότι εάν ανθίσει ο νάρκισσος την Πρωτοχρονιά θα φέρει πλούτο και ευτυχία. Σύμφωνα, ωστόσο, με την αρχαία ελληνική μυθολογία το άνθος αυτό συμβολίζει την εγωπάθεια, τη ματαιοδοξία και την αλαζονεία από το όνομα του Νάρκισσου, ενός ωραίου νέου κυνηγού που κοιτούσε το είδωλό του μέσα στα νερά μιας λίμνης και αυτοθαυμαζόταν για το κάλλος του, ώσπου τιμωρήθηκε με το να περιπέσει σε μαρασμό και να πεθάνει. Στον χώρο, σύμφωνα πάντα με την μυθολογία, που έπεσε νεκρός ο Νάρκισσος φύτρωσε το ευώδες αυτό άνθος, που έλαβε το όνομά του. Γι΄αυτό η ωραιοπάθεια καλείται ναρκισσισμός και η έννοια του όρου διαδόθηκε από τον Σίγκμουντ Φρόυντ ενώ όσοι χαρακτηρίζονται από ωραιοπάθεια και εγωκεντρισμό καλούνται ναρκισσιστές.
Οι νάρκισσοι, δηλαδή τα ματσικόριδα μας, όπως είναι γνωστά σε μας, έχουν διάφορα ονόματα σε άλλα μέρη του ελλαδικού χώρου. Τα βολβώδη αυτά άνθη στην Κρήτη ονομάζονται μανουσάκια, στη Ζάκυνθο ζαμπάκια, βούτσινα στο Μεσολόγγι, ίτσα στη Λαμία, γκρίζα στη Χαλκίδα κ.ά.. Οι Κούρδοι και οι Ουαλλοί θεωρούν τους νάρκισσους ως εθνικό τους άνθος. Η ομορφιά του λουλουδιού αυτού και η λεπτή μεθυστική μυρωδιά του ενέπνευσε γραφίδες και χρωστήρες. Στην αρχαία Ελλάδα, σύμφωνα με τον Παυσανία, από τους νάρκισσους και συγκεκριμένα από το είδος του κυπελλοφόρου νάρκισσου παρασκευαζόταν το «ναρκίσσινον μύρον».
Έχει υποστηριχθεί ότι στην Κύπρο κατά τη Φραγκοκρατία, χωρίς ωστόσο να έχουμε επαρκή στοιχεία, παρασκευάζονταν αρώματα με κύρια συστατικά τους το άρωμα από τα ευώδη άνθη της, αναμφισβήτητα και από τα ματσικόριδά της, και γενικά από τη χλωρίδα της. Στις αρχές άλλωστε του 15ου αιώνα όταν έφθασε στην Κύπρο ο μαρκήσιος της Φεράρας Νικόλαος Γ´ Έστε και φιλοξενήθηκε από τον βασιλιά Ιανό εντυπωσιάστηκε από τα πολλά αρώματα, που υπήρχαν στα πολυτελή λουτρά των Lusignan. Αναφέρεται μάλιστα όταν μιλά για τα αρώματα στα πουλάκια της Κύπρου, γεγονός που μπορεί εύλογα να ερνηνευθεί ως κουτάκια σε σχήμα πουλιού όπου μέσα τοποθετούσαν άρωμα σε σκόνη ίσως και σε άλλη μορφή. Αλλά και στις αρχές του 18ου αιώνα είχαν αποσταλεί από τους αγρούς της κυπριακής γης πεντακόσιοι βολβοί ματσικόριδων στη Γαλλία για να εμπλουτιστούν με αυτά τα μοναδικά και με το εξαίσιο άρωμά τους άνθη, οι βασιλικοί κήποι στο Παρίσι. Αναλογιζόμαστε πολλές φορές ότι κάθε φορά που χρησιμοποιούμε κάποιο γαλλικό άρωμα ίσως η σκέψη μας ταξιδεύει ότι σ΄αυτό το άρωμα να υπάρχει και το DNA της Κύπρου. Και τούτο διότι οι πεντακόσιοι βολβοί των ματσικόριδών μας που μεταφέρθηκαν στη Γαλλία, οπωσδήποτε πολλαπλασιάστηκαν στο διάβα των αιώνων και σήμερα θα καλύπτουν τεράστιες εκτάσεις με φυτείες από νάρκισσους κυπριακής καταγωγής. Και από τα άνθη ασφαλώς των λουλουδιών αυτών θα συλλέγεται το δικό τους άρωμα ως βάση για την παρασκευή πολλών αρωμάτων.
Αττεμπερούζια
Πριν από αρκετά χρόνια μας πληροφόρησαν για ένα κυπριακό μεσαιωνικό χειρόγραφο, το οποίο βρίσκεται σε μια γερμανική βιβλιοθήκη με ένα δίστιχο. Στο δίστιχο αυτό είχε προβληματίσει μία λέξη που αν και εμφανώς ο αναγνώστης αντιλαμβανόταν ότι επρόκειτο για κάποιο λουλούδι, ωστόσο, δεν κατέστη δυνατό να ερμηνευθεί ποιο ήταν αυτό το λουλούδι. Ζητήθηκε η βοήθειά μας και αποδυθήκαμε τότε σε έρευνα γύρω από τα ονόματα των λουλουδιών για το συγκεκριμένο άνθος στα λατινικά αλλά και στις άλλες κύριες ευρωπαῑκές γλώσσες και φθάσαμε σε αίσιο αποτέλεσμα. Το άγνωστο μέχρι τότε για μας λουλούδι ήταν το αττεμπερούζι και στο μεσαιωνικό κυπριακό δίστιχο υμνείται τα αττεμπερούζι της Φραγκιάς(Γαλλίας) και το ρόδο της Εγγλιτέρας (Αγγλίας).
« Αττεμπερούζιν της Φραντζιάς
Ρόδον της Εγγλιτέρας».
ελικά η έρευνά μας κατέδειξε ότι το υπέροχο λευκό και ευώδες άνθος του βολβόριζου φυτού είναι σύμφωνα με την επιστημονική του ονομασία το πολιοανθές το βολβόριζον και ανήκει στην τάξη των Αμαρυλλιδωδών και πρόκειται για το κοινώς διατσέντο. Στη λατινική καλείται polianthes tuberosa, στη γαλλική tubéreuse, στην αγγλική tuberose. Εκ παραφθοράς του γαλλικού tubéreuse αναφέρεται ως τεμπερόριζα και στην κυπριακή κατά τον ίδιο τρόπο ως αττεμπερούζιν ή και πιπερούζιν. Το πολιοανθές το βολβόριζον ή αττεμπερούζι είναι φυτό ποώδες, πολυετές, τόσο κοσμητικό όσο και μυρεψικό. Πρόκειται για ιθαγενές του Μεξικού και καλλιεργείται για τα λευκά και ευωδέστατα άνθη του. Εκτενής καλλιέργεια του γίνεται στην πόλη Grasse της Νότιας Γαλλίας, η οποία είναι γνωστή και ως πόλη των αρωμάτων. Στην ίδια πόλη άλλωστε δημιουργήθηκε και το θρυλικό άρωμα chanel no.5 και στην ίδια πόλη εδρεύουν μεγάλες εταιρείες αρωματοποιῒας.
To αττεμπερούζιν ή πιπερούζιν ή και τουμπερόζα είναι γνωστό με το όνομα διατσέντο στα Επτάνησα και στα νησιά του Αιγαίου όπου καλλιεργείται ευρέως εκτός όμως της Κρήτης. Το ευωδέστο άνθος του φυτού πολιοανθές το βολβόριζον ή κονδυλόριζον αλλιώς υάκινθος και στην ιταλική giacinto, ανάγεται μέσω του λατινικού hyacinthus, στον υάκινθο. Ένα ροδίτικο δημοτικό τραγούδι αναφέρεται στο διατσέντο (αττεμπερούζιν). « Διατσέντο μου στην ομορφιά /ρόδο μου στην ασπράδα». Και ο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος στο Βιβλίο της Αυτοκράτειρας Ελισάβετ έγραψε για «ευτυχισμένα ανθοκρέβατα γεμάτα ρόδα και διατσέντα». Στα Επτάνησα, όπως αντιλαμβανόμαστε επειδή το άνθος φαίνεται να ήρθε μέσω της Ιταλίας είναι γνωστό ως διατσέντο ενώ στην Κύπρο επειδή μας ήρθε μάλλον από τη Γαλλία διατήρησε εκ παραφθοράς το γαλλικό όνομα σε αττεμπερούζι.
Το χειρόγραφο στο οποίο υπάρχει το μεσαιωνικό κυπριακό δίστιχο με αναφορά στο αττεμπερούζι φαίνεται να μεταφέρθηκε στη Γερμανία μετά την οθωμανική κατάκτηση της Κύπρου. Η πηγή αυτή μαρτυρεί ότι το αττεμπερούζιν ήταν γνωστό από τα χρόνια της Φραγκοκρατίας και όπως προαναφέρθηκε θα είχε εισαχθεί στην Κύπρο από τη Γαλλία κατά τον 15ο αιώνα. Παρεμπιπτόντως αναφέρουμε εδώ και τον κουμανταντά, ένα σπάνιο είδος εσπεριδοειδούς που απαντά στην Κύπρο και αναπτύχθηκε και πολλαπλασιάστηκε εδώ ήδη από την εποχή των Lusignan. Το όνομά του προέρχεται οπωσδήποτε εκ παραφθοράς από τη γαλλική λέξη commandateur, όπως και η κουμανταρία, το μεθυστικό κρασί της Κύπρου, από την commanderie.
Νέα και ενδιαφέροντα στοιχεία για το αττεμπερούζι έχουμε αντλήσει από ένα χειρόγραφο που ανακάλυψε ο γνωστός παλαιογράφος και διευθυντής του Ιστορικού και Παλαιογραφικού Αρχείου της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος κ. Αγαμέμνονας Τσελίκας. Το αττεμπερούζι έχει μακρά ιστορία και τα πέταλά του δεν χρησιμοποιούνται όπως σήμερα μόνο στην αρωματοποιία και στην παρασκευή μυρεψικού αιθέριου ελαίου, αλλά όπως πληροφορούμαστε από το πιο πάνω χειρόγραφο και για την παρασκευή δροσιστικού αρωματικού νερού. Στους περασμένους αιώνες, σύμφωνα με το χειρόγραφο, τα πέταλα της τουμπερόζας- έτσι αναφέρεται εδώ το δικό μας αττεμπερούζι- τα χρησιμοποιούσαν για την παρασκευή ενός δροσιστικού και αρωματισμένου νερού, ενός πρόδρομου, θα μπορούσαμε να πούμε, των σύγχρονων αναψυκτικών ή φρουτοχυμών ή μάλλον ανθοχυμών. Σύμφωνα με τη συνταγή της μαγειρικής ο δροσιστικός και αρωματικός ανθοχυμός παρασκευαζόταν όχι μόνο με τα πέταλα της τουμπερόζας αλλά και με τα πέταλα των ρόδων και μπορεί κάποιος να φανταστεί τι άρωμα εξαίσιο θα είχε αυτός ο ανθοχυμός, δηλαδή αυτός ο συνδυασμός του αρώματος των ρόδων και της τουμπερόζας. Ιδού όμως και η συνταγή στη γλώσσα της εποχής. Η συνταγή έχει τον εξής τίτλο: « Νερό των γιονκήλιων, ήγουν τριανταφύλλων και τουμπερόζων»
«Ένα καλό πιάσμα από ένα από αυτά τα άνθη βάλτ’τα εις το νερό οπού έχεις την ζάχαρη λειωμένη. Τζαλκάντισέ(ανακάτεψέ) τα πότες και πότες, άφες τα να μουσκέψουν μισή ημέρα ή περισσότερο και μετά ταύτα στράγγισέ τα».
ΝΑΣΑ ΠΑΤΑΠΙΟΥ