Θεόφραστος

Image

Αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Καταγόταν από την Ερεσσό της Λέσβου και διακρίθηκε ως μαθητής του Αριστοτέλη. Ο Θεόφραστος, που έζησε από το 372 περίπου μέχρι το 287 π.Χ., υπήρξε ο πρώτος διάδοχος του δασκάλου του, διηύθυνε το Λύκειο για 34 χρόνια και δίδαξε πάνω από δυο χιλιάδες μαθητές. Από τα πολυάριθμα έργα που έγραψε σώθηκαν μερικά μόνο. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονται τα Περί φυτῶν ἱστορίας και Περί φυτῶν αἰτιῶν, που τον καθιστούν πατέρα της φυτολογίας. Επίσης τα Περί λίθων (ορυκτολογία) και Περί ὀσμῶν. Πολύ γνωστό είναι και το έργο του Χαρακτῆρες, όπου ο Θεόφραστος ηθογραφεί αριστοτεχνικά τους ανθρώπινους χαρακτήρες και αποκαλύπτει τη βαθιά του γνώση για την ανθρώπινη ψυχή.

 

Στα σωθέντα έργα του περιέχονται και αρκετές πληροφορίες για φυτά και ορυκτά της Κύπρου. Στο Περί φυτῶν ἱστορίας γράφει ότι τα δέντρα των δασών της Κύπρου ήσαν θαυμαστά για το ύψος και το πάχος τους. Αυτό οφειλόταν, κατά τον φιλόσοφο, στο ότι οι βασιλιάδες του νησιού δεν τα έκοβαν επειδή ήθελαν να τα διαφυλάξουν αλλά και γιατί ήταν δύσκολη η μεταφορά τους. Έτσι το ύψος τους έφθανε μέχρι τις δεκατρείς οργιές, όπως ήταν το δέντρο που έκοψαν για να κατασκευάσουν την «ενδεκήρη» (πλοίο με έντεκα σειρές κουπιά) του Δημητρίου Πολιορκητή. Το ξύλο των δέντρων των κυπριακών δασών ήταν επίσης λείο, χωρίς ρόζους. Από τα δασικά αυτά δέντρα οι Κύπριοι χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή πλοίων όχι τα κοινά πεύκα αλλά τα ήμερα (κουκουναριές) γιατί τα θεωρούσαν καλύτερα για το σκοπό αυτό.

 

Άλλα δέντρα της κυπριακής χλωρίδας που αναφέρει ο Θεόφραστος είναι ένα είδος φοινικιάς, που ευδοκιμούσε πολύ στην Κύπρο, χαμηλής στο ύψος αλλά πολύ πιο καρποφόρας από τις ψηλές. Η κυπριακή αυτή φοινικιά καρποφορεί σε μικρή ηλικία, μόλις γίνει τριών χρόνων. Υπάρχει ακόμη στο νησί, αναφέρει, ένα άλλο είδος φοινικιάς που δεν ωριμάζει τον καρπό της, ο οποίος εν τούτοις και ωμός είναι πολύ εύγευστος. Ένα άλλο είδος έχει πιο πλατιά φύλλα και κάμνει φοινίκια μεγάλα σαν ρόδια αλλά στενόμακρα και όχι πολύ ζουμερά, για τούτο δεν τα καταπίνουν, αλλά τα μασούν και τα φτύνουν.

 

Η κυπρία συκή, όπως λεγόταν στην Κρήτη, είναι ένα δέντρο με κορμό όμοιο με της λεύκας και φύλλα όμοια με της φτελιάς. Η κυπριακή αυτή συκιά καρποφορεί τέσσερις φορές το χρόνο κι οι καρποί της βλασταίνουν πάνω στον κορμό και τα χοντρά κλαδιά. Οι καρποί αυτοί δεν ωριμάζουν αν δεν χαραχθούν και τρέξει ο χυμός τους.

 

Ενδιαφέροντα είναι και τα όσα ο Θεόφραστος αναφέρει για το λεγόμενο κυπριακό σκόρδο, που έχει μεγάλο μέγεθος, καθώς και για ένα είδος κυπριακού πλατανιού που δεν είναι φυλλοβόλο και βγάζει τους νέους βλαστούς του μόνο μετά την εμφάνιση στον ουρανό του Σείριου, ενός λαμπρού άστρου στον αστερισμό του Κυνός.

 

Στο Περί ὀσμῶν έργο του, μιλώντας για τα αρώματα που γίνονται από διάφορα μέρη των φυτών (ρίζες, ξύλο, κλαδιά, ρητίνη, καρπούς, φύλλα, ανθούς), γράφει για το φυτό οἰνάνθη, που φύτρωνε στα ορεινά μέρη της Κύπρου. Η κυπριακή οἰνάνθη είναι, κατά τον Θεόφραστο, πολύ ευώδης, για τούτο χρησιμοποιείται στην κατασκευή αρωμάτων, ενώ αντίθετα η οἰνάνθη που φυτρώνει στην υπόλοιπη Ελλάδα είναι άοσμη και απ* αυτήν δεν γίνεται μυρωδικό.

 

Σημαντικές είναι οι πληροφορίες που δίνει ο Θεόφραστος και για τους Ἀδώνιδος κήπους, για αδύνατα δηλαδή και λιγόζωα φυτά σε γλάστρες. Τα φυτά αυτά, ανάμεσα στα οποία αναφέρει ειδικά το ἀβρότονον, φυτεύονταν σε πήλινα δοχεία, άνθιζαν γρήγορα και πάλι γρήγορα μαραίνονταν, συμβολίζοντας τη σύντομη ζωή του Άδωνι.

 

Στο Περί λίθων έργο του, κάνοντας λόγο για τα κυπριακά ορυκτά, ο Θεόφραστος σημειώνει ότι από τα χαλκωρυχεία της Κύπρου εξάγεται και ψευδής σμάραγδος, που βρίσκεται άφθονος σε φυσική κατάσταση. Στα ίδια ορυχεία, προσθέτει, βρέθηκε κάποτε και πέτρα που ήταν μισή σμαράγδι και μισή ίασπις. Αναφέρει ακόμη ότι από τα τρία είδη του κυάνου το ένα είναι ο κυπριακός κύανος, και ότι στην Κύπρο βρισκόταν πολύς γύψος σε πολύ μικρό βάθος στο έδαφος. Ο γύψος αυτός, που είχε μεγάλη συνεκτική δύναμη, εχρησιμοποιείτο στις οικοδομές. Από την περιγραφή ωστόσο που του κάνει ο Θεόφραστος, φαίνεται ότι συγχύζει το γύψο με τον ασβέστη.

 

Υπάρχουν ακόμη πληροφορίες από άλλους συγγραφείς που σχετίζουν τον Θεόφραστο με την Κύπρο. Ο Πλούταρχος, στα Ἠθικά του (78Ε), γράφει ότι ο Κύπριος φιλόσοφος Ζήνων (333-261 π.Χ.) είπε για τον Θεόφραστο που θαυμαζόταν για τον μεγάλο αριθμό των μαθητών του: «Εκείνου η χορωδία είναι μεγαλύτερη, αλλά η δική μου είναι αρμονικότερη». Τέλος ο πατριάρχης Φώτιος στο Λεξικόν του δίνει την πληροφορία ότι στα έργα του Θεοφράστου περιλαμβανόταν και σύγγραμμα με τον τίτλο Περί βασιλείας Κυπρίων.