Πόλη της Κύπρου και έδρα επισκόπου σύμωνα με τα Πρακτικά της Δ' Οικουμενικής Συνόδου της Χαλκηδόνος (451 μ.Χ.). Όπως αναγράφεται στα Πρακτικά, στη Σύνοδο της Χαλκηδόνος πήρε μέρος και ο Σωτήρ, επίσκοπος Θεοδοσιανής, που εκπροσώπησε και τους επισκόπους Ηλιόδωρον (της Αμαθούντος) και Προεχίον (της Αρσινόης): «Soter Theodosianae civitatis, agens vices Heliodori episcopi Amathuntis et Proechii episkopi Arsinoes...»
Αλλού πάλι η Θεοδοσιανή αναφέρεται ως Θεοδοσιάς, της οποίας την επισκοπική έδρα κατείχε ο Ιωάννης. Φαίνεται ότι η ονομασία Θεοδοσιάς χρησιμοποιήθηκε κυρίως επί ημερών του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ηρακλείου (610-641 μ.Χ.).
Διάφορες υποθέσεις έγιναν κατά καιρούς σχετικά με την κυπριακή πόλη Θεοδοσιανήν ή Θεοδοσιάδα, η οποία δεν ανευρίσκεται σε άλλες πηγές ή σε καταλόγους των αρχαίων κυπριακών πόλεων. Ωστόσο η εξήγηση βρίσκεται σε αναφορά στο Βίο του αγίου Σπυρίδωνος που έγραψε ο επίσκοπος Πάφου Θεόδωρος (7ος αιώνας). Ο Βίος εξεδόθη για πρώτη φορά το 1901 στην Αθήνα από τον Σπ. Παπαγεώργιον. Σε αναφορά στο Βίο για τον πιο πάνω αναφερόμενο επίσκοπο Ιωάννη, σημειώνεται ότι αυτός έγινε ἐπίσκοπος Θεοδοσιάδος, ἥτοι Νέας πόλεως τῆς Κυπρίων ἐπαρχίας...
Η διευκρίνιση ότι η Θεοδοσιάς ήταν η Νέα πόλις τῆς Κυπρίων [βυζαντινής] ἐπαρχίας, που κατέλιπε ο Πάφου Θεόδωρος, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η αναφερόμενη πόλη Θεοδοσιανή ή Θεοδοσιάς ήταν η Νέα Πόλις ή Νεάπολις, η αργότερα αναφερόμενη Νεμεσός, δηλαδή η Λεμεσός. Είναι πολύ πιθανό ότι η πόλη της Λεμεσού είχε κατά τον 5ο μ.Χ. αιώνα ονομαστεί Θεοδοσιανή προς τιμήν ενός από τους Θεοδοσίους, αυτοκράτορες του Βυζαντίου, ίσως του Θεοδοσίου Α'.
Η Θεοδοσιανή φαίνεται ότι ήταν τότε επισκοπή, υπαγόμενη στη μητρόπολη Αμαθούντος. Η εξήγηση που δόθηκε από παλαιότερους ερευνητές ότι πιθανώς η αναφερόμενη στα Πρακτικά της συνόδου του 451 Θεοδοσιανή δεν ήταν κυπριακή πόλη ή και επισκοπική έδρα, δεν ευσταθεί. Δεν ήταν, εξάλλου, λογικό Κύπριοι ιεράρχες να αντιπροσωπεύονται σε οικουμενική σύνοδο από μη Κυπρίους ιεράρχες.