Νταμάλ Μεχμέτ Μίτας (Cemal Mehmed Midas). Διαβόητος Τουρκοκύπριος εγκληματίας, φυγόδικος τη δεκαετία του ’40 στην Κύπρο. Γεννήθηκε στο χωριό Βρέτσια της επαρχίας Πάφου.
Η ιστορία του Μίτα ξεκινά το 1937 όταν καταδικάζεται σε ποινή φυλάκισης για κλοπή ζωών. Τέσσερα χρόνια μετά την αποφυλάκισή του, στις 11 Οκτωβρίου 1941, αποφάσισε να πάρει το αίμα του πίσω και να δολοφονήσει τον μουχτάρη Βρετσιών Χασάν Καρά Μεχμέτ ( Καραμεχμέτ) αφού τον θεωρούσε υπαίτιο για τη φυλάκιση του.
Αμέσως μετά τη δολοφονία κατέφυγε στα βουνά κι από τότε έμεινε καταζητούμενος για πέντε χρόνια. Ο Τζεμάλ Μίτας, δεν αργεί να δημιουργήσει τη δική του ληστοσυμμορία, η οποία έμελλε να κατακτήσει μία θέση στον κατάλογο των πιο γνωστών συμμοριών στην ιστορία του κυπριακού εγκλήματος. Μέλη της ήταν διάφοροι εγκληματίες της γύρω περιοχής που καταζητούνταν για φόνους και ζωοκλοπές. Ανάμεσα σε αυτούς ο Αντώνης Γρηγορής από την Πάφο, ο οποίος είχε δολοφονήσει τον σύζυγο της ερωμένης του. Με τα όπλα τους τρομοκρατούσαν τους κατοίκους των γύρω περιοχών. Οι καταζητούμενοι της Πάφου αυξάνονταν και διέφευγαν στα βουνά, όπου μπορούσαν να κρυφτούν. Όλοι μαζί δημιούργησαν ένα συνδικάτο εγκλήματος που τρομοκρατούσε την Κύπρο για περίπου μία πενταετία.
Ο Μίτας κατάφερνε να κατεβαίνει από τα βουνά και να πηγαίνει σε διάφορα καφενεία όπου συζητούσε με τον κόσμο αλλά και αστυνομικούς, χωρίς ωστόσο αυτοί να γνωρίζουν ποιος είναι, ενώ εργαζόταν στα δημόσια έργα με διαφορετικό όνομα και πληρωνόταν κανονικά χωρίς να αντιληφθεί κανένας οτιδήποτε.
Ο μουχτάρης των Βρετσιών, Μουλαλής, ενοχλημένος από τη δράση του Μίτα ξέσπασε στην αδελφή του με αποτέλεσμα ο Μίτας να τον δολοφονήσει. Ακολούθως ο διαβόητος εγκληματίας συνέχισε με βιασμούς πολλών γυναικών, μια εξ’ αυτών ήταν η σύζυγος και του χότζα των Βρετσιών. Ο Μίτας δεν άφηνε κανένα ατιμώρητο που προσπαθούσε να βοηθήσει την αστυνομία για τη σύλληψή του. Ενδεικτική η περίπτωση του κουνιάδου του Χουσεϊν Χαλίλ, ο οποίος πήγε να βοηθήσει την αστυνομία με αποτέλεσμα ο Μίτας να τον σκοτώσει με όπλο και σαν ενθύμιο να πάρει και το κεφάλι του.
Η δράση του ήταν πονοκέφαλος για τις αρχές. Όσο η εγκληματική του δράση αυξανόταν, τόσο πείσμωναν και το κυνήγι γινόταν πιο εντατικό. Οι αρχές βρέθηκαν πολύ κοντά στο να τον συλλάβουν, αλλά πάντα κατάφερνε να ξεφεύγει. Για να διαφύγει της σύλληψης, χρησιμοποιούσε τους πιο ευφάνταστους τρόπους. Μάλιστα γύρω στο 1942 κατάφερε να ξεφύγει από τον κλοιό της αστυνομίας ντυμένος χανούμισσα.
Κατά την περίοδο της φυγοδικίας του στο δάσος της Πάφου διαπράχθηκαν 30 εγκλήματα για τα οποία θεωρήθηκε υπεύθυνος ο Μίτας. Σε περιοχή έξω από το χωριό Βρέτσια υπάρχει παλιός νερορόμυλος που ονομάζεται "ο νερόμυλος του Μίτα".
Επεισοδιακή σύλληψη
Στις 4 Μαρτίου 1946, μετά από ανταλλαγή πυρών με την Αστυνομία, ο Μίτας τραυματίστηκε βαριά στην ωμοπλάτη. Για έντεκα ημέρες κρυβόταν σε έναν αχυρώνα στο χωριό Αλέκτορα. Στις 11Μαρτίου ο Μίτας τελικά προδόθηκε. Στις 16 Ιουλίου ο φυγόδικος καταδικάστηκε σε απαγχονισμό. Ένα από τα δημοσιεύματα της εποχής στην εφημερίδα της Cyprus Mail στις 21 Μαρτίου του 1946, αποκάλυπτε πως οι αρχές είχαν φτάσει στον Μίτα έπειτα από τις πληροφορίες που τους έδωσε η ερωμένη του. Το δημοσίευμα έφερε μεγάλη ταραχή στις αστυνομικές αρχές. Για πρώτη φορά εξέδωσαν εγκύκλιο. Σ΄αυτήν τονιζόταν η ανάγκη διατήρησης εμπιστευτικότητας για κάθε παρεχόμενη πληροφορία προς την Αστυνομία.
Στις 29 Οκτωβρίου, ο άπιαστος Μίτας κατευθυνόταν στην αγχόνη. Το όνομά του, το θράσος του και η επιδεξιότητά του, συνδέθηκαν στην κοινή μνήμη του νησιού με το «άπιαστο». Αν και στην πραγματικότητα και πιάστηκε και κρεμάστηκε. Ο ίδιος δήλωσε στο Δικαστήριο “Πιστεύω στο Θεό ότι θα μου δοθεί δικαιοσύνη”.
Έπκιασεν τον Μίταν
Παρά το γεγονός ότι η αστυνομία πολλές φορές έφθασε κοντά στη σύλληψή του, εντούτοις ο Μίτας κατάφερνε πάντα να ξεφεύγει. Κι ο κόσμος ρωτούσε: «Επκιάσασιν τον Μίταν;». Και, σε κάθε νέα προσπάθεια των Βρετανών, ξαναρωτούσε: «Επκιάσασιν τον Μίταν;».
Έκφραση που χρησιμοποιούμε μέχρι σήμερα για να εκφράσουμε με υπερβολή πως όταν κάποιος προσπαθεί να πετύχει ή να πάρει κάτι, ουσιαστικά στο τέλος δεν θα τα καταφέρει. Θα φύγει, δηλαδή, με άδεια χέρια. Εν ολίγοις, η έκφραση «έπκιασεν τον Μίταν» σημαίνει «δεν πέτυχε τίποτα».
Βιβλιογραφία: