Θέατρο

Image

Η λέξη θέατρο έχει προέλευση αρχαία ελληνική και προέρχεται από το ρήμα θεάομαι, που σημαίνει βλέπω, παρακολουθώ. Το θέατρο, εξάλλου, με τη μορφή που το ξέρουμε σήμερα, διαμορφώθηκε στην αρχαία Ελλάδα, ιδιαίτερα στην Αθήνα, κατά τον 6ο π.Χ. αιώνα και απετέλεσε εξέλιξη των λατρευτικών τελετών προς τιμήν του θεού Διονύσου, κατά τις οποίες ο διθύραμβος ήταν αρχικά ένα είδος ύμνου που βασιζόταν στον αυτοσχεδιασμό και που αργότερα έγινε περισσότερο πολύπλοκος με την προσθήκη πολλών άλλων σημαντικών θεατρικών στοιχείων όπως οι υποκριτές. Η αρχή της αρχαίας αττικής τραγωδίας συνέβη με τη σύζευξη δυο διαφορετικών ειδών ποίησης, της λυρικής και του ιάμβου.

 

Βλέπε λήμμα: Διόνυσος

 

Τον ορισμό της τραγωδίας καθορίζει ο Αριστοτέλης ως εξής:

 

... Ἔστιν οὖν τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καί τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένω λόγῳ χωρίς ἑκάστῳ τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καί οὐ δι' ἀπαγγελίας, δι' ἐλέου καί φόβου περαίνουσα τήν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν...

 

Είναι, δηλαδή, η τραγωδία μια μίμηση πράξεως σπουδαίας και τελείας, που έχει μέγεθος ηδυσμένο με λόγο και με ξεχωριστό το κάθε είδος ηδύσματος στα μέρη της, που παρουσιάζεται με δράση κι όχι με απαγγελία και πραγματοποιεί, με το έλεος και τον φόβο, την κάθαρση από τα ανάλογα παθήματα.

 

Γενικότερα, το θέατρο όπως εξελίχθηκε, μπορούμε να το καθορίσουμε ως την παραγωγή ζωντανών απεικονίσεων συμβάντων παραδοσιακών ή φανταστικών ανάμεσα σε ανθρώπους, με σκοπό την τέρψη και την επιμόρφωση των θεατών.

 

Κλασική Ελλάδα

Στην κλασική Ελλάδα τα είδη του θεάτρου διακρίνονταν βασικά σε τραγωδία (με κορυφαίους εκπροσώπους της τον Ευριπίδη, τον Αισχύλο και τον Σοφοκλή) και σε κωμωδία (με κυριότερο εκπρόσωπό της τον Αριστοφάνη). Το σατιρικό δράμα είναι βασικό επίσης υποείδος, ενώ αργότερα ο Μένανδρος εκπροσωπεί μια καινούργια θεατρική έκφραση στην κωμωδία, γνωστή ως νέα αττική κωμωδία. Επόμενος βασικός σταθμός στην εξέλιξη του αρχαίου θεάτρου ήταν η ρωμαϊκή κωμωδία (με κύριο εκπρόσωπό της τον Τίτο Μάκκιο Πλαύτο που ακολουθήθηκε από τον Πούμπλιο Τερέντιο Άφρο) και η ρωμαϊκή τραγωδία (με κύριους εκφραστές τον Έννιο, τον Πακούβιο και τον Άκκιο, που δεν σώθηκε κανένα έργο τους, και τον Σενέκα).

 

Μεσαίωνας

Κατά το Μεσαίωνα, κύριο χαρακτηριστικό του διδασκόμενου θεάτρου ήταν η έντονη θρησκευτικότητα, στοιχείο που κυριαρχούσε, εξάλλου, και στις λοιπές τέχνες. Η Αναγέννηση δημιούργησε στην Ιταλία κατά τις αρχές του 17ου αιώνα την κομέντια ντελ’ άρτε με βασικούς χαρακτήρες τον φιλάργυρο γέρο, τον αστείο κι έξυπνο δούλο, τον μηχανορράφο δούλο, τον κομπογιαννίτη γιατρό, τον ερωτοκτυπημένο νέο, την επίσης ερωτευμένη νέα κλπ.

 

Η Ισπανία γνωρίζει επίσης εποχή θεατρικής ακμής (Μιγκέλ ντε Θερβάντες, Λοπέ ντε Βέγκα, Καλντερόν ντε λα Μπάρκα), όπως και η Αγγλία (Σαίξπηρ, Τόμας Κιντ, Κρίστοφερ Μάρλοου, Μπεν Τζόνσον) και η Γαλλία (Μολιέρος, Πιέβ Κορνέιγ, Ρακίνας). Στο μεταξύ, στην Ιαπωνία εξελίσσονται τρία βασικά παραδοσιακά είδη ανατολικού θεάτρου, το νο, το κιγιοτέν και το καμπούκι. Στην Ευρώπη, μετά το αναγεννησιακό θέατρο, ακολουθεί το αστικό θέατρο (18ος αιώνας), που κι αυτό ακολουθείται από το λεγόμενο ρομαντικό θέατρο, που θα το διαδεχθεί κατά τα τέλη του 19ου αιώνα το ρεαλιστικό θέατρο, καθώς και άλλα θεατρικά είδη στη συνέχεια, όπως το νατουραλιστικό και το εξπρεσιονιστικό, καθώς και το λεγόμενο θέατρο του παραλόγου του 20ού αιώνα, το επικό θέατρο, το θέατρο ντοκουμέντο κλπ.

Φώτο Γκάλερι

Image
Image