Είναι πουλιά που μοιάζουν πολύ με χαριτωμένα μικρά γλαράκια, γι' αυτό και λέγονται και γλαρόνια ή γλαρούδκια. Ανήκουν στην οικογένεια Laridae και τα είδη που απαντώνται στην Κύπρο είναι: Sterna albifrons, S. hirundo, S. sandvicensis, Chlidonias nigra, C. levcoptera, C. hybrida, Gelochelidon nilotica, Hydroprogne tschegrava.
Έχουν μακρά φτερά και ψαλιδωτή ουρά όπως του χελιδονιού, ράμφος πιο μυτερό από εκείνο του γλάρου, και σχεδόν πάντα, όταν πετούν πάνω από τα νερά των λιμνών ή των ποταμών ή της θάλασσας, κάνουν απότομη βουτιά για ν' αρπάξουν ψαράκια ή υδρόβια έντομα.
Το χρώμα τους είναι γκριζόασπρο συνήθως, αν και μερικά είδη της οικογένειάς τους παρουσιάζουν και λίγο μαύρο χρώμα ιδίως το καλοκαίρι και το φθινόπωρο. Φωλιάζουν στο έδαφος, σε νησίδες ποταμών, λιμνών και της θάλασσας, γεννούν δε 2-3 αυγά, σπανιότερα και 4. Τρέφονται με μικρά ψαράκια και υδρόβια έντομα και το μέγεθός τους είναι από 24 εκατοστόμετρα το πιο μικρό, μέχρι 53 εκατοστόμετρα το πιο μεγάλο. Από την Κύπρο περνούν όταν μεταναστεύουν, την άνοιξη και το φθινόπωρο, κάτι μερικά μένουν στο νησί όπου και διαχειμάζουν στις δυο αλυκές και σε υδατοφράκτες. Δυο από τα είδη της οικογένειάς τους, αναφέρεται ότι είχαν παλαιότερα γεννήσει στην Κύπρο (κατά την 10ετία του 1910).
Το ένα είναι το είδος S. albifrons κι είναι το μόνο θαλασσοχελιδόνι που αναφέρει ο λόρδος Λίλφορντ (Lilford) στον πρώτο κατάλογο των πουλιών της Κύπρου το 1875, όμως δεν αναφέρει να το βρήκε να φωλιάζει πουθενά, αν και τις παρατηρήσεις του τις έκανε μεταξύ Απριλίου και Μαΐου. Ο πρώτος που το αναφέρει ότι φωλιάζει στην Κύπρο είναι ο Ε. Νίκολς (Ε. Nicolls), που βρήκε φωλιές με αυγά του πουλιού αυτού στους βαλτότοπους κοντά στην Αχερίτου το 1905. Ο Σ. Μπάκνιλ (S. Bucknill)εξάλλου, αναφέρει ότι το βρήκε σε μικρούς αριθμούς στην περιοχή της Αμμοχώστου τον Μάιο του 1910 και είδε μερικές φωλιές με αυγά στις αρχές του Ιουνίου στους βαλτότοπους της Αμμοχώστου και στα νησάκια κοντά στο λιμάνι της πόλης. Από τότε δεν υπάρχουν στοιχεία ότι το πουλί αυτό φώλιασε ξανά στην Κύπρο. Τα αυγά του έχουν χρώμα ανοικτό καφέ με μαυριδερά στίγματα, έτσι που δεν φαίνονται στο έδαφος, γιατί το πουλί δεν κτίζει φωλιά αλλά ανοίγει μικρό κοίλωμα στη γη, μεταξύ των χαλικιών, όπου και γεννά. Το μέγεθός του είναι 24 περίπου εκατοστόμετρα.
Το άλλο θαλασσοχελιδόνι που κάποτε γεννούσε στην Κύπρο είναι το S. hirundo που, όπως αναφέρει και πάλι ο Νίκολς, βρήκε φωλιές του στους βάλτους κοωτά στην Αχερίτου τον Μάιο του 1905. Στον κατάλογο των πουλιών της Κύπρου που συνέταξε ο Φ.Ρ. Ζουρνταίν (F.R. Jourdain) και δημοσίευσε το 1930, αναφέρεται ότι το θαλασσοχελιδόνι αυτό υπήρχε πάντα στην Κύπρο. Ασφαλώς όμως θα πρόκειται περί λάθους, αφού μέχρι σήμερα κανένας άλλος πτηνολόγος δεν βρήκε στοιχεία ώστε να υποστηρίξει την ίδια γνώμη.
Η αποξήρανση πολλών βαλτοτόπων, και ιδίως της περιοχής Αμμοχώστου, είχε καταστροφικές συνέπειες όχι μόνο για το φώλιασμα των θαλασσοχελιδονιών, αλλά και πολλών άλλων υδροβίων και παρυδάτιων πουλιών.
Όλα τα θαλασσοχελιδόνια είναι προστατευόμενα πουλιά.