Ησαΐας αρχιεπίσκοπος

Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κατά την εποχή της Φραγκοκρατίας, ο υπ' αριθμόν 47 στον κατάλογο των Κυπρίων Ορθοδόξων αρχιεπισκόπων της ΜΚΕ.

 

Ο Λεόντιος Μαχαιράς (Χρονικόν, παρ. 30) περιλαμβάνει τον Ησαΐα στον κατάλογο των αρχιεπισκόπων Κύπρου που παραθέτει, ως 15ο στη σειρά, μετά τον αρχιεπίσκοπο Σωφρόνιο (τον Β’).

 

Ο Ιεροσολύμων Δοσίθεος (Ἱστορία τῶν ἐν Ἱεροσολύμοις Πατριαρχευσάντων, Η, 18,5) αναφέρει τον αρχιεπίσκοπο Ησαΐα, γράφοντας τα εξής:

 

... Ἐπί Μανουήλ τετάρτου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως ἐν τῇ Νικαίᾳ ᾖλθεν εἰς Νίκαιαν ὁ Κύπρου Ἀρχιεπίσκοπος Ἡσαΐας καί ἐζήτησεν ὑπό τῆς ἐκεῖσε συνόδου συγχώρησιν διά τό ὁμολογῆσαι πρός καιρόν τήν πρός τόν Πάπαν ὑποταγήν, εἰ καί βιαίως, καί διά τούς ὅρκους, οὕς ἐποίησαν οἱ Κύπριοι ἵνα μείνωσιν εἰς τόν Παπισμόν καί ἔτυχον τῆς αἰτήσεως καί ἴδε ταῦτα εἰς πλάτος ἐν τῇ νομική συναγωγή τοῦ ἐπισκοπείου Κωνσταντινουπόλεως...

 

Ο Ησαΐας, που φέρεται από αρκετούς μελετητές ως διάδοχος του αρχιεπισκόπου Κύπρου Συμεών* (ο τελευταίος αναφέρεται αλλού ως διάδοχος του Ησαΐα, αλλά εξοβελίζεται από τη σύγχρονη έρευνα), ανήλθε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κύπρου πριν από το 1220, σε μια εποχή κρίσιμη για την Ορθόδοξη Κυπριακή Εκκλησία η οποία και υφίστατο σκληρότατες διώξεις από τη Λατινική. Οι αξιώσεις των Λατίνων επί των Ορθοδόξων για πλήρη υποταγή τους στο δόγμα αλλά και στην εξουσία του πάπα, συνοδεύονταν από σκληρά μέτρα εξαναγκασμού και κωδικοποιήθηκαν σε συνέδριο Λατίνων κληρικών και φεουδαρχών που έγινε στη Λεμεσό (στις 17.10.1220). Μεταξύ πολλών άλλων, σχετικές αποφάσεις του συνεδρίου αυτού όριζαν υπακοή των Ορθοδόξων κληρικών στους Λατίνους, απαγόρευση μετακινήσεων των Ελλήνων κληρικών από τις έδρες τους, απαγόρευση χειροτονιών κληρικών χωρίς την έγκριση των φεουδαρχών, επικύρωση των εκλογών ηγουμένων των ορθοδόξων μοναστηριών από Λατίνους επισκόπους κλπ. Οι διατάξεις αυτές επικυρώθηκαν και από τον πάπα, αποτελούσαν δε μέρος μόνο των μέτρων που είχαν υιοθετηθεί κατά των Ορθοδόξων. Νέο συνέδριο των Λατίνων, στην Αμμόχωστο (στις 12.9.1222), υπό την προεδρία του περιβόητου καρδιναλίου Πελαγίου*, επισκόπου Αλβάνου, επαναβεβαίωσε τις αποφάσεις του συνεδρίου της Λεμεσού.

 

Οι Έλληνες Ορθόδοξοι ιεράρχες της Κύπρου, πλην του αρχιεπισκόπου Ησαΐα, όχι μόνο αρνήθηκαν ν' αποδεχθούν τις αποφάσεις της λατινικής συνόδου της Λεμεσού, αλλά κι αντιστάθηκαν αποφασιστικά. Δεν είναι γνωστό πόσο πολύ πιέστηκε από τους Λατίνους ο αρχιεπίσκοπος Ησαΐας, εν πάση περιπτώσει όμως απεδέχθη κατ' αρχήν, και ως κάποιο βαθμό, την κυριαρχία της παπικής Εκκλησίας και τις αξιώσεις των Λατίνων, το 1220. Φαίνεται όμως ότι η κατ’ αυτού αντίδραση των λοιπών Ορθοδόξων ιεραρχών του νησιού ήταν μεγάλη. Γι’ αυτό, μέσα στον ίδιο χρόνο, έφυγε από την Κύπρο και πήγε στη Νίκαια, όπου έδρευε τότε ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Παρουσιάστηκε στον πατριάρχη Μανουήλ και στη σύνοδο του πατριαρχείου, όπου και κατήγγειλε τα καταπιεστικά μέτρα των Λατίνων κατά των Ορθοδόξων στην Κύπρο και απ' όπου ζήτησε συγχώρεση για τη δική του ενέργεια να υποκύψει. Η συγχώρεση του δόθηκε.

 

Ωστόσο μετά την καταγγελία και τη μεταμέλειά του, οι Λατίνοι του απαγόρευσαν την επάνοδο στην Κύπρο και παρέμεινε σε εξορία, γεγονός για το οποίο οι Κύπριοι διαμαρτυρήθηκαν εντονότατα, ακόμη και με βίαιες εισόδους τους στις λατινικές εκκλησίες.

 

Διάδοχος του Ησαΐα στον αρχιεπισκοπικό θρόνο ήταν ο Νεόφυτος*, ο οποίος αρνήθηκε ν' αναγνωρίσει τις αποφάσεις των λατινικών συνόδων της Λεμεσού και της Αμμοχώστου, γι’ αυτό και υπέστη επίσης διώξεις προτού εξοριστεί και αυτός.