Η εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής στο χωριό Ζωοπηγή είναι μονόκλιτη ξυλόστεγη με μια προεξέχουσα αψίδα στ' ανατολικά, πεντάπλευρη εξωτερικά και ημικυκλική εσωτερικά. Είναι κτισμένη με ακανόνιστους ηφαιστειογενείς λίθους και μόνο οι ορθοστάτες και τα τόξα των θυρών και των παραθύρων είναι κατασκευασμένα από πελεκητούς υπόλευκους ασβεστόλιθους. Έχει εξωτερικές διαστάσεις 17,60 μ. (μήκος) και 6,75 μ. (πλάτος). Η εκκλησία έχει σήμερα δυο εισόδους: μια στο μέσο του δυτικού και μια στο μέσο του νότιου τοίχου πλάτους 1,40 μ. Τόσο οι θύρες αυτές όσο και τα παράθυρα, δυο στον βόρειο και δυο στον νότιο τοίχο, πλάτους 0,88-0,93 μ. και μέγιστου ύψους 1,33 μ., είναι μεταγενέστερα ανοίγματα. Αυτό φαίνεται τόσο από τον αρμό των ορθοστατών όσο και από τα χαμηλωμένα τόξα που επιστέφουν τόσο τις θύρες όσο και τα παράθυρα. Ότι η νότια θύρα ανοίχθηκε αργότερα φαίνεται από το κόψιμο της ξυλοδεσιάς του νότιου τοίχου. Μεταγενέστερα είναι επίσης το μεγάλο ορθογώνιο παράθυρο που ανοίγεται στο αέτωμα του δυτικού τοίχου όπως και το παράθυρο της αψίδας (διαστάσεις 0,78 Χ 1,10 μ.). Μεταγενέστερη είναι και η μικρή θύρα στο δυτικό άκρο του βόρειου τοίχου από την οποία οδηγεί η σκάλα στο γυναικωνίτη της εκκλησίας. Το στηθαίο του γυναικωνίτη της εκκλησίας είναι χαρακτηριστικό δείγμα λαϊκής ξυλουργικής του 19ου αιώνα.
Η εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής κτίστηκε στα τέλη του 15ου ή τις αρχές του 16ου αιώνα όπως φαίνεται από τις τοιχογραφίες που διακοσμούσαν τους τοίχους της εκκλησίας, αλλά σήμερα καλύπτονται με παχύ στρώμα γύψου. Οι μακροί τοίχοι της εκκλησίας φαίνεται ότι καλύπτονταν με τοιχογραφίες όρθιων αγίων, όχι όμως με ευαγγελικές σκηνές όπως και οι τοίχοι της εκκλησίας της Αγίας Χριστίνας κοντά στον Ασκά. Μεγάλα τμήματα δυο τέτοιων τοιχογραφιών αποκαλύφθηκαν, δοκιμαστικά, κατά την επισκευή της εκκλησίας πριν από λίγα χρόνια. Είναι πολύ καλής τέχνης και μπορούν να χρονολογηθούν στις αρχές του 16ου αιώνα. Η αρχική εκκλησία φαίνεται ότι είχε μια μόνο θύρα στο μέσο του δυτικού τοίχου και μικρά ανοίγματα (αεραγωγούς) στην αψίδα και τα δυο αετώματα, του ανατολικού και του δυτικού τοίχου. Δεν φαίνεται ότι είχε αρχικά γυναικωνίτη. Στα τέλη του 19ου αιώνα φαίνεται ότι διορθώθηκε η στέγη της εκκλησίας, κατασκευάστηκε ο γυναικωνίτης και ανοίχθηκαν τα υφιστάμενα σήμερα παράθυρα και οι θύρες. Το 1891, σύμφωνα με επιγραφή στο θωράκιο (ποδιά) της θύρας της Πρόθεσης κατασκευάστηκε το σημερινό εικονοστάσιο που αντικατέστησε άλλο, πιθανότατα εκείνο του 16ου αιώνα. Δυστυχώς το εικονοστάσιο του 1891 βάφτηκε με χρυσομπογιά το 1967 με αποτέλεσμα να καταστραφεί η εμφάνισή του.
Αν και το εικονοστάσιο του 16ου αιώνα καταστράφηκε, σώθηκαν μερικές από τις εικόνες της Μεγάλης Δεήσεως που συνήθως βρίσκεται στην τρίτη και τελευταία, προς τα πάνω, σειρά των εικονοστασίων του 16ου αιώνα. Οι εικόνες που σώθηκαν είναι των αποστόλων Πέτρου, Παύλου που κρατά στο δεξί χέρι υψωμένο ξίφος (=τη μάχαιρα του πνεύματος), Ματθαίου, Μάρκου και Λουκά. Οι εικόνες αυτές είναι χαρακτηριστικά δείγματα της Κυπριακής Σχολής του 16ου αιώνα. Μια άλλη εικόνα της Μεγάλης Δεήσεως, εκείνη του Ιωάννη του Προδρόμου, έχει επιζωγραφισθεί τελείως. Αξιόλογη είναι και η εικόνα του Χριστού («δεσποτική») ίσως του 17ου αιώνα και του έφιππου αγίου Γεωργίου με πολλή δυτική επίδραση. Μέσα στο βήμα φυλάσσεται εικόνα της Παναγίας Οδηγήτριας τελείως σχεδόν κατεστραμμένη που πιθανότατα ανήκει στον 15ο ή τον 16ο αιώνα όπως φαίνεται από τους ανάγλυφους φωτοστέφανους.