Το 1938 εντοπίστηκε τυχαία κατά τη διάρκεια του οργώματος, έξω από το χωριό Ακάκι, το οποίο βρίσκεται περίπου 25 χλμ δυτικά της Λευκωσίας, τμήμα ψηφιδωτού δαπέδου με γεωμετρικά μοτίβα, το οποίο χρονολογείται στο τέλος του 4ου ή αρχές του 5ο αιώνα μ.Χ. Στο κέντρο του ψηφιδωτού διασώζεται μεγάλο τμήμα οκταγωνικής φιάλης.
Η εξεύρεση του ψηφιδωτού το 1938 υπήρξε το αφετήριον έρμα για τη διεξαγωγή συστηματικής ανασκαφικής έρευνας στην περιοχή. Η έρευνα άρχισε μόλις στις 23 Οκτωβρίου 2013, στη θέση Πηγάδια, με επικεφαλής τη Φρύνη Χατζηχριστοφή, Λειτουργό του Τμήματος Αρχαιοτήτων και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Η ανασκαφή αποκάλυψε μέρος οικοδομικού συγκροτήματος, μέρος του οποίου καλύπτεται με ψηφιδωτό δάπεδο, στο οποίο απεικονίζεται μια σπάνια παράσταση ιπποδρομίας, η οποία χρονολογείται στον 4ο αιώνα μ.Χ.
Στο μέσο της ανασκαφής βρέθηκε μια τεράστια δεξαμενή (14 x 10 μέτρα), η οποία περιβάλλεται από στοές. Η ανατολική στοά άνοιγε προς τη δεξαμενή με τρεις καμάρες που στηρίζονταν σε ορθογώνιους πεσσούς. Δεν έχουν διασωθεί ίχνη δαπέδου, αν και υπάρχουν ενδείξεις πως η στοά καλυπτόταν είτε με ψηφιδωτό δάπεδο είτε με μαρμαροθέτημα.
Η στοά στα βόρεια σηματοδοτεί και το βόρειο άκρο του κτηρίου. Η ανασκαφή σε αυτό το σημείο έφερε στο φως διάφορα υπόγεια και υπέργεια κανάλια με τα οποία γινόταν η διαχείριση του νερού της δεξαμενής.
Η νότια στοά αναπαριστά έναν μακρόστενο χώρο. Δύο πεσσοί, που υποβάσταζαν αψίδα χώριζαν τους δύο χώρους στο ανατολικό και δυτικό άκρο της στοάς από το υπόλοιπο οικοδόμημα. Μία σειρά δωματίων διαφορετικών διαστάσεων άνοιγαν προς την νότια στοά. Το μεγαλύτερο δωμάτιο, τοποθετημένο στο κεντρικό άξονα της στοάς και της δεξαμενής έχει ταυτιστεί με το triclinium, δηλ. το δωμάτιο υποδοχής του κτιρίου. Το 2019 άρχισε να έρχεται στο φως η δυτική στοά και τα δωμάτια που άνοιγαν προς αυτήν.
Το 2015 όταν έγινε η προσπάθεια να επεκταθεί η ανασκαφή προς τα νότια, κατά μήκος της νότιας πλευράς της δεξαμενής, αποκαλύφθηκε μέρος ψηφιδωτού δαπέδου (22/06/2015). Ήταν φανερό εξαρχής από το μικρό τμήμα με το γεωμετρικό μοτίβο πως επρόκειτο για πλαίσιο μεγαλύτερου ψηφιδωτού το οποίο επεκτεινόταν κάτω από το χωμάτινο δρόμο.
Περιγραφή ψηφιδωτού δαπέδου
Συνολικά το δάπεδο περιλαμβάνει επτά πίνακες. Στο κέντρο δεσπόζει ο μεγαλύτερος πίνακας (11 χ 3,5 μέτρα), ο οποίος απεικονίζει σκηνή αρματοδρομίας που εξελίσσεται στον ιππόδρομο. Η κατάσταση διατήρησης της παράστασης είναι πολύ καλή. Οι ψηφίδες με τις οποίες έχει κατασκευαστεί είναι κυρίως λίθινες και φαίνεται να χρησιμοποιήθηκαν ντόπια υλικά. Για ορισμένους χρωματισμούς όπως το μπλε, το πράσινο και το ερυθρό χρησιμοποιήθηκαν υάλινες ψηφίδες οι οποίες έχουν φθαρεί σε μεγάλο βαθμό.
Στο ψηφιδωτό στο Ακάκι, το αρχιτεκτονικό τοπίο έχει διατηρηθεί μόνο στην ανατολική πλευρά της παράστασης. Απεικονίζεται το ημικυκλικό ανατολικό τμήμα ενός ιπποδρόμου, η σφενδόνη. Στο κέντρο του ημικυκλίου φαίνεται μία κατασκευή, η οποία έχει καταστραφεί σε μεγάλο βαθμό. H ανασκαφέας Φρύνη Χατζηχριστοφή ταύτισε την κατασκευή με την αψίδα του Τίτου, που βρισκόταν στο Circus Maximus της Ρώμης.
Το δυτικό άκρο, όπου θεωρητικά θα έπρεπε να απεικονίζονται τα carceres έχει καταστραφεί σχεδόν ολοκληρωτικά. Παρόλη την εκτεταμένη καταστροφή σώθηκε ίχνος αψίδας που σίγουρα αποτελούσε μέρος των carceres.
Η παράσταση διαδραματίζεται στην αρένα. Στο κέντρο απεικονίζεται ο εύριππος, ο οποίος χωρίζει την αρένα σε δύο ζώνες. Αποτελείται από δύο χαμηλές μακρόστενες λεκάνες γεμάτες με νερό. Ανάμεσα στις λεκάνες υπάρχει ανοικτός χώρος έτσι ώστε να μπορεί κάποιος να περάσει από τη μια πλευρά στην άλλη της αρένας. Στο διάστημα μεταξύ των δύο τμημάτων του εύριππου, διακρίνεται ένα κυκλικό μνημείο πάνω από το οποίο εμφανίζεται ένα θαλάσσιο τέρας, ο Τρίτωνας.
Πάνω στις πλατιές επιφάνειες του εύριππου υπάρχει μια σειρά από ναΐσκους και άλλες κατασκευές. Αρχίζοντας από αριστερά έχουμε ένα μνημείο που μοιάζει με πύλη και αποδίδεται με δύο κίονες που στεγάζονται με επιστύλιο. Στη συνέχεια απεικονίζονται δύο κίονες που πλαισιώνουν οβελίσκο. Κάθε κίονας υποβαστάζει ένα δελφίνι, προφανώς χάλκινο, τοποθετημένο με την ουρά προς τα πάνω και το ράμφος προς τα κάτω. Από το ράμφος ρέει νερό μέσα στον εύριππο. Αντίστοιχη παράσταση υπάρχει στο δεύτερο τμήμα του εύριππου στα δυτικά. Μετά τους κίονες με τα δελφίνια ακολουθεί ακόμη ένας ναΐσκος, που έχει τη μορφή πλατφόρμας που στηρίζεται σε τέσσερεις κίονες.
Στη συνέχεια απεικονίζεται ο μηχανισμός μέτρησης των γύρων του αγώνα. Ο μηχανισμός είναι στερεωμένος σε δύο κίονες, ο κάθε ένας τοποθετημένος στην πλατιά επίπεδη επιφάνεια του εύριππου, και περιλαμβάνει επτά κάθετους ράβδους, όσοι δηλ. και οι γύροι που έπρεπε να τρέξουν τα άρματα. Κάθε ράβδος απολήγει σε ένα ωό. Κάθε φορά που ολοκληρωνόταν ένας γύρος ένας υπάλληλος είχε την ευθύνη να χαμηλώσει ένα από τα ωά.
Τελευταίο μνημείο τοποθετημένο στη δυτική άκρη του εύριππου είναι πάλι ένας ναΐσκος.
Στα δύο άκρα του εύριππου και έξω από αυτόν διακρίνονται οι δύο meta, δηλ. τα σημεία στροφής των αρμάτων. Αποδίδεται ως ένα ημι-κυκλικό βάθρο πάνω στο οποίο στηρίζονται τρεις ψηλοί κώνοι που απολήγουν ο καθένας σε ωό.
Γύρω από αυτήν την κεντρική διάταξη εξελίσσεται η αρματοδρομία. Πρωταγωνιστές του αγώνα είναι τέσσερα τέθριππα, το καθένα οδηγούμενο από ηνίοχο, τα οποία παρακολουθούμε σε τέσσερεις διαφορετικές φάσεις του αγώνα. Κάθε άρμα συνοδεύεται από δύο ονόματα, το όνομα του ηνίοχου και το όνομα του ενός αλόγου έτσι μπορούμε να παρακολουθήσουμε την εξέλιξή τους.
Αρχίζοντας από τα ανατολικά το πρώτο άρμα έχει ηνίοχο τον Δάμασο και άλογο τη Θελονίκη. Τα άλογα εικονίζονται να καλπάζουν με δύναμη από τα αριστερά προς τα δεξιά. Ο ηνίοχος στέκει σε δίφρο, που έχει τη μορφή επίπεδης πλατφόρμας με δύο τροχούς. Με το αριστερό του χέρι, που δεν φαίνεται, κρατά σφικτά τα ηνία των αλόγων ενώ με το ανασηκωμένο δεξί κρατά μαστίγιο.
Στη συνέχεια το δεύτερο τέθριππο οδηγείται από τον ηνίοχο Πολύφημο με άλογο τη Ληνεώ. Ο ψηφοθέτης καταφέρνει με πολύ ρεαλισμό να αποδώσει τον ανταγωνισμό μεταξύ των δύο αρμάτων. Φαίνεται ότι αυτό το άρμα προηγείται αλλά κινδυνεύει να το προσπεράσει το άρμα στα αριστερά, που ορμά με φόρα εμπρός, γι’ αυτό τα άλογα κοιτάζουν έντρομα τα άλογα του άρματος που τα απειλεί.
Τα άλλα δύο άλλα άρματα που βρίσκονται το ένα δίπλα στο άλλο είναι σε έντονο ανταγωνισμό προσπαθώντας να προσπεράσει το ένα το άλλο. Το πρώτο άρμα έχει ηνίοχο τον Κοσμίωνα και κυρίαρχο άλογο την Πηγασώ και το δεύτερο άρμα ηνίοχο τον Πρωτογεννή και κυρίαρχο άλογο την Πολυταλάντω.
Η δεύτερη φάση του αγώνα καταλαμβάνει το κάτω δυτικό τμήμα της παράστασης, το οποίο έχει υποστεί τις μεγαλύτερες φθορές. Τα τέθριππα εικονίζονται ανά ομάδες των δύο με μία πεζή μορφή στο ενδιάμεσο όπως και στην πρώτη φάση. Ο αγώνας μεταξύ των αρμάτων είναι, όπως και στη πρώτη φάση, δραματικός με τα άλογα να καλπάζουν ανήσυχα και να κοιτάζουν δεξιά αριστερά στην προσπάθειά τους να προσπεράσει το ένα το άλλο.
Η τρίτη και τέταρτη φάση της παράστασης εξελίσσονται στο πάνω μέρος του ψηφιδωτού δαπέδου. Τα άρματα αφού έστριψαν γύρω από τη δυτική meta άλλαξαν κατεύθυνση από τα δυτικά προς τα ανατολικά. Οι ηνίοχοι παραμένουν οι ίδιοι αλλά τώρα βλέπουμε τα τέθριππα από την αντίθετη πλευρά τους άρα σε πρώτο πλάνο έχουμε τα ακρινά άλογα που δεν φαίνονταν στην κάτω ζώνη. Έτσι τώρα ο Δάμασος είναι με τη Διγονώ, ο Πολύφημος με τη Βάχχη και ο Πρωτογενής με τον Αμφίδρομο. Δυστυχώς το τέταρτο τέθριππο που θα είχε ηνίοχο τον Κοσμίωνα έχει καταστραφεί. Σώζονται μόνο οι κεφαλές δύο αλόγων.
Είναι ενδιαφέρον ότι το τέθριππο του Πολύφημου απεικονίζεται σε μια δύσκολη στιγμή. Ο δίφρος έχει ανατραπεί και ο ηνίοχος μόλις που κρατιέται όρθιος πάνω του. Πρόκειται για τη σκηνή του ατυχήματος, το naufragium, που απεικονίζεται σχεδόν σε όλες τις παραστάσεις αρματοδρομίας. Τα δύο άλλα τέθριππα, αυτά του Δάμασου με τη Διγονώ, και του Πρωτογεννή με τον Αμφίδρομο απεικονίζονται πάλι να προσπαθούν να προσπεράσουν το ένα το άλλο με δυναμικό τρόπο με τα πίσω πόδια να πατούν στο έδαφος και τα μπροστινά να είναι ανυψωμένα στον αέρα.
Παρατηρούμε ότι σε αυτήν τη φάση η σειρά των τέθριππων αλλάζει υποδηλώνοντας μια εξέλιξη του αγώνα, καθώς κάποια τέθριππα προσπέρασαν τα άλλα.
Η τέταρτη φάση είναι η τελική φάση του αγώνα συνεπώς παρουσιάζεται ο νικητής. Στον αγώνα πλέον έχουν μείνει 3 τέθριππα, καθώς του Κοσμίωνα φαίνεται ότι έχει εγκαταλείψει. Τρίτος φτάνει ο Δάμασος με τη Διγωνώ, δεύτερος ο Πολύφημος με τη Βάχχη και πρώτος ο Πρωτογεννής με τον Αμφίδρομο. Ο νικητής όπως συνηθίζεται, κρατά το έπαθλο του νικητή που είναι ο κλάδος φοίνικα.
Γύρω και ανάμεσα στα άρματα εμφανίζονται τέσσερεις έφιππες και τέσσερεις πεζές μορφές. Σύμφωνα με τους μελετητές αυτές οι έφιππες μορφές, τις οποίες συναντούμε σε όλα τα ψηφιδωτά δάπεδα με παραστάσεις ιπποδρόμου, ταυτίζονται με τους hortatores, τους υπαλλήλους των φατριών που λάμβαναν μέρος στον αγώνα, με καθήκον να κατευθύνουν και να τονώνουν το ηθικό του αρματοδρόμου της φατρίας τους.
Όσον αφορά τις πεζές μορφές μπορούν να ταυτιστούν με τους sparsores, οι οποίοι ήταν πάλι υπάλληλοι των φατριών, με διαφορετικούς ρόλους τους οποίους δεν ξέρουμε ακριβώς. Σίγουρα ένας από τους ρόλους τους ήταν να ρίχνουν νερό στην αρένα, και αυτό φαίνεται και από τα ανοικτά αγγεία που κρατούν από τα οποία ρέει νερό.
Τα ονόματα των ηνίοχων και των αλόγων παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον. Φαίνεται ότι εντάσσονται στο γενικό πλαίσιο χρήσης ονομάτων που συναντούμε στην ελληνική αλλά κυρίως στη λατινική γλώσσα. Μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε τέσσερεις ομάδες με βάση τι εκφράζουν:
Η εικονιστική παράσταση με τον ιππόδρομο πλαισιώνεται δεξιά και αριστερά με μια σειρά πινάκων διαφορετικών μεγεθών. Οι 4 αμέσως επόμενοι πίνακες δεξιά και αριστερά από τον κεντρικό πίνακα κοσμούνται με πλούσιο γεωμετρικό διάκοσμο, προοπτικά αποδομένο.
Οι δύο ορθογώνιοι χώροι στα δύο άκρα της στοάς καλύπτονται με δάπεδο επίσης πλούσια διακοσμημένο. Μέσα από το μοτίβο αναδεικνύονται 8 οφθαλμοί/μετάλλια, καθώς και ένας 9ος στο κέντρο, οι οποίοι περιλαμβάνουν προτομές γυναικείων μορφών. Παρόλο που οι μορφές δεν συνοδεύονται από επιγραφές εντούτοις μπορούν να αναγνωριστούν εφόσον κάθε μία κρατά ένα σύμβολο που την ταυτίζει: πρόκειται για τις 9 μούσες. Όπως και στην σκηνή του ιπποδρόμου, αυτές οι μορφές ξεχωρίζουν για την ποιότητα και τον ρεαλισμό τους μαρτυρώντας ένα ψηλό καλλιτεχνικό επίπεδο.
Στον αντίστοιχο χώρο στα ανατολικά της στοάς με το αντίστοιχο μοτίβο οι μορφές αν και δεν διακρίνονται καθαρά η ανασκαφέας εικάζει πως πρόκειται για επτά ανδρικές μορφές και μάλλον απεικονίζουν τους επτά φιλοσόφους.
Το ψηφιδωτό δάπεδο με βάση τη θεματολογία και τα κινητά ευρήματα χρονολογείται στον 4ο αιώνα μ.Χ. Παρόλο που οι αρματοδρομίες είναι ένα καθαρά ρωμαϊκό άθλημα εντούτοις φαίνεται ότι κατά τον 4ο αιώνα αποκτά μια νέα δυναμική και ανεγείρονται είτε ex novo ιππόδρομοι είτε αντικαταστούν παλαιότερους. Η αναζωογόνηση του αθλήματος της αρματοδρομίας φαίνεται να σχετίζεται με τη σχέση μεταξύ ιπποδρόμου και αυτοκράτορα. Ο ιππόδρομος εκτός από χώρο μαζικής συγκέντρωσης και έκφρασης του λαού μεταμορφώνεται στο υπό αναφορά διάστημα σε χώρο πολιτικής έκφρασης όπου απαιτείται η φυσική παρουσία του αυτοκράτορα ή του ανώτερου άρχοντα της πόλης στην οποία βρίσκονται.
Η μεγάλη απήχηση των αρματοδρομιών αποτυπώνεται στην ευρεία χρήση του θέματος σε όλες τις πτυχές της καλλιτεχνικής παραγωγής και σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Στα ψηφιδωτά γίνεται κυρίως μέσω της μεμονωμένης απεικόνισης είτε του νικηφόρου άρματος είτε των νικηφόρων αλόγων. Τα ψηφιδωτά δάπεδα που απεικονίζουν αγώνα ιπποδρόμου σε εξέλιξη μέσα στον ίδιο τον ιππόδρομο είναι μόλις δέκα σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένου και του ψηφιδωτού στο Ακάκι.
Η γεωγραφική διασπορά των ψηφιδωτών με παράσταση ιπποδρόμου, αφορά κυρίως τη δυτική ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Το ψηφιδωτό του ιπποδρόμου στο Ακάκι αποτελεί την ανατολικότερη μαρτυρία του θέματος. Οι παραστάσεις χρονολογούνται στον 3ο αλλά κυρίως στον 4ο αιώνα μ.Χ., την περίοδο δηλ. που το ενδιαφέρον για τον ιππόδρομο γνωρίζει μια νέα δυναμική.
Παρόλο που εικονογραφικά το ψηφιδωτό στο Ακάκι περιλαμβάνει με αρκετές λεπτομέρειες όλα τα στοιχεία ενός ιπποδρόμου διαφέρει αρκετά ως προς την τεχνοτροπία. Το κυπριακό ψηφιδωτό παρόλο που υιοθετεί ένα κατεξοχήν δυτικό θέμα, τεχνοτροπικά παραμένει ανατολικό. ΄Άλλωστε, η Κύπρος από το τέλος του 3ου αι. μ.Χ., εντάχθηκε στη Διοίκηση της Ανατολής (Oriens), με έδρα την Αντιόχεια. Η σχέση της Κύπρου με την Αντιόχεια αντανακλάται και στην τέχνη του νησιού και ειδικά στη τέχνη του ψηφιδωτού.
Το κτίριο στο οποίο ανήκει το ψηφιδωτό, αν και δεν έχει ταυτιστεί, η παρουσία ενός ψηφιδωτού με την υπό αναφορά θεματολογία και ποιότητα σε μια περιοχή της ενδοχώρας για την οποία δεν υπήρχαν πληροφορίες, προσφέρει νέα σημαντικά στοιχεία για την υστερορωμαϊκή περίοδο στην Κύπρο.
Εξίσου ενδιαφέρον είναι πως το ψηφιδωτό συνδέεται άμεσα με τη μεγάλη δεξαμενή καθώς η παράσταση ήταν κατασκευασμένη με τρόπο ώστε να την βλέπει κάποιος από μέσα στη δεξαμενή. Προφανώς, ο ρόλος της δεξαμενής δεν ήταν για φύλαξη νερού αλλά χρησίμευε ως piscina natation, δηλαδή μία πισίνα, η οποία σε συνδυασμό μα τα ωραία ψηφιδωτά και τις απεικονίσεις τους ψυχαγωγούσε τους χρήστες της.
Πηγές: