Τούρκος πολιτικός, υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας επί πρωθυπουργίας του Αντνάν Μεντερές. Μεταξύ 1957 και 1960 διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στις εξελίξεις περί το Κυπριακό ζήτημα, εκπροσωπώντας τα συμφέροντα της χώρας του.
Η σημαντική προσωπική ανάμειξή του στο Κυπριακό άρχισε από το τέλος του 1958, όταν ο ίδιος παρέστη στις εργασίες της 13ης γενικής συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών όπου και υπερασπίστηκε δυναμικά τις τουρκικές θέσεις. Μετά το πέρας των εργασιών της γενικής συνέλευσης, όπου ο Ζορλού είχε συγκρουστεί βίαια με τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών Ευάγγελο Αβέρωφ*, οι δυο υπουργοί είχαν ιδιαίτερη συνάντηση κατά την οποία αποφάσισαν να διεξαγάγουν μεταξύ τους μυστικές συνομιλίες. Ακολούθησαν και άλλες συναντήσεις του Ζορλού με τον Αβέρωφ στη Νέα Υόρκη και στο Παρίσι (σύνοδος υπουργών Εξωτερικών χωρών-μελών του NATO) με θέμα το Κυπριακό και στη συνέχεια οι δυο υπουργοί κατηύθυναν μυστικές διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν σε επίπεδο υπηρεσιακών παραγόντων των υπουργείων Εξωτερικών της Ελλάδας και της Τουρκίας. Αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων αυτών ήταν μια κατ' αρχήν συμφωνία μεταξύ Αβέρωφ και Ζορλού που άνοιξε τον δρόμο για τις τελικές συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου, με βάση τις οποίες η Κύπρος κατέστη ανεξάρτητο κράτος.
Στις διαπραγματεύσεις στη Ζυρίχη, που έγιναν τον Φεβρουάριο του 1959 μεταξύ των πρωθυπουργών Ελλάδας και Τουρκίας Καραμανλή και Μεντερές, μετείχαν και οι Αβέρωφ και Ζορλού καθώς και αρκετοί σύμβουλοι και υπηρεσιακοί παράγοντες και από τις δυο πλευρές. Ουσιαστικά την τελική διαμόρφωση του κειμένου των συμφωνιών που μονογραφήθηκαν από τους δυο πρωθυπουργούς στη Ζυρίχη, επεξεργάστηκαν οι Αβέρωφ και Ζορλού.
Λίγες μέρες αργότερα, ο Ζορλού μετείχε και στις εργασίες της πενταμερούς διασκέψεως του Λονδίνου (μετείχαν η Ελλάδα, η Τουρκία, η Αγγλία και εκπρόσωποι των Ελλήνων και των Τούρκων της Κύπρου) όπου οι συμφωνίες της Ζυρίχης επικυρώθηκαν. Με τις συμφωνίες αυτές η Κύπρος κατέστη ανεξάρτητη Δημοκρατία στην οποία οι Τουρκοκύπριοι απέκτησαν πολύ περισσότερα από όσα εδικαιούντο ως μειοψηφία, ενώ η ίδια η Τουρκία απέκτησε, μεταξύ άλλων, και το μοιραίο (όπως απεδείχθη το 1974) «δικαίωμα» ακόμη και μονομερούς επεμβάσεως στην Κύπρο. Οι επιτυχίες αυτές της τουρκικής διπλωματικής δραστηριότητας οφείλονταν σε πολύ μεγάλο βαθμό στον Φατίν Ζορλού, αν και η χώρα του υποβοηθήθηκε και από την αγγλική διπλωματία.
Μετά την υπογραφή των συμφωνιών, ο Ζορλού παρέμεινε για λίγο ακόμη επικεφαλής του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών το οποίο δεν επιδοκίμαζε τη συνέχιση της σκληρής γραμμής έναντι των Ελλήνων Κυπρίων που επιθυμούσε να συνεχίσει η εξτρεμιστική μερίδα των Τουρκοκυπρίων υπό τον Ραούφ Ντενκτάς. Την ίδια (σχετικά μετριοπαθή) πολιτική σε αντίθεση με εκείνη των εξτρεμιστών Τουρκοκυπρίων, ακολούθησε και ο διάδοχος του Ζορλού στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών Σελίμ Σαρπέρ*, με την οποία ταυτιζόταν και ο πρώτος Τούρκος πρεσβευτής στην Κύπρο Εμίν Ντιρβανά*. Η πολιτική αυτή άλλαξε το 1963, όταν το τουρκικό υπουργείο των Εξωτερικών ανέλαβε ο Φεριντούν Ερκίν*.
Η πτώση του Ζορλού ήλθε μαζί με την πτώση του πρωθυπουργού Αντνάν Μεντερές* τον Μάιο του 1960, όταν ο στρατός κατέλαβε την εξουσία υπό τον στρατηγό Γκιουρσέλ, οπότε οι εκ μέρους της Τουρκίας αρχιτέκτονες των συμφωνιών της Ζυρίχης εκκαθαρίστηκαν, συνεπεία της εσωτερικής πολιτικής που ακολούθησαν και που ήταν αντιπαθής στο λαό.
(Βλέπε και λήμμα Ζυρίχης και Λονδίνου συμφωνίες).