Ρόπαλο ή κοντή και χοντρή βέργα που είναι ογκώδης στο πάνω μέρος της, σχηματίζοντας κεφαλή. Η λέξη προέρχεται πιθανώς από την ιταλική zoppa που σημαίνει χωλός, κουτσός.
Λέγεται και ζόππος (ο). Ωστόσο η λέξη ζόππος όταν λέγεται για ανθρώπους, υπονοεί τους κοντόχοντρους ή, ακόμη, και τους περιορισμένης νοημοσύνης.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια