Έτσι λέγεται το δίχηλον οστούν του στέρνου της κότας και άλλων πτηνών. Με την ίδια ονομασία υπάρχει παραδοσιακό κυπριακό παιγνίδι που λέγεται έτσι επειδή ξεκινά ακριβώς από το οστούν της κότας. Το παιγνίδι είναι το ακόλουθο:
Όταν κατά τη διάρκεια γλεντιού βρεθεί το ζιννάπιν της κότας, δυο από τους συνδαιτυμόνες αποφασίζουν να παίξουν το παιγνίδι και συμφωνούν σε κάποιο στοίχημα που θα το πληρώσει εκείνος που θα χάσει. Τότε ο καθένας πιάνει με τα δάκτυλα τη μια από τις δυο πλευρές του οστού και τραβούν μέχρι τούτο να κοπεί στα δυο. Τότε ο ένας δίνει το κομμάτι στον άλλο, λέγοντάς του: Φτύσε κόλλα το. Ο άλλος θα πρέπει να απαντήσει: Αθθυμούμαι... (θυμάται, δηλαδή, το στοίχημα). Στη συνέχεια, ο κάθε ένας από τους δυο παίκτες προσπαθεί να βρει ευκαιρία να προσφέρει στον άλλο κάποιο αντικείμενο, που μπορεί να είναι ο,τιδήποτε. Εκείνος που θα παίρνει από τον άλλο αυτό που του δίνει, θα πρέπει κάθε φορά να επαναλαμβάνει: Αθθυμούμαι... Αν πάρει από το χέρι του αντιπάλου του οποιοδήποτε αντικείμενο χωρίς να προφέρει αυτή τη λέξη, τότε ο άλλος του λέει θριαμβευτικά: Γειά της. Και κερδίζει το στοίχημα. Πολλές φορές, αντί οι αντίπαλοι να επαναλαμβάνουν τη λέξη αθθυμούμαι.., υψώνουν τον αντίχειρα του χεριού τους, σε σημείο που έχει την ίδια σημασία, που δείχνει δηλαδή ότι θυμούνται το στοίχημα.
Οι δυο αντίπαλοι βρίσκονται έτσι μόνιμα στην άμυνα (όταν δέχονται αντικείμενα) αλλά και στην επίθεση (όταν προσφέρουν αντικείμενα). Το παιγνίδι βασίζεται στην ισχυρή μνήμη, την οποία και εξασκεί ακόμη περισσότερο. Έτσι, εάν και οι δυο αντίπαλοι έχουν πολύ ισχυρή μνήμη ώστε να θυμούνται το στοίχημα, το μεταξύ τους παιγνίδι μπορεί να συνεχιστεί για εβδομάδες, μήνες ή και χρόνια.
Συνεπώς το ζιννάπιν είναι καθαρά παιγνίδι μνήμης και όχι τύχης όπως αφήνεται να νοηθεί σε μερικές περιπτώσεις, όπως στο πιο κάτω απόσπασμα παραδοσιακού κυπριακού τραγουδιού:
Π΄αφής εκτίστην κιβωτός τζ΄εθεμελιώθην κόσμος,
εδείχτηκεν η όρνιθα, της τύχης το ζιννάπιν,
εδείχτηκεν τζ΄αι το φιλίν τζ΄η πικραμμέν’ αγάπη..