Παραδοσιακό παιγνίδι που παιζόταν παλαιότερα από πολλά παιδιά στην Κύπρο αλλά και από άντρες, κυρίως την Κυριακή του Πάσχα ως ένα από τα λαμπριάτικα παιγνίδια. Παίζεται από ομάδα, ως εξής:
Ενα από τα παιδιά (ή τους άντρες) που παίζουν τον ζίζιρον κληρώνεται να σταθεί στο κέντρο της ομάδας έχοντας το δεξί του χέρι στο πρόσωπο με ανοικτή την παλάμη σαν παρωπίδα, για να μη βλέπει τί συμβαίνει στην δεξιά του πλευρά. Το άλλο χέρι το φέρνει κάτω από τη μασχάλη, με ανοικτή την παλάμη προς τα έξω, από την πλευρά που δεν μπορεί να δει. Τα υπόλοιπα παιδιά της ομάδας το περιτριγυρίζουν και ξαφνικά ένα απ' όλα του δίνει ένα ηχηρό κτύπημα με ανοικτή την παλάμη του στην ανοικτή παλάμη του πρώτου παιδιού. Αμέσως όλα τα παιδιά σηκώνουν ψηλά το ένα χέρι, με τεντωμένο το δείκτη του, προκαλώντας έτσι την εντύπωση στο πρώτο παιδί ότι το κάθε ένα από αυτά ήταν εκείνο που το είχε κτυπήσει. Ταυτόχρονα όλα φωνάζουν: Ζζζζζζζ... Το παιδί που δέχθηκε το κτύπημα θα πρέπει να μαντέψει από τις εκφράσεις των άλλων ποιο ακριβώς παιδί ήταν εκείνο που το κτύπησε. Αν το ανακαλύψει, τότε αλλάζουν θέσεις και το παιδί που δεν κατόρθωσε να κρύψει την ενοχή του παίρνει τη θέση του πρώτου για να δεχθεί με παρόμοιο τρόπο τα κτυπήματα των άλλων και να συνεχιστεί το παιγνίδι. Αν δεν το ανακαλύψει, τότε τα κτυπήματα εξακολουθούν να δίνονται στο πρώτο παιδί μέχρι να πετύχει ν' ανακαλύψει κάποιο ένοχο.
Το παιγνίδι αυτό βασίζεται στην ικανότητα ή όχι να βρεθεί κάποιος ένοχος με βάση τη ψυχολογική μελέτη των αντιδράσεών του που είναι οι ίδιες με τις αντιδράσεις ολόκληρης της ομάδας. Είναι, συνεπώς, εκτός από διασκεδαστικό και πολύ ενδιαφέρον.
Στο παιγνίδι δόθηκε η ονομασία ζίζιρος από τον ήχο που κάνουν τα παιδιά προκειμένου να παρενοχλήσουν το πρώτο παιδί να μαντέψει σωστά και να βρει εκείνο που έδωσε το κτύπημα. Ο ήχος αυτός, ένα μονότονο ζζζζζζζ... θυμίζει τον ήχο που κάνει ο ζίζιρος (=ο τζίτζικας).