Η Λευκωσία άλλοτε είχε πλούσια νερά και διέθετε πηγές, βρύσες, πηγάδια και μαγγανοπήγαδα, γι’ αυτό άλλωστε μαρτυρείται ότι διέθετε καταπράσινα περιβόλια με φρουτόδεντρα καθώς και κήπους. Ίσως υπόγειες πηγές νερού που μας είναι άγνωστες να εξακολουθούν να υφίστανται και άφθονα νερά να κυλούν κάτω από το υπέδαφος της πρωτεύουσάς μας. Ο Στέφανος Lusignan, που γεννήθηκε τον 16ο αιώνα στην καρδιά της Λευκωσίας -όπως ο ίδιος μας πληροφορεί, σε ένα μέγαρο κοντά στο ανάκτορο των Lusignan, δηλαδή κοντά στη σημερινή Πύλη Πάφου-, φαίνεται να είχε μελετήσει όσο κανείς άλλος τη Λευκωσία, γεγονός στο οποίο οφείλονται και τα σχετικά στοιχεία τα οποία μας κληροδότησε.
Εκτός από το εύκρατο κλίμα της Λευκωσίας, ο Lusignan σημειώνει ότι ένεκα των πλούσιων νερών που διέθετε υπήρχε σ’ αυτή μεγάλος αριθμός κήπων καθώς και περιβόλια με φρουτόδεντρα (di giardini et di frutti). Έξω από τη Λευκωσία, προφανώς έξω από τα μεσαιωνικά τείχη της, όπως γράφει, υπήρχαν τότε δύο πηγές νερού. Η μια ονομαζόταν Πηγάδια (Peadia) και η άλλη Γλυκύ Νερό (Acqua Dolce) αφού το νερό της ήταν ποιότητας και πολύ ελαφρύ, που δικαιολογούσε εύλογα το όνομά της. Από την πηγή του Γλυκού Νερού είχε υδροδοτηθεί η Λευκωσία, γιατί, όπως ο ίδιος ο Lusignan αναφέρει, από αυτή την πηγή το νερό διακλαδωνόταν στην πόλη, και έτσι υπήρχαν πολλές βρύσες σε μέγαρα, στο ανάκτορο και στην πλατεία, καθώς και σε άλλους τόπους. Όπως μπορούμε να υποθέσουμε, σύμφωνα με τα στοιχεία που απαντούν στον Κύπριο ιστορικό, η βρύση του Γλυκού Νερού πρέπει οπωσδήποτε και χωρίς καμιά αμφιβολία να ταυτιστεί με το Νερό της Οχύρωσης, το Acqua della Citadella, όπως απαντά στις πηγές επί Φραγκοκρατίας, αλλά και στα επίσημα βενετικά έγγραφα. Η υδροδότηση της Λευκωσίας δύο φορές κατά τη Βενετοκρατία, από την πηγή του Νερού της Οχύρωσης ή του Γλυκού Νερού, μας έγινε γνωστή από έγγραφα τα οποία έχουμε ήδη δημοσιεύσει.
Τα περιβόλια
Ήταν λοιπόν πλούσια σε περιβόλια τότε η Λευκωσία, για τα οποία τώρα πλέον, μετά από αιώνες, μόνο οι πηγές και γενικά οι γραπτές μαρτυρίες κατά έναν “μαγικό τρόπο” θα μπορούσαν να μας μιλήσουν σε ποιο σημείο της πόλης βρίσκονταν, σε ποιον ανήκαν, ή πολύ πιθανόν τι δένδρα περιείχαν. Θα μπορούσαμε, έτσι, με βάση τις πηγές να καταγράψουμε και να περιγράψουμε τα περιβόλια της μεσαιωνικής Λευκωσίας και να ορίσουμε, όπως ήδη αναφέραμε, αν όχι επακριβώς τουλάχιστον κατά προσέγγιση τις θέσεις των περιβολιών αυτών, δηλαδή σε ποιο χώρο ή ενορία ή περιοχή της πρωτεύουσας βρίσκονταν. Ας σημειωθεί ότι οι πηγές μάς προσφέρουν στοιχεία για περιβόλια που βρίσκονταν στα νοτιοανατολικά και προς τα νοτιοδυτικά της πόλης, αλλά καμιά πηγή δεν διέσωσε στοιχεία για τυχόν περιβόλια στο βόρειο τμήμα τότε της Λευκωσίας. Οι πλούσιες περιοχές σε περιβόλια ήταν πρωτίστως πλούσιες και σε νερά, όπως η περιοχή στα νοτιοδυτικά της πρωτεύουσας, στην οποία βρισκόταν η πηγή του Γλυκού Νερού. Πλούσια νερά επίσης υπήρχαν και στα νοτιοανατολικά της πόλης αφού, σύμφωνα με μια μαρτυρία, εάν έσκαβες ελάχιστα εκεί ανάβλυζε αμέσως νερό. Στις πηγές μαρτυρούνται στον ίδιο χώρο πολλά πηγάδια και μαγγανοπήγαδα και συνεπώς και περιβόλια.
Μεταξύ των σπουδαίων περιβολιών που υπήρχαν στη Λευκωσία, έτσι για να αναφέρουμε μερικά, ήταν το περιβόλι του Πεύκου, το οποίο ήταν στα ανατολικά της πόλης. Επίσης υπήρχαν περιβόλια στα νοτιοανατολικά της πρωτεύουσας, στους χώρους εκείνους στους οποίους το 1567 οικοδομήθηκαν οι προμαχώνες Ποδοκάθαρο και Καράφα. Σπουδαίο περιβόλι υπήρχε και στη λατινική μονή της Παναγίας της Ελεούσας – Μιζερικορδίας κατά Λεόντιο Μαχαιρά, εκεί που αργότερα οικοδομήθηκε, το 1567, ο προμαχώνας Νταβίλα. Επίσης λίγο πιο κάτω μεταξύ του προμαχώνα Ρόκκα και του προμαχώνα Τρίπολη υφίστατο τότε η μονή του Αγίου Δομινίκου και γύρω της εκτείνονταν δύο περιβόλια με οπωροφόρα δένδρα αλλά και πολλά φυτά.
Στα δυτικά της πόλης, σε μια ακτίνα μεταξύ του προμαχώνα Ρόκκα έως την περιοχή στην οποία βρίσκονται σήμερα τα δικαστήρια Λευκωσίας, περιοχή η οποία περικλειόταν τότε εντός των μεσαιωνικών τειχών της πρωτεύουσας, υπήρχαν άλλες δύο μονές που διέθεταν πλούσια νερά και περιβόλια. Η περιοχή αυτή ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο ονομαζόταν Giardini, δηλαδή Περιβόλια. Εδώ δεν υπήρχαν μόνο μαγγανοπήγαδα αλλά από την ίδια περιοχή περνούσε ο Πεδιαίος, πριν εκτραπεί από τον Ιούλιο Savorgnano εξαιτίας της οικοδόμησης της νέας οχύρωσης. Ακόμη, στην ίδια περιοχή έρεε και η πηγή του Γλυκού Νερού ή του Νερού της Οχύρωσης.
Περιβόλια σε μονές
H μονή της Παναγίας της Ελεούσας (Misericordia) ήταν κάποτε οικοδομημένη εκεί όπου απλώθηκε η τάφρος του προμαχώνα Νταβίλα και υψώθηκε ο ομώνυμος προμαχώνας. Υφίστατο έως το 1567 και στη συνέχεια κατεδαφίστηκε εξαιτίας της οικοδόμησης της νέας οχύρωσης. Ένα μέρος από τα πλούσια νερά της Πηγής της Οχύρωσης ήταν ιδιοκτησία της εν λόγω μονής και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο επρόκειτο για πλούσια μονή. Διέθετε ένεκα των νερών της πηγής που κυλούσε δίπλα της ένα ωραίο περιβόλι. Ένα έγγραφο του 1468 έχει διασώσει το όνομα κάποιου, μάλλον προηγούμενου ιδιοκτήτη του περιβολιού, ο οποίος ονομαζόταν Φακελλάτος ή Targuaticou, όνομα το οποίο θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως του “αρκατικού”, δηλαδή των εργατών. Δυστυχώς ενώ υπάρχει στην εν λόγω πηγή λεπτομερής περιγραφή της μονής και των οικημάτων της καθώς επίσης των επίπλων και των εκκλησιαστικών αντικειμένων που υπήρχαν εκεί, δεν αναφέρονται τι είδη δένδρων υπήρχαν στο περιβόλι της μονής της Παναγίας της Ελεούσας.
Πολύ κοντά με τη μονή της Παναγίας της Ελεούσας ήταν η μονή του Αγίου Δομινίκου, η οποία επίσης κατεδαφίστηκε το 1567, και εάν κρίνουμε από τις περιγραφές που έχουν διασωθεί γι’ αυτή, αντιλαμβανόμαστε ότι επρόκειτο για μια πλούσια μονή, αφού σ’ αυτήν υπήρχε και το βασιλικό κοιμητήριο. Η μονή διέθετε μάλιστα και δύο περιβόλια πλούσια σε δένδρα και φυτά που εντυπωσίαζαν τους επισκέπτες. Στα περιβόλια αυτά, όπως αναφέρει ο Στέφανος Lusignan, υπήρχαν εσπεριδοειδή αλλά και πολλά άλλα είδη φυτών.
Στην περιοχή Περιβόλια ή Giardini, όπως συναντούμε το όνομα της συγκεκριμένης περιοχής της Λευκωσίας στα βενετικά έγγραφα, υπήρχαν, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, άλλες δύο μονές με θαυμάσια περιβόλια. Ήταν δύο λατινικές μονές, αυτή του Αγίου Ιωάννη de Montefort και η μονή του Αγίου Θεοδώρου, οι οποίες είχαν την ίδια τύχη με τις δύο προηγούμενες, γιατί και αυτές κατεδαφίστηκαν εξαιτίας των νέων οχυρωματικών έργων. Τα περιβόλια της μονής του Αγίου Ιωάννη de Montfort περιγράφει το 1518 ο περιηγητής Jacques le Saige, όταν επισκέφθηκε τη μονή. Αναφέρεται στα μαγγανοπήγαδα της μονής και στα είδη λαχανικών και φρουτόδεντρων που είδε στα περιβόλια της.
Ο περιηγητής Νικόλαος Martoni που έτυχε να επισκεφθεί το 1394 την Κύπρο, όταν πραγματοποίησε ένα ταξίδι στην Ανατολή, έφθασε και στη Λευκωσία και μεταξύ άλλων επισκέφθηκε και τη μονή του Αγίου Θεοδώρου, στα δυτικά της πόλης. Θαύμασε τότε τα εκτεταμένα περιβόλια της γυναικείας μονής του Αγίου Θεοδώρου με τα λαχανικά και τα οπωροφόρα δένδρα και σημείωσε στο οδοιπορικό του ότι οι δενδρόκηποι του Αγίου Θεοδώρου κάλυπταν έκταση είκοσι mozze, δηλαδή κάπου τεσσεράμισι εκτάρια.
Κοντά στην οχύρωση του 1567
Ο στρατιωτικός μηχανικός Ιούλιος Savorgnano όταν οχύρωνε τη Λευκωσία το 1567 είχε καταγράψει σε μια επιστολή του στοιχεία για τα περιβόλια, τα πηγάδια και τα μαγγανοπήγαδα στον χώρο όπου είχε οικοδομηθεί αργότερα ο προμαχώνας Ποδοκάθαρο. Πρόκειται για τα ίδια περιβόλια που είχε δει με μεγάλη θλίψη ο Savorgnano, όπως σημειώνει επίσης σε μια άλλη επιστολή του, να ξεριζώνονται και να καταστρέφονται και να ισοπεδώνονται τα πηγάδια και τα μαγγανοπήγαδα εξαιτίας της οικοδόμησης και σύμπτυξης του νέου οχυρωματικού περιβόλου.
Ο Κύπριος λόγιος Ιωάννης Ποδοκάθαρος, επίσης, σ’ έναν ρητορικό λόγο του -που ουσιαστικά αποτελεί εγκώμιο για τον Ιούλιο Savorgnano-, είχε σημειώσει, μεταξύ άλλων, τις άοκνες προσπάθειες που είχε καταβάλει ο στρατιωτικός μηχανικός από το Φρίουλι για να κατορθώσει να οικοδομήσει τον προμαχώνα Καράφα. Εκτός από τις κατοικίες, τα χανούτια και τις εκκλησίες που έπρεπε να κατεδαφίσει και με έργα να “δαμάσει τα νερά του Πεδιαίου”, που έως τότε διέσχιζε την πόλη και περνούσε από τη συγκεκριμένη περιοχή, έπρεπε να ξεριζώσει αμέτρητα δέντρα και να ισοπεδώσει τα περιβόλια στο ανατολικό αυτό τμήμα της Λευκωσίας.
Φαίνεται όμως πως σε όλη τη νοτιοανατολική πλευρά της πόλης υπήρχαν περιβόλια, αφού με βάση τις πηγές που διαθέτουμε ταυτίσαμε ήδη και τον χώρο στον οποίο βρισκόταν κάποτε το περίφημο Περιβόλι του Πεύκου. Σ’ έγγραφο του 1468 αναφέρεται ότι ο Κήπος του Πεύκου ήταν δίπλα από την εκκλησία του Αγίου Ευτυχίου (Saint Efthihi). Η Λευκωσία διέθετε κατά τον 15ο και 16ο αιώνα μία και μοναδική εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Ευτύχιο και η εκκλησία αυτή ήταν οικοδομημένη στην περιοχή του προμαχώνα Φλάτρο και είχε κατεδαφιστεί το 1567. Αναμφίβολα, με βάση τα πιο πάνω, το Περιβόλι του Πεύκου ήταν στα ανατολικά της Λευκωσίας, αφού γειτνίαζε με τον προμαχώνα Φλάτρο. Στα νοτιοανατολικά ήταν κάποτε και η μονή της Παλλουριώτισσας, η οποία πριν κατεδαφιστεί και οικοδομηθεί αργότερα έξω από τα τείχη, προς τα ανατολικά της πρωτεύουσας, διέθετε πολλά περιβόλια (molti giardini).
ΝΑΣΑ ΠΑΤΑΠΙΟΥ