Βασίλισσα της Κύπρου για σύντομο χρονικό διάστημα (1197-1198), σύζυγος του βασιλιά της Κύπρου Αμάλριχου* Λουζινιανού (1197-1205). Η Εχίβη ήταν μέλος της γνωστής οικογένειας των ντ' Ιμπελέν (Ιβελίνων) και είχε παντρευτεί τον Αμάλριχο πριν αυτός γίνει βασιλιάς της Κύπρου. Μετά τον θάνατο του Γκυ (Γουίδου) Λουζινιανού (ο οποίος είχε αγοράσει την Κύπρο από τον Ριχάρδο Λεοντόκαρδο και τους Ναΐτες ιππότες το 1192), που πέθανε το 1194, την εξουσία στο νησί ανέλαβε ο αδελφός του Αμάλριχος που μέχρι το 1197 έφερε τον τίτλο του άρχοντα της Κύπρου. Το 1197 εστέφθη βασιλιάς, οπότε η σύζυγός του Εχίβη έγινε βασίλισσα του νησιού.
Την εποχή αυτή, ανθιστάμενος κατά των Φράγκων κυριάρχων του νησιού, ο Κύπριος (πιθανότατα) πειρατής Κανάκης* έκανε επιδρομές στην Κύπρο από καταφύγιό του στην Κιλικία και με καράβι που ανήκε σε Έλληνα άρχοντα της Αντιόχειας ο οποίος λεγόταν Ισαάκιος. Σε μια από τις επιδρομές του, ο Κανάκης συνέλαβε την βασίλισσα Εχίβη μαζί με τα παιδιά της, που βρισκόταν για ανάρρωση στο Παραδείσι (βόρεια του χωριού Λιμνιά της Αμμοχώστου). Ο Κανάκης μετέφερε την αιχμάλωτή του στην Αντιόχεια. Μετά από παρέμβαση του βασιλιά της Αρμενίας Λέοντος Β', ο Ισαάκιος παρέδωσε σ' αυτόν την Εχίβη και τα παιδιά της που μετεφέρθησαν στην Κώρυκο όπου πήγε και τους παρέλαβε ο Αμάλριχος. Λίγο αργότερα, το 1198, η Εχίβη πέθανε.
Τον ίδιο χρόνο, και λίγο μετά τον θάνατο της Εχίβης, ο Αμάλριχος νυμφεύθηκε τη βασίλισσα των Ιεροσολύμων Ισαβέλλα κι έγινε έτσι, εκτός από βασιλιάς της Κύπρου, και βασιλιάς των Ιεροσολύμων.
Με την Εχίβη ο Αμάλριχος απέκτησε παιδιά των οποίων δεν γνωρίζουμε τα ονόματα, εκτός ενός, του Ούγου, που έγινε βασιλιάς της Κύπρου μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1205, και βασίλεψε μέχρι το 1218. Γεννήθηκε το 1195.