Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Βλότομος (ο) »

Ουσιαστικό

Σημασία:

μυτερό και κοφτερό μαχαιράκι, εργαλείο, με το οποίο κόβουν τη φλέβα, κάνουν δηλαδή φλεβοτόμηση.