Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου
« Αλαβροτραουδώντα (τα) »
Μετοχή
Σημασία:
τραγουδώντας σιγανά.
Ετυμολογία:
αλαβρά+τραουδώντας
Συνώνυμα:
Αλαφροτραουδώντα (τα)
Ειδικές φράσεις:
«...πάντα ξυπνά που την αβκήν τζ̌ι ολόχαρη πετώντα
πάει τζ̌ει κα΄στην αγαπώ τζ̌ι αλαφροτραουώντα...»
(Καρνέρα Κ.Θ., «Ποιητικά άπαντα» σελ.30, 1980)