Η μαύρη πανώλη ή μαύρος θάνατος είναι μια πανδημία που εξαπλώθηκε κατά τα έτη 1348-1353 σε όλη την Ευρώπη και αποδεκάτισε τον πληθυσμό της. Σύμφωνα με τους σχετικούς υπολογισμούς, χάθηκαν τότε εκατό έως διακόσια εκατομμύρια άνθρωποι. Ο λοιμός αυτός είχε μεταφερθεί από πληρώματα γενουατικών καραβιών από το λιμάνι της Κάφα, στη Μαύρη Θάλασσα, στο λιμάνι της Μεσσήνης στην Ιταλία και ακολούθως διαδόθηκε σε όλη την Ευρώπη.
Η πανώλη του 1533: Ο πανικός και η θλιβερή κατάσταση που είχαν επικρατήσει τότε στην Αμμόχωστο, όταν η πανώλη από την πόλη της Αμμοχώστου μεταδόθηκε και στα γύρω χωριά, ανάγκασαν τους Βενετούς αξιωματούχους να φροντίσουν με μεγάλη σπουδή για λήψη σχετικών μέτρων
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα εάν ανατρέξουμε στην Ιστορία της Κύπρου, θα διαπιστώσουμε ότι οι λοιμοί στην περίοδο της Λατινοκρατίας κατά καιρούς έπλητταν και αποδεκάτιζαν τον πληθυσμό της. Πολλά χωριά της Κύπρου χάθηκαν, σύμφωνα με την προφορική παράδοση, όταν επλήγησαν από κάποια επιδημία και κυρίως πανώλη. Οι Κύπριοι χρονικογράφοι, οι περιηγητές, η προφορική παράδοση και άλλες πηγές της εποχής μάς κάνουν κοινωνούς όσων βίωσε τότε ο κόσμος και στην προκειμένη περίπτωση ο λαός της Κύπρου από τους λοιμούς. Και ο λαός της Κύπρου δημιούργησε θρύλους και μύθους και έδωσε μορφή στις θανατηφόρες αυτές νόσους, αλλά πάντα, σύμφωνα με τις διηγήσεις, η Παναγία ή ένας άγιος εμφανιζόταν για να τις εξαλείψει.
Μια φοβερή επιδημία με υψηλούς πυρετούς κατά τα έτη 1174-1175, όπως μας πληροφορεί ο Νεόφυτος ο Έγκλειστος, είχε πλήξει τις πόλεις και την ύπαιθρο στη μεγαλόνησο. Αυτή η επιδημία, η οποία ήταν άγνωστη στην Ανατολή, είχε εξαφανίσει το ένα τρίτο του πληθυσμού της Κύπρου. Από τότε έως το 1367, όταν ο μεγάλος λοιμός χτύπησε την Κύπρο, οι χρονικογράφοι δεν κάνουν μνεία για καμιά άλλη επιδημία. Συνήθως οι επιδημίες αυτές μεταδίδονταν στην Κύπρο από τη γειτονική Συρία με εμπόρους που κατέφθαναν στα λιμάνια της και κυρίως σε αυτό της Αμμοχώστου, για τις εμπορικές υποθέσεις τους. Η επιδημία αυτή χτύπησε, σύμφωνα με έναν Άραβα χρονικογράφο, πρώτα τα ζώα, ύστερα τα παιδιά και μετά τους ενήλικες. Είχε μεταδοθεί αρχικά στο λιμάνι της Αμμοχώστου, στη συνέχεια διαδόθηκε στη Λευκωσία και ακολούθως εξαπλώθηκε σε όλο το νησί. Ο Φράγκος βασιλιάς Ούγος Δ’ μαζί με τα μέλη της οικογένειάς του για να προστατευθούν είχαν καταφύγει στο φρούριο του Αγίου Ιλαρίωνα και ο ίδιος έδωσε εντολή να οικοδομηθούν στις πόλεις νοσοκομεία.
Το φθινόπωρο του 1361, σύμφωνα με μία πηγή, τόσο η Λευκωσία όσο και η Αμμόχωστος είχαν καταστεί έρημες αφού λόγω της πανώλης πέθαιναν καθημερινά τριάντα με σαράντα άνθρωποι. Ο χρονικογράφος μας Λεόντιος Μαχαιράς αναφέρεται στην πανώλη που χτύπησε την Κύπρο τον Μάρτιο του 1363 και αρχικά είχε σημειωθεί πληθώρα θανάτων μικρών παιδιών. Πολλοί τότε ευγενείς που είχαν τη δυνατότητα κατέφυγαν στη Ρόδο για να γλυτώσουν. Νέο πλήγμα από πανώλη δέχθηκε η Κύπρος κατά τα έτη 1392 και 1393 και το θανατικό αποδεκάτισε τον πληθυσμό της, γεγονός που ανάγκασε και τον ίδιο τον βασιλιά της Κύπρου Ιάκωβο Α’ Lusignan να καταφύγει για να γλυτώσει με την οικογένειά του στη μονή της Παναγίας του Μαχαιρά. Τότε ο βασιλιάς πήρε μέτρα για τη δημόσια υγεία ώστε να προστατεύσει τους κατοίκους, οικοδομώντας νοσοκομεία, διαμοιράζοντας τρόφιμα και εισάγοντας σιτάρι από γειτονικές χώρες, αφού δεν υπήρχαν εργατικά χέρια για να καλλιεργήσουν τη γη. Η επιδημία έπληξε ξανά τους κατοίκους της Κύπρου κατά τα έτη 1409 έως 1411 και, σύμφωνα με τις πηγές της εποχής, διήρκεσε δεκαοκτώ μήνες. Τότε και πάλι η κυπριακή γη λόγω του θανατικού έμεινε ακαλλιέργητη.
Ο χρονικογράφος μας Γεώργιος Βουστρώνιος αναφέρεται στην πανώλη που χτύπησε το νησί το 1470 και διήρκεσε δυόμισι χρόνια αφανίζοντας μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Χαρακτηριστικά σημειώνει ο χρονικογράφος: “[…] Ήρτεν έναν θανατικόν και επάντησεν δυώμιση χρόνους και επέθανεν τα τρία μερτικά του νησίου”. Τότε και ο ίδιος ο βασιλιάς Ιάκωβος Β’ Lusignan είχε καταφύγει για να προστατευθεί στο Ακάκι και ο φεουδάρχης επίσης Πέτρος Νταβίλα στη Μόρφου. Οι πιο πάνω αναφορές σχετίζονται με τη Φραγκοκρατία, αλλά και επί Βενετοκρατίας τόσο οι Βενετοί αξιωματούχοι όσο και οι περιηγητές σημειώνουν στις αναφορές τους όσα στοιχεία αφορούν επιδημίες και θανατηφόρες ασθένειες που είχαν χτυπήσει την Κύπρο.
Σε Κερύνεια και Αμμόχωστο
Το 1505 η πανώλη, αυτή τη φορά, είχε αφανίσει το ένα τέταρτο των κατοίκων της Κερύνειας, αλλά δεν σημειώθηκε κανένας θάνατος έξω από την πόλη, δηλαδή στα γύρω χωριά. Η πανώλη όμως που έφθασε από τη Συρία το 1533 και έπληξε την Αμμόχωστο είχε προκαλέσει τον θάνατο και σε πολλούς κατοίκους των γύρω χωριών. Ο πανικός και η θλιβερή κατάσταση που είχε επικρατήσει τότε στην Αμμόχωστο, όταν η πανώλη από την πόλη της Αμμοχώστου μεταδόθηκε και στα γύρω χωριά, ανάγκασαν τους Βενετούς αξιωματούχους να φροντίσουν με μεγάλη σπουδή για λήψη σχετικών μέτρων. Τα στοιχεία αυτά μαρτυρούνται στην αλληλογραφία του τότε Βενετού τοποτηρητή Κύπρου Μαρκαντώνιου Trevisan με τις βενετικές αρχές, αλλά και στην έκθεσή του για την Κύπρο.
Επίσης λεπτομέρειες για την πανώλη που χτύπησε το 1533 την πόλη της Αμμοχώστου και τα γύρω χωριά καταγράφει και ο Μαρίνο Sanuto στα Ημερολόγιά του. Όπως αναφέρει ο ίδιος, όταν υπηρετούσε στην Κύπρο ως τοποτηρητής ο Μάρκος Αντώνιος Trevisan, είχε πλήξει την πόλη της Αμμοχώστου και τα γύρω χωριά φοβερή πανώλη. Ως συνήθως, η επιδημία και αυτή τη φορά είχε φθάσει στο λιμάνι της Αμμοχώστου από εμπόρους, που είχαν μεταδώσει την ασθένεια σε κόσμο που ήρθε σ’ επαφή μαζί τους και στη συνέχεια εξαπλώθηκε σε χωριά έξω από την Αμμόχωστο. O Trevisan, σύμφωνα με επιστολή του, ημερομηνίας 5 Αυγούστου 1533, στις βενετικές αρχές, σημείωνε ότι η πανώλη είχε εξαπλωθεί στην πόλη και ότι πέθαιναν ημερησίως δεκαπέντε με είκοσι άτομα. Τότε, εξαιτίας της πανώλης είχαν πεθάνει και πολλοί Βενετοί αξιωματούχοι, που υπηρετούσαν στην Κύπρο. Μεταξύ αυτών ήταν ο υπεύθυνος του λιμανιού της Αμμοχώστου, ο υπεύθυνος του τελωνείου (comerchio), ένας αξιωματικός του στρατού καθώς και πάρα πολλοί στρατιώτες.
Τα χωριά Τρίκωμο και Μήλο του Αδάμ (Pomo di Adamo), που γειτνιάζουν με την Αμμόχωστο, είχαν πληγεί και αυτά από πανώλη. Ας υπομνησθεί ότι το χωριό Pomo di Adamo, που αποτελούσε φέουδο του Πέτρου Ιουστινιάνη, χάθηκε με την πάροδο των αιώνων και τυχόν ταύτισή του με τη Μηλιά Αμμοχώστου δεν ευσταθεί, αφού στην απογραφή του 1565 αναφέρονται και τα δύο χωριά. Στη συνέχεια η πανώλη εξαπλώθηκε στο χωριό Τραπέζα, χωριό που επίσης χάθηκε με την πάροδο των αιώνων. Το χωριό Τρίκωμο, επειδή μεταδόθηκε σε τέσσερα σπίτια η πανώλη, αποκλείστηκε και τέθηκε σε προληπτική απομόνωση (quarantina) από την υπόλοιπη Κύπρο με ένα σώμα στρατιωτών ώστε να προφυλαχθούν τα γειτονικά χωριά. Οι Βενετοί φρόντισαν γενικά για διορισμούς υπευθύνων ή προνοητών για τη δημόσια υγεία (provveditori alla sanita) και ίδρυσαν λοιμοκαθαρτήρια. Οι πηγές του 16ου αιώνα αναφέρονται σε λοιμοκαθαρτήρια στα λιμάνια της Αμμοχώστου και των Αλυκών.