O γάιδαρος, γάδαρος ή γαϊδούρι, στο θηλυκό γένος γαϊδάρα, γαδάρα ή γαϊδούρα και, στα αρχαία ελληνικά, όνος, είναι κατοικίδιο εξημερωμένο θηλαστικό ζώο που ανήκει στην τάξη περισσοδάκτυλα. Στην Κύπρο η πιο διαδεδομένη ονομασία είναι γάρος. Η επιστημονική του ονομασία είναι Equus asinus, είναι δηλαδή ένα είδος του γένους «άλογο» (Ίππος - Equus). Πρόκειται για ζώο που φημίζεται για την παροιμιώδη υπομονή του. Σήμερα υπάρχουν πάνω από Υπάρχουν πάνω από 50 εκατομμύρια γαϊδούρια και μουλάρια σε ολόκληρο τον κόσμο (1).
Αποτελεί επίσης σύμβολο ταπεινότητας, κάτι που υποδηλώνεται και στην Καινή Διαθήκη, με την είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα «επί πώλου όνου». Στα «Φωκικά» του Παυσανία αναφέρεται ο όνος σε ζωγραφιές του Πολυγνώτου που αναπαριστούν γεγονότα του Τρωικού πολέμου. Οι ζωγραφιές αυτές υπήρχαν στη Λέσχη Κνιδίων στους Δελφούς (2).
Κυπριακό γαϊδούρι
Από τη διασταύρωση αλόγου (συγκεκριμένα φοράδας) και γαϊδάρου προέρχεται το μουλάρι (στην Κύπρο ονομάζεται μούλα) ενώ από τη διασταύρωση αλόγου και θηλυκού γαϊδάρου προέρχεται ο γίννος (στην Κύπρο ονομάζεται και Βόρτος). Παλαιότερα οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν τα γαϊδούρια ως το κύριο μεταφορικό τους μέσο, αλλά και ως όχημα για τη μεταφορά προϊόντων, όπως χαρούπια, ελιές, σιτηρα και σταφύλια από τους αγρούς. Κάθε οικογένεια έπρεπε να έχει τουλάχιστον ένα γαϊδούρι για τις ανάγκες της. Το γαϊδούρι αποτελούσε σημαντικό περιουσιακό στοιχείο και πολλές φορές στα λεγόμενα προικοσύμφωνα περιλαμβανόταν και η δωρεά γαϊδουριών στα νέα ζευγάρια. Σε διάφορες περιοχές δραστηριοποιούνταν οι λεγόμενοι καλλικάδες οι οποίοι φρόντιζαν να βάζουν καλλικια (πέταλα) και γενικά να φροντίζουν για την υγεία των γαϊδουριών.
Το κυπριακό γαϊδούρι (3) είναι η ράτσα γαϊδουριού του νησιού της Κύπρου. Υπάρχουν δύο κύρια είδη: ένα με μεγάλο σκούρο χρωματισμό με μια ανοιχτού χρώματος κοιλιά, πιθανώς ευρωπαϊκής προέλευσης. Οι Κύπριοι το ονομάζουν "χελιδονιά", γιατί έχει τα χρώματα του χελιδονιού. Το δεύτερο είδος είναι ένα μικρό γκρι αφρικανικό είδος που αντιπροσωπεύει περίπου το 20% του συνολικού πληθυσμού, το οποίο το 2002 εκτιμήθηκε σε 2.200-2.700 ζώα. Στην τοπική διάλεκτο ονόμαζεται "σιερκάς" από το γκρι χρώμα του σιδήρου ή και "αξαθκίας", λόγω του ξανθού χρώματος.
Στον Πόλεμο
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του “κυπριακού γαϊδουριού“, όπως είναι το μέγεθος και η δύναμή του, είναι αυτά που τον κάνουν να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα κοινά γαϊδούρια. Για αυτό άλλωστε στο παρελθόν υπήρξαν περιζήτητα στις γειτονικές χώρες (Ελλάδα, Αίγυπτος, Ισραήλ), στις οποίες εξάγονταν, καθιστώντας την αναπαραγωγή και το εμπόριο τους μια επικερδή επιχείρηση.
Κατά τη διάρκεια του Α΄ αλλά και του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου τα γαιδούρια και οι οδηγοί τους μπήκαν στον πόλεμο για μεταφορά πυρομαχικών και άλλων εφοδίων σε δύσβατες και ορεινές περιοχές. Οι Βρετανικές Αρχές είχαν ιδρύσει ειδικά τάγματα ημιονηγών τα οποία συνοδεύονταν από ομάδες κτηνιάτρων για την καλή ευημερία των ζώων τα οποία θεωρούνταν ως σημαντικό εργαλείο στην τροφοδοσία του Πολέμου, από τη στιγμή που μπορούσαν να κινηθούν σε ανώμαλο έδαφος.
Καρπασία
Περίπου 500 γαϊδούρια κυπριακά γαϊδούρια ζουν σε άγρια κατάσταση στη χερσόνησο της Καρπασίας (4). Πίσω από την ίδρυση του Πάρκου που έγινε μετά την Τουρκική Εισβολή βρίσκεται ο Τ/κ ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς ο οποίος αγαπούσε ιδιαίτερα τα γαϊδούρια. Κατά την προσφιλή του φράση "τα γαϊδούρια ήταν οι μόνοι πραγματικοί αυτόχθονες της Κύπρου".
Tα γαϊδούρια της Καρπασίας (5) έχουν γίνει κάτι σαν τουριστικό αξιοθέατο και πολλοί είναι αυτοί που σταματούν το αυτοκίνητο για να φωτογραφηθούν μαζί τους και να τα ταΐσουν. Από την άλλη ο ολοένα αυξανόμενος πληθυσμός δημιουργεί προβλήματα κυρίως στους γεωργούς που βλέπουν τα σπαρτά τους κατεστραμμένα αλλά υπάρχει σοβαρό πρόβλημα και με τους οδηγούς αφού δεν είναι λίγες οι φορές που τα γαϊδούρια μπαίνουν ανεξέλεγκτα στο δρόμο και μάλιστα αρνούνται να μετακινηθούν.
Από το 2008, μια ομάδα Τουρκοκύπριων και Ελληνοκυπρίων συνεργάζεται για να σώσει τα ζώα από την εξαφάνιση, αφού κατά καιρούς κάποιοι ασυνείδητοι τα σκοτώνουν. (5)
Πάρκα προστασίας γαϊδουριών υπάρχουν επιπλέον στο χωριό Βουνί της Λεμεσού και στο χωριό Απαισιά.
Το Γάλα
Το γάλα γαϊδούρας... made in Cyprus (6) προσφέρει απίστευτες ευεργετικές ιδιότητες!
Θεωρείται το κοντινότερο στο μητρικό. Περιέχει περισσότερη λακτόζη και λιγότερα λιπαρά απ' ότι το αγελαδινό γι αυτό και είναι πιο θρεπτικό. Πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει πως μπορεί να δίνεται σε παιδιά με αλλεργία στην πρωτεΐνη. Μέχρι και την αρχή του 20ού αιώνα ήταν υποκατάστατο στο μητρικό γάλα. Μια γαϊδούρα παράγει λιγότερο από δύο ποτήρια γάλα την ημέρα.
Ο Ιπποκράτης (460-370π.Χ) πατέρας της ιατρικής το αναφέρει για πολλές θεραπείες όπως προβλήματα στο συκώτι, μολυσματικές ασθένειες, πυρετό, δηλητηριάσεις, οιδήματα, αιμορραγία από τη μύτη και άλλα (7).
Η Ευρωπαϊκή Ένωση υιοθέτησε σχέδιο προστασίας των ευρωπαϊκών ιπποειδών, το οποίο εγκρίθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2015(8). την Τρίτη. Το έγγραφο περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, μείωση των μέγιστων χρόνων μεταφοράς για άλογα σφαγής, αυξημένους ελέγχους σε σφαγεία αλόγων και συχνότερες επιθεωρήσεις γαλακτοκομικών εταιρειών, καθώς τα πρότυπα για τον ποιοτικό έλεγχο του γάλακτος γαϊδούρας είναι συχνά ανεπαρκή.
Προστασία
Η Στρατηγική για την προστασία του κυπριακού γαϊδουριού θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει ολόκληρη την πατρίδα μας, αφού πρόκειται για το ίδιο ζώο. Η αναγκαιότητα της ένταξης του νέου πυλώνα “επανένωση οικοσυστήματος τώρα(5)“ στην εφαρμογή μιας αειφορικής πολιτικής για την προστασία του κυπριακού γαϊδουριού όρου ανάπτυξης προσδιορίζεται από τις αλληλοεπιδράσεις και -εξαρτήσεις της διατήρησης του σε ολόκληρο το νησί.
Πηγές-Επεξηγήσεις: