Η Δημοτική Πινακοθήκη Λεμεσού φιλοξενεί μία από τις μεγαλύτερες και πλουσιότερες συλλογές έργων της κυπριακής μοντέρνας τέχνης με πέραν των 600 έργων ζωγραφικής, γλυπτικής, κεραμικής καθώς και έργων μικτών μέσων.
Στεγάζεται σ΄ ένα παλιό κτίριο και στις νέες ισόγειες αίθουσες, στην οδό 28ης Οκτωβρίου αρ. 103 (παραλιακός δρόμος). Το οίκημα της Δημοτικής Πινακοθήκης, αποκτήθηκε από το Δήμο Λεμεσού το 1984, έπειτα από την ευγενή δωρεά του ζεύγους Λεύκιου και Ιπατίας Ζήνωνος (κόρη του Γεώργιου Παυλίδη). Το κτήριο χτίστηκε το 1938 από το Γερμανοεβραίο αρχιτέκτονα, Γκύσμπουργκ. Τα επίσημα εγκαίνια του οικήματος πραγματοποιήθηκαν στις 26 Ιουνίου 1988 και το νέο κτήριο, επέκταση του παλαιοτέρου, εγκαινιάστηκε στις 29 Ιουνίου 1996.
Η Δημοτική Πινακοθήκη Λεμεσού έχει στη διάθεση της μια από τις μεγαλύτερες και πλουσιότερες συλλογές σύγχρονης κυπριακής τέχνης. Περιλαμβάνει έργα σημαντικότατα για την ιστορία της τέχνης στον τόπο μας, όπως πχ Αδαμάντιου Διαμαντή, Μιχαήλ Κάσιαλου, Τηλέμαχου Κάνθου, Χριστόφορου Σάββα, Βίκτωρα Ιωαννίδη, Λουκίας Νικολαϊδου, Τάκη Φραγκούδη, Βασίλη Βρυωνίδη, Νίκου Νικολαϊδη, Τζών Κόρπιτζ, Ανδρέα Λαδόμματου, Στας Παράσχου, Στέλλας Μιχαηλίδου, ΄Αντρου Ευσταθίου, Σπύρου Δημητριάδη κ.άλ.
Τα έργα αυτά εκτίθενται στο παλιό κτίριο, ενώ οι καινούργιοι χώροι της φιλοξενούν στο ισόγειο αντιπροσωπευτικά δείγματα της δουλειάς νεότερων κύπριων καλλιτεχνών, που καλύπτουν τόσο τις παλαιότερες νατουραλιστικές τάσεις, όσο και τις σύγχρονες αντιλήψεις της ζωγραφικής, στο ανώγειο τη συλλογή του Μάριου Βασιλειάδη και στο υπόγειο τη συλλογή - αφιέρωμα στον αγώνα της ΕΟΚΑ, που αποτελεί ιδιοκτησία του Συμβουλίου Ιστορικής Μνήμης.
Η Δημοτική Πινακοθήκη ενημερώνεται για τις σύγχρονες τάσεις, ρεύματα και αναζητήσεις που επικρατούν στον κυπριακό χώρο με αγορές έργων καλλιτεχνών, τόσο παλαιότερων, των οποίων παρακολουθείται η εξελικτική πορεία, όσο και νέων ή πρωτοεμφανιζόμενων. Ιδιαίτερη μάλιστα σημασία δίνεται στη συμπερίληψη όλων των Λεμεσιανών δημιουργών, αλλά και σημαντικών καλλιτεχνών που ζουν και δημιουργούν στην πόλη μετά το 1974, χωρίς αυτό να σημαίνει πως παραγνωρίζεται η παγκύπρια εικαστική παραγωγή.