Η εκκλησία του Αγίου Αντωνίου στα Κελλιά της επαρχίας Λάρνακας έχει σήμερα τη μορφή σταυρεπίστεγου ναού. Η εγκάρσια όμως τρουλλοκαμάρα όπως και μεγάλο τμήμα του ναού (βόρειο τμήμα, κεντρικό τμήμα του νότιου τοίχου, αψίδα, νάρθηκας) είναι μεταγενέστερα. Ο ναός αρχικά κτίστηκε σαν εγγεγραμμένος σταυροειδής με τρούλλο, με τρεις αψίδες στον ανατολικό τοίχο. Τα πλατιά τόξα που ενώνουν τους πεσσούς με τον ανατολικό και δυτικό τοίχο και έχουν το ίδιο σχεδόν άνοιγμα με τις καμάρες που στήριζαν τον τρούλλο, δίδουν την εντύπωση κανονικής τοξοστοιχίας μιας βασιλικής. Το χαρακτηριστικό αυτό σε συνδυασμό με τον τρόπο τοιχοδομίας των αρχικών τμημάτων της εκκλησίας και με τις αρχαιότερες τοιχογραφίες που σώθηκαν, μας οδηγεί σε μια μεταβατική περίοδο από την βασιλική προς τον εγγεγραμμένο σταυροειδή.
Η εκκλησία του Αγίου Αντωνίου έχει εσωτερικές διαστάσεις 13,5 μ. Χ 11 μ. χωρίς το νάρθηκα και την αψίδα. Καταστράφηκε κατά την επιδρομή των Μαμελούκων το 1425 και έμεινε εγκαταλειμμένη για πολλά χρόνια. Κατά την επιδρομή αυτή καταστράφηκαν ο τρούλλος, η ανατολική και η δυτική καμάρα και μεγάλα τμήματα της βόρειας και νότιας καμάρας. Καταστράφηκαν επίσης τελείως ο βόρειος τοίχος μαζί με το βορειοανατολικό και βορειοδυτικό διαμέρισμα της εκκλησίας και οι αψίδες. Η επισκευή του ναού έγινε γύρω στο 1500 όπως μαρτυρεί ο τύπος της αψίδας και του παραθύρου της και το βόρειο τμήμα του ναού κι η τρουλλοκαμάρα. Στο μεγάλο αυτό χρονικό διάστημα εγκατάλειψης αναπτύχθηκαν οι λειχήνες και τα άλλα σπορόφυτα που βρέθηκαν κατά τη διάρκεια των εργασιών επισκευής του ναού το 1975 και 1976. Αργότερα ενισχύθηκαν τα τόξα και οι πεσσοί με αποτέλεσμα να αλλάξει τελείως η εσωτερική όψη της εκκλησίας. Οι προσθήκες αυτές όμως είχαν ως αποτέλεσμα την προστασία των τοιχογραφιών στους πεσσούς και στα εσωρράχια των τόξων. Οι άλλες τοιχογραφίες του ναού καταστράφηκαν.
Ύστερα από τη στερέωση της ανωδομής και των τοίχων έγινε δυνατή η αφαίρεση των υποστηριγμάτων των τόξων και των πεσσών και αποκαλύφθηκαν σημαντικές τοιχογραφίες που ανήκουν σε διάφορες εποχές. Σε ορισμένα σημεία βρέθηκαν τρία επάλληλα στρώματα τοιχογραφιών και σε άλλα δυο.
Στον ανατολικό τοίχο, βόρεια της σημερινής αψίδας, εκεί που καταλήγει το τόξο που ενώνει τον βορειοανατολικό πεσσό με τον ανατολικό τοίχο σώθηκαν τοιχογραφίες του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και του αγίου Βασιλείου(;) που μπορούν να χρονολογηθούν στον 12ο αιώνα. Στο 12ο επίσης αιώνα μπορούν να χρονολογηθούν και ένας ιεράρχης και το σωζόμενο τμήμα του νεότερου στρώματος με τη θυσία του Αβραάμ στο δυτικό τοίχο και στο κάτω μέρος του εσωρραχίου του τόξου που ενώνει τον νοτιοδυτικό πεσσό με τον δυτικό τοίχο του ναού. Αντίθετα το πρώτο στρώμα με την θυσία του Αβραάμ, κάτω από το νεότερο στρώμα, μπορεί να χρονολογηθεί στο πρώτο μισό του 11ου αιώνα. Στην ίδια εποχή χρονολογούνται και οι τοιχογραφίες των αγίων Κοσμά και Δαμιανού στο δυτικό τοίχο, κάτω από το τόξο που ενώνει τον βορειοδυτικό πεσσό με τον δυτικό τοίχο. Λίγο μεταγενέστερη είναι η τοιχογραφία όρθιας αγίας στο ανατολικό μισό του εσωρραχίου του τόξου αυτού και η Παναγία με τον Χριστό στην δυτική πλευρά του νοτιοδυτικού πεσσού.
Στη βόρεια όψη του νοτιοδυτικού πεσσού σώθηκαν δυο στρώματα τοιχογραφιών. Στο νεότερο στρώμα εικονίζεται η Παναγία σε θρόνο με τον Χριστό στα γόνατά της και αριστερά όρθιος στρατιωτικός άγιος. Οι τοιχογραφίες αυτές χρονολογούνται στις αρχές του 13ου αιώνα όπως και ωραία τοιχογραφία του αρχαγγέλου στη δυτική πλευρά του βορειοανατολικού πεσσού που δυστυχώς έχει καταστραφεί. Στο 13ο αιώνα μπορούν να χρονολογηθούν και οι τοιχογραφίες του αγίου Γεωργίου στη δυτική όψη του βορειοανατολικού πεσσού, πάνω από την τοιχογραφία του αρχαγγέλου και στην ανατολική όψη του βορειοδυτικού πεσσού. Άλλη τοιχογραφία του αγίου Γεωργίου βρίσκεται στη νότια όψη του βορειοδυτικού πεσσού. Παλαιότερη είναι η τοιχογραφία με τρεις άγιες γυναίκες στην ανατολική όψη του βορειοδυτικού πεσσού πιο κάτω από την τοιχογραφία του αγίου Γεωργίου.
Στη νότια όψη του βορειοανατολικού πεσσού σώθηκαν δυο στρώματα τοιχογραφιών που εικονίζουν ιεράρχη. Απέναντι στη νότια όψη του νοτιοανατολικού πεσσού σώθηκαν πάλι δυο στρώματα τοιχογραφιών. Στο νεότερο στρώμα που μπορεί να χρονολογηθεί στον 13ο αιώνα εικονίζεται ο άγιος Κωνσταντίνος της Ορμήδειας, σαν στρατιωτικός άγιος. Στη βόρεια όψη του νοτιοδυτικού πεσσού στο αρχικό στρώμα εικονίζεται, κάτω η Παναγία βρεφοκρατούσα ένθρονη σε λυρόσχημο θρόνο και πάνω αγένειος σε λυρόσχημο θρόνο, ίσως ο Χριστός. Οι τοιχογραφίες αυτές έχουν υποστεί πολλή φθορά κι έχουν ανάγκη συντήρησης και καθαρισμού προτού χρονολογηθούν.
Στην ανατολική όψη του νοτιοδυτικού πεσσού σώθηκαν τρία στρώματα τοιχογραφιών. Το νεότερο στρώμα ανήκει στις αρχές του 13ου αιώνα. Σ' αυτό εικονίζεται όρθιος ο άγιος Δημήτριος. Στην ίδια εποχή ανήκει και η τοιχογραφία με δυο αγίους που βρίσκεται πιο ψηλά. Κάτω από την τοιχογραφία του αγίου Δημητρίου, στο δεύτερο στρώμα, εικονίζεται η Παναγία όρθια με τον Χριστό και ένας ιεράρχης που πιθανό να ανήκουν στον 11ο αιώνα. Στο αρχικό στρώμα που είναι αρκετά κατεστραμμένο εικονίζονται δυο άγιοι (άγιος Ανδρόνικος και αγία Αθανασία;).
Τέλος στη δυτική όψη του νοτιοανατολικού πεσσού σώθηκαν δυο στρώματα τοιχογραφιών. Και στα δυο εικονίζεται η Σταύρωση. Το νεότερο στρώμα ανήκει στο 13ο αιώνα όπως και το σωζόμενο τμήμα της σκηνής της Προδοσίας (σώζεται ο απ. Πέτρος να κόβει το αυτί του Μάλχου) πιο ψηλά. Το αρχικό στρώμα με τη Σταύρωση εικονογραφικά και τεχνοτροπικά μας οδηγεί στον 9ο ίσως αιώνα. Στο ανατολικό μισό της βόρειας καμάρας του ναού κοντά στο βόρειο τοίχο της τρουλλοκαμάρας σώζονται κομμάτια από τη σκηνή της Πεντηκοστής.
Στη νότια όψη του βορειοδυτικού πεσσού εικονίζεται η Θεοτόκος.
Στη θέση των ευαγγελιστών στα σφαιρικά τρίγωνα υπήρχαν ολόγλυφα τα σύμβολα των ευαγγελιστών. Σώζεται μόνο το κεφάλι του συμβόλου του ευαγγελιστή Ματθαίου.
Ο χαρακτήρας των τοιχογραφιών του ναού του Αγίου Αντωνίου στα Κελλιά είναι αποσπασματικός και έχει χαρακτήρα αναθηματικό. Η τέχνη των τοιχογραφιών ιδιαίτερα των παλαιότερων είναι εξαιρετική. Όμως και η τέχνη των τοιχογραφιών του 13ου αιώνα είναι φανερά επηρεασμένη από τη βυζαντινή τέχνη του αιώνα αυτού.
• Από τις υπόλοιπες εκκλησίες τις αφιερωμένες στον άγιο Αντώνιο, καμιά δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Η ενοριακή εκκλησία του Αγίου Αντωνίου στη Λευκωσία, που κτίστηκε τον 17ο αιώνα, είναι μονόκλιτη με νάρθηκα, έχει τρεις εισόδους αψιδωτές οξυκόρυφες και στους τοίχους της είναι ενσωματωμένα αρκετά αρχιτεκτονικά μέλη που φαίνεται ότι ανήκαν σε προηγούμενους ναούς. Η εκκλησία δεν έχει τοιχογραφηθεί. Γύρω από αυτήν υπήρχαν μοναστηριακά κτίρια που εχρησιμοποιούντο για φιλοξενία ξένων κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας.
Η εκκλησία του Αγίου Αντωνίου στη Λεμεσό κτίστηκε περί το 1870, είναι επίσης ενοριακή και βρίσκεται μεταξύ του ελληνικού και του τουρκικού τομέα της πόλης.
Υπάρχει επίσης η εκκλησία του Αγίου Αντωνίου, στο χωριό Κέδαρες. Είναι μικρή ξυλόστεγη εκκλησία του 18ου αιώνα και βρίσκεται έξω από το χωριό, πάνω στο δρόμο και οδηγεί από το Κιδάσι στον Άγιο Νικόλαο.
Στην Επισκοπή μια εκκλησία αφιερωμένη στον άγιο Αντώνιο είναι σήμερα εντελώς ερειπωμένη. Άλλες εκκλησίες αφιερωμένες στον άγιο Αντώνιο υπάρχουν στη Δερύνεια, στο Μάσσαρι, ένα ξωκλήσι στο Παραλίμνι κ.α.
Ο Λεόντιος Μαχαιράς αναφέρει μια εκκλησία του Αγίου Αντωνίου έξω από την Κερύνεια, στην οποία κατέφυγε, αλλά συνελήφθη από τους διώκτες του, ο Περότ ντε Μοντολίφ στα 1385.