Στην Κύπρο, από τα προϊστορικά ήδη χρόνια τα δημητριακά αποτελούν τη βάση της φυτικής παραγωγής και κατανάλωσης. Οι κάτοικοι των προϊστορικών οικισμών από την 7η ήδη χιλιετία π.Χ. κατανάλωναν κριθάρι και σιτάρι αλεσμένα σε λιθόμυλους. Τα παλαιότερα ευρήματα που έχουμε στο νησί είναι σπόροι που δείχνουν χρήση άγριων τότε φυτών όπως κριθάρι, φακή, ελιές, αμύγδαλα, φιστίκια, σταφύλια. Τα δημητριακά - σιτάρι και κριθάρι - αποτέλεσαν τη βάση της δίαιτας των Κυπρίων, ενώ το καθημερινό διαιτολόγιο τους συμπληρωνόταν με την κατανάλωση οσπρίων, άγριων χόρτων, λαχανικών και φρούτων. Οι κάτοικοι του νησιού ενέταξαν από πολύ νωρίς τα όσπρια στη διατροφή τους, αφού καλλιέργησαν τις φακές και τα ρεβίθια ήδη από τη νεολιθική περίοδο.
Βλέπε λήμμα: Σιτηρά και Λίθινη εποχή
Κρέας και κυνήγι
Επιπλέον οι αρχαίοι Κύπριοι φαίνεται προτιμούσαν ιδιαίτερα το κρέας από κυνήγι. Οι κύριες πηγές κρέατος ήταν τα αιγοπρόβατα, οι χοίροι, τα κοτόπουλα, τα κουνέλια αλλά και το κυνήγι, το οποίο διαχρονικά αποτέλεσε αγαπημένη ενασχόληση των Κυπρίων, μέσω από το οποίο εξασφάλιζαν θηράματα όπως αγρινά, αγριογούρουνα, ελάφια (μέχρι και το μεσαίωνα), λαγούς και άγρια πτηνά. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές απέδειξαν ότι η σούβλα εχρησιμοποιείτο τουλάχιστον από τον 10ο π.Χ. αιώνα. Σε τάφους της Σαλαμίνας, για παράδειγμα, βρέθηκαν οβελοί και κρακευτές (=ψησταριές) που προσφέρονταν στους νεκρούς (έθιμο προερχόμενο από την αρχαία Ελλάδα). Πέρα από το ψήσιμο του κρέατος, ότι περίσσευε το έκαναν παστό για να συντηρηθεί χρησιμοποιώντας το θαλασσινό αλάτι, το οποίο στην κυπριακή κουζίνα υπήρξε ο κύριος τρόπος συντήρησης τροφίμων, ενώ το χρησιμοποιούσαν στο μαγείρεμα ως βελτιωτικό της γεύσης.
Βλέπε λήμμα: Σούβλα
Γλυκά
Οι Κύπριοι κατανάλωναν και γλυκά, κυρίως ως «τραγήματα», δηλαδή επιδόρπια, τα οποία για πολλούς αιώνες βασίζονταν στις γλυκαντικές ύλες, έψημα, χαρουπόμελο και μέλι, ενώ μετά την ύστερη βυζαντινή περίοδο η ζάχαρη αντικατέστησε σταδιακά τις παραδοσιακές αυτές γλυκαντικές ύλες.
Ψωμί, γάλα και θαλασσινά
Από το τραπέζι δεν έλειπε ποτέ το ψωμί, το οποίο συνοδευόταν από το «όψον». Το όψον ήταν συνοδευτικό συνήθως με τυρί, αυγά, παστά ή φρέσκα ψάρια και πιο σπάνια κρέας. Ο σίτινος άρτος, αποτελούσε τη λαϊκή τροφή αφού ήταν σχετικά φτηνός ενώ υπήρχε και ο φάκινος άρτος που ζυμωνόταν από το ζωμό της φακής. Παρόμοια ψωμιά ζυμώνονται έως σήμερα στην περιοχή Ομόδους, γνωστά ως «αρκατένα», που έχουν ως βάση τον ζωμό των ρεβυθιών.
Βλέπε λήμμα: Ελιά- ελιόλαδο
Η ελιά και το κρασί
Στη διατροφή των Κυπρίων σημαντική θέση κατείχαν το ελαιόλαδο, οι ελιές και το κρασί, το οποίο ήταν και το σημαντικότερο ποτό που συνόδευε τα γεύματα των Κυπρίων σε κάθε εποχή. Γνωστό σε όλη την Ανατολή, άλλοτε χαρακτηριζόταν ως «Κυπρίων νάμα» άλλοτε ως λεπτότατον, «οίνος άκρατος» και «φοινίκιος». Ο γεωγράφος Στράβων αποκαλεί την Κύπρο «εύοινον». Μάλιστα, στα ψηφιδωτά της Πάφου στον περίφημο «Οίκο του Διονύσου», αναγράφεται η πρόταση «Οι πρώτοι οίνον πιόντες», που παραπέμπει στην κατανάλωση κρασιού ιδίως κατά τις λατρευτικές τελετές προς τον θεό Διόνυσο.
Βλέπε λήμμα: Πάφος- αρχαιολογικός χώρος και Κρασί
Η παραδοσιακή κυπριακή δίαιτα επάγεται στα πλαίσια του υγιεινού προτύπου της μεσογειακής διατροφής. Ωστόσο, η διατροφή και οι γευματικές συνήθειες των Κυπρίων τροποποιούνται συνεχώς και εξελίσσονται, σαν απόκριση στις συνεχείς αλλαγές του πολιτισμικού και φυσικού περιβάλλοντος.
Πηγή: