Κυπριακής καταγωγής πρωτοποριακός συνθέτης και στοχαστής. Γεννήθηκε στις 8 Ιανουαρίου 1926 στην Ηλιούπολη (βορειοανατολική συνοικία του Καΐρου) της Αιγύπτου. Ήταν δευτερότοκος γιος του Ελευθέριου (Τέρη) Χρήστου, εύπορου βιομήχανου της ελληνικής παροικίας, ιδιοκτήτη εργοστασίου σοκολατοποιίας, και της Καλλιόπη (Λιλίκα) Ταβερνάρη, κυπριακής καταγωγής, ποιήτριας αλλά και πνευματίστριας. O Γιάννης Χρήστου θεωρείται από τις μεγαλύτερες μορφές της έντεχνης ελληνικής και παγκόσμιας μουσικής του 20ού αιώνα, διεθνώς γνωστός ως Jani Christou. Κύριο χαρακτηριστικό της ζωής και του έργου του ήταν οι έντονες φιλοσοφικές και μεταφυσικές του ανησυχίες, τις οποίες συσχέτιζε άμεσα με την μουσική, προσπαθώντας να αναδείξει την πανανθρώπινη θρησκευτική, μεταφυσική και μυστικιστική της διάσταση, πέραν από ιστορικές περιόδους, τεχνοτροπίες, πολιτισμούς και συγκεκριμένα θρησκευτικά δόγματα. ‘Έχοντας βαθιές γνώσεις φιλοσοφίας, ψυχολογίας, θρησκειολογίας, κοινωνικής ανθρωπολογίας, Ιστορίας της Τέχνης αλλά και αποκρυφισμού, ανέπτυξε το δικό του φιλοσοφικό σύστημα και τη δική του ορολογία για μια μεταφυσική της μουσικής και προσπάθησε ιδιαίτερα με τα τελευταία του έργα να υλοποιήσει τις ιδέες του σε ένα ευρύτερο «μεταμουσικό» πλαίσιο, όπου η μουσική ήταν κάτι πέρα από μουσική, συνεργαζόμενη με πολλές τέχνες με έναν νέο, υπερβατικό και λυτρωτικό τρόπο.
» Βλέπε Βίντεο: Jani Christou
Φοίτησε στο Αγγλικό δημοτικό σχολείο Αλεξάνδρειας την περίοδο και 1930-1938 και ακολούθως στο Αγγλικό κολέγιο Victoria Αλεξάνδρειας. Ο Χρήστου συνέχισε τις μουσικές του σπουδές με την διάσημη πιανίστα Τζίνα Μπαχάουερ, ενώ φοιτούσε στα καλύτερα αγγλόφωνα σχολεία της Αλεξάνδρειας. Το 1939 οι γονείς του χώρισαν και ο δεκατριάχρονος Γιάννης μαζί με τον αδελφό του Εύη, παρέμειναν με τον πατέρα τους. Τελειώνοντας το σχολείο, ο πατέρας του τον έστειλε στην Αγγλία για να σπουδάσει οικονομικά, ελπίζοντας να αναλάβει στη συνέχεια τις οικογενειακές επιχειρήσεις, κάτι που δε συνέβη. Ο Χρήστου, αν και πήρε τελικά το πτυχίο του στα οικονομικά, προτίμησε να σπουδάσει φιλοσοφία με τον Λούντβιχ Βιτγκενστάιν και τον Μπέρτραντ Ράσελ στο Καίμπριτζ, καθώς και ανώτερα θεωρητικά της μουσικής με διάφορους δασκάλους, ανάμεσα στους οποίους και ο Χανς Ρέντλιχ, μαθητής και βιογράφος του Άλμπαν Μπεργκ. Τις μουσικές του σπουδές τις συνέχισε στην Ιταλία (Σιένα, Γκάβι και Ρώμη, 1949-1953) με τους Βίτο Φράτσι και Μπρούνο Λαβανίνο, ενώ την ίδια χρονική περίοδο ασχολήθηκε σε βάθος και με την αναλυτική ψυχολογία, επηρεαζόμενος και από τον αδερφό του, ο οποίος σπούδαζε εκείνη την εποχή στο Ινστιτούτο Γιουνγκ στη Ζυρίχη.
Επιστρέφοντας στην Αίγυπτο αφοσιώθηκε στην σύνθεση. Το 1956 παντρεύτηκε την παιδική του φίλη Θηρεσία (Σία) Χωρέμη, ζωγράφο, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά. Την ίδια χρονιά σκοτώθηκε ο πολυαγαπημένος του αδερφός Έβης (Ευάγγελος) σε τροχαίο δυστύχημα, γεγονός που θα τον σημάδευε αφάνταστα για όλη του τη ζωή. Το 1960, με τις εθνικοποιήσεις του Νάσερ, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αλεξάνδρεια, όπως και οι περισσότεροι εύποροι Έλληνες της Αιγύπτου. Εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Χίο, όπου είχε επίσης αρκετή οικογενειακή περιουσία. Τα τελευταία του χρόνια διέμενε κυρίως στην Αθήνα, όπου και ασχολήθηκε, εκτός από την σύνθεση, με την προώθηση της πρωτοποριακής ελληνικής μουσικής.
Σκοτώθηκε, σε ηλικία 44 ετών, σε τροχαίο δυστύχημα τη νύχτα της 8ης Ιανουαρίου 1970, κατά την επιστροφή του στο σπίτι από εορτασμό των γενεθλίων του όταν το αυτοκίνητο που οδηγούσε η σύζυγός του Θηρεσία. Στο ίδιο δυστύχημα τραυματίστηκε θανάσιμα και η γυναίκα του, η οποία εξέπνευσε δέκα ημέρες αργότερα, αφήνοντας τα τρία τους παιδιά ορφανά, καθώς και η σύζυγος του συνθέτη Στέφανου Βασιλειάδη.
Μουσικό έργο
Κατά τους μουσικολόγους Γ. Γ. Παπαϊωάννου και Άννα Μ. Λουτσιανό, στο έργο του Χρήστου διακρίνονται έξι περίοδοι:
Πρώτη περίοδος (1949-1953): Τα πρώτα έργα του συνθέτη είναι σε ελεύθερο ατονικό ιδίωμα, με τίτλους που παραπέμπουν σε δυτικές παραδοσιακές μορφές, όπως η Συμφωνία αρ. 1 (1951) για ορχήστρα και μεσόφωνο και η Λατινική Λειτουργία (1951) για μικτή χορωδία, χάλκινα πνευστά και κρουστά. Το σημαντικότερο όμως έργο της πρώτης περιόδου είναι η Μουσική του Φοίνικα (1949) για ορχήστρα, το οποίο ο ίδιος ο συνθέτης αναγνώριζε ως opus 1, απορρίπτοντας κάποια εφηβικά πρωτόλεια.
Δεύτερη περίοδος (1953-1958): Η περίοδος αυτή δεν διαφοροποιείται ιδιαίτερα σε ύφος. Εντείνονται όμως οι μεταφυσικές και μυστικιστικές ανησυχίες του συνθέτη σε σχέση με τη μουσική. Το σημαντικότερο όμως έργο της περιόδου και από τα γνωστότερα του Χρήστου που έχουν διασωθεί είναι τα Εξι τραγούδια σε ποίηση Τ. Σ. Έλιοτ, τα οποία γράφτηκαν το 1955 αρχικά για μεσόφωνο και πιάνο και αργότερα, το 1957, ενορχηστρώθηκαν. Η ιδέα για την σύνθεσή τους χρονολογείται από την Πρώτη Συμφωνία (1950), όπου υπάρχει ενσωματωμένο το "Eyes that Last I saw in Tears". Τα Εξι τραγούδια σε ποίηση Τ. Σ. Έλιοτ θεωρούνται αριστουργηματικά για την υποβλητική τους ενορχήστρωση και τον τρόπο με τον οποίο έχουν αποδοθεί μουσικά τα ποιητικά νοήματα.
Τρίτη περίοδος (1959-1964): Σε αυτήν την περίοδο ο Χρήστου αναπτύσσει μια προσωπική τεχνική οργάνωσης της ατονικότητας, την οποία ονομάζει «μετα-σειραϊκή», προσπαθώντας να αποφύγει τις δεσμεύσεις και τα αδιέξοδα του σειραϊσμού. Με τον όρο "μετα-σειραϊκός" (“meta-serial”) ο Χρήστου εννοούσε «πέρα από τον σειραϊσμό» αισθητικά και όχι χρονολογικά, διαφορά που γίνεται σαφέστερη από τους αγγλικούς όρους “meta-serial” και “post-serial”, που μεταφράζονται το ίδιο στα ελληνικά. Στο πλαίσιο αυτό εισάγει νέες συνθετικές τεχνικές με δική του ορολογία, τις οποίες εφαρμόζει για πρώτη φορά στο έργο Patterns and Permutations για ορχήστρα (1960), γνωστό ως Μετατροπές στα ελληνικά.
Το κορυφαίο έργο της περιόδου αυτής είναι οι Πύρινες Γλώσσες (1964), ένα ορατόριο της Πεντηκοστής, για χορωδία, ορχήστρα και σολίστες που αναπαριστά την αγωνιώδη προσμονή των πρώτων χριστιανών για το θαύμα της Πεντηκοστής. Επίσης, στο έργο Προμηθέας Δεσμώτης κάνει για πρώτη φορά χρήση μαγνητοταινίας, εφαρμόζοντας τεχνικές της λεγόμενης «συγκεκριμένης μουσικής» με έναν δικό του όμως τρόπο.
Τέταρτη περίοδος (1965-1966): Η περίοδος αυτή αποτελεί σταθμό στο έργο του Χρήστου. Η «Αρχή του Φοίνικα» διευρύνεται με το «Σεληνιακό Πρότυπο» και την «Σεληνιακή Εμπειρία» (“Lunar Pattern” και “Lunar Experience”). Το «Σεληνιακό Πρότυπο» είναι η διαδοχή των σεληνιακών φάσεων ως αρχέγονο σύμβολο διαρκούς φθοράς και ανανέωσης όλων των βιο-κοσμικών διαδικασιών. Κατ’ επέκταση, η «Σεληνιακή Εμπειρία» αναφέρεται στην προσδοκία του ανθρώπου για την τήρηση του «Σεληνιακού Προτύπου», εμπεριέχει όμως και τον πρωτογενή φόβο για την απρόσμενη διακοπή του κύκλου της ανανέωσης, που αντιστοιχεί με την «απειλή» της σεληνιακής έκλειψης.
Η σημαντικότερη εξέλιξη όμως είναι ότι ο συνθέτης διευρύνει τα όρια της τέχνης του εισάγοντας την έννοια της «μεταμουσικής», ως υπέρβασης της μουσικής με την καθιερωμένη σημασία του όρου, με τη συνεργασία πολλών τεχνών (κυρίως μουσικής, θεάτρου και χορού) και σε απόλυτη ένωση με τη φιλοσοφία. Στο πνεύμα αυτό εισάγει επίσης τις έννοιες της «Πράξης» και της «Μεταπράξης», τις οποίες εξηγεί ο ίδιος με απλά λόγια: Πράξη (praxis): π.χ. ένας βιολιστής κάνει αυτό που αναμένεται από αυτόν, δηλαδή παίζει βιολί. Μεταπράξη (metapraxis): ο βιολιστής ενεργεί πέρα από το λογικώς προβλέψιμο, π.χ. ξεσπά σε άγριες κραυγές.
Πέμπτη περίοδος (1966-1968): Ο Χρήστου, επεκτείνοντας τη φιλοσοφική-μουσική του σκέψη, συνέλαβε τις εξής έννοιες: Η «Πρωτοεκτέλεση», δηλαδή η διαδικασία μεταφοράς βασικών σχηματισμών της ζωής, ψυχολογικά και φιλοσοφικά ερμηνευμένων, σε μεταμουσικά – μουσικοθεατρικά έργα. Η «Αναπαράσταση» είναι ένα είδος «πρωτοεκτέλεσης» πρωτόγονων, προϊστορικών, μυστηριακών και ονειρικών τελετουργιών μεταφερμένων σε μια νέα πραγματικότητα, με έναν ψυχοδραματικό τρόπο. Ο συνθέτης είχε σχεδιάσει περίπου 130 «Αναπαραστάσεις», από τις οποίες πρόλαβε να ολοκληρώσει μόνο τις τέσσερις, με πιο γνωστές την Αναπαράσταση Ι και την Αναπαράστραση ΙΙΙ (ο Πιανίστας).
Στο ίδιο ψυχοδραματικό πνεύμα εντάσσεται και το γνωστότερο έργο του Χρήστου αυτής της περιόδου, και από τα πιο πολυπαιγμένα σε Ελλάδα και εξωτερικό, Η Κυρία με τη Στρυχνίνη (1967). Πηγή έμπνευσης του έργου ήταν η Ψυχολογία και Αλχημεία του Καρλ Γιουνγκ, αλλά και ένα από τα όνειρα του Χρήστου (ο συνθέτης κατέγραφε λεπτομερώς τα όνειρά του για κάποια περίοδο και οι σημειώσεις του έχουν σωθεί σε ένα αρχείο με το όνομα Dream Files).
Έκτη περίοδος (1968-1970): Τα μόνα ολοκληρωμένα έργα της περιόδου αυτής είναι η Εναντιοδρομία (1968), βασισμένη στη σύλληψη του Ηράκλειτου για το παιχνίδι των αντιθέσεων, και η σκηνική μουσική για τον Οιδίποδα Τύραννο (1969), την οποία έγραψε ως «χάρη» για τον φίλο του Κάρολο Κουν, διακόπτοντας την εργασία του πάνω στην Ορέστεια. Η Ορέστεια, αν είχε ολοκληρωθεί, θα ήταν ένα έργο κολοσσιαίων διαστάσεων, στο οποίο ο Γιάννης Χρήστου σκόπευε να ενσωματώσει την ως τότε εμπειρία του συνοψίζοντας το σύνολο των ιδεών του φιλοσοφικού-μουσικού του συστήματος. Δυστυχώς, ο τόσο πρόωρος και άδικος χαμός του δεν του επέτρεψε να ολοκληρώσει τα σχέδιά του.
Πηγή: