Αρχιεπίσκοπος Κύπρου από τα τέλη του 1587 μέχρι τα τέλη του 1592. Είναι ένας από τους πρώτους αρχιεπισκόπους μετά την κατάληψη της Κύπρου από τους Τούρκους (1570-71), την εκδίωξη της Λατινικής Εκκλησίας από το νησί και την έναρξη αναδιοργάνωσης της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο υπ’ αριθμόν 64 στον κατάλογο των αρχιεπισκόπων Κύπρου της Μεγάλης Κυπριακής Εγκυκλοπαίδειας.
Ελάχιστες είναι οι σωζόμενες περί του αρχιεπισκόπου αυτού πληροφορίες. Γνωρίζουμε ότι το 1587 διαδέχθηκε τον Λαυρέντιο*. Το όνομά του ήταν Νικόλαος Ορσίνι Δουκατάρης (ή Δουκατάριος), μετονομάσθηκε όμως σε Νεόφυτο όπως μαρτυρείται σε επιστολή του Γαβριήλ Σεβήρου, εκκλησιαστικού προϊσταμένου της ελληνικής κοινότητας της Βενετίας. Σε επιστολή, εξάλλου, του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμία Β΄, αναφέρεται ο Νεόφυτος με τον τίτλο του Λευκωσίας, προφανώς επειδή στην πρωτεύουσα βρισκόταν η έδρα του.
Μια άλλη περί αυτού είδηση αναφέρεται από τον Μαρτίνο Κρούσιο, που λέγει ότι το τέλος Ιανουαρίου του 1589 αφίχθη στην Τυβίγγη ο Κύπριος Στέφανος Λάσκαρης, που μεταξύ των συστατικών επιστολών του περιλαμβανόταν και μια του αρχιεπισκόπου Νικοσίας (Λευκωσίας) Νεοφύτου (Μ. Crusii, Annales Suevici, 1596, p. 821).
Δυσμενείς περί του Νεοφύτου κρίσεις έχουμε από τον Γαβριήλ Σεβήρο (Ξ.Α. Σιδερίδου, Σιβήρου ἱστορική ἐπιστολή, Αλεξάνδρεια, 1913). Ο Σεβήρος εξέφρασε σφοδρά παράπονα εναντίον του Νικηφόρου, τοποτηρητή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στα τέλη του 1587 οπότε απουσίαζε ο πατριάρχης Ιερεμίας Β΄. Ο Σεβήρος κατηγόρησε τον Νικηφόρο ότι είχε ενεργήσει ώστε να εκλεγεί ως αρχιεπίσκοπος Κύπρου ο Νεόφυτος. Στη συνέχεια κατηγόρησε τόσο τον Νεόφυτο όσο και τον προκάτοχό του Λαυρέντιο ως απατεώνες. Για τον Νεόφυτο γράφει ότι προκάλεσε στην Κύπρο μεγάλην ζημίαν καί σκάνδαλον καί ἀτιμίαν, δρώντας παρά τοῖς ἀθλίοις ἐκείνοις [Κυπρίοις] ὡς ἄλλη ἀκρίδα, ἤ χάλαζα... ακόμη κι ως λοιμός!
Ο Σεβήρος είχε βέβαια λόγους να καταφέρεται κατά του Νεοφύτου, που τον κατηγόρησε ότι είχε συμπράξει με κάποιον Σεραφείμ σε αγώνα κατά του ιδίου. Επειδή δε ο Σεβήρος ήταν απότομος, τραχύς, οξύθυμος και αδιάλλακτος, οι επικρίσεις του περί του Νεοφύτου θεωρούνται υπερβολικές και όχι αμερόληπτες. Από τη διαμάχη, πάντως, Σεβήρου και Νεοφύτου, προκύπτει ότι ο δεύτερος είχε ζήσει και στη Βενετία πριν εκλεγεί αρχιεπίσκοπος Κύπρου. Καταγόταν, πιθανώς, από κυπριακή μεσαιωνική οικογένεια που είχε διαφύγει από την Κύπρο στην Ιταλία μετά την τουρκική κατάκτηση του νησιού.
«Επιβάτης» Νεόφυτος: Αναφέρεται ως ιερομόναχος Νεόφυτος που αντικανονικά ανήλθε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κύπρου μεταξύ 1744 και 1745, αντικαθιστώντας παράτυπα τον αρχιεπίσκοπο Κύπρου Φιλόθεο, γι’ αυτό και δεν λογίζεται ως αρχιεπίσκοπος Κύπρου. Ο Φιλόθεος*, που είχε κατηγορηθεί άδικα για καταχρήσεις, κηρύχθηκε έκπτωτος από τον μεγάλο βεζύρη στην Κωνσταντινούπολη, το 1744, και διετάχθη η αποστολή του στην Κύπρο, σιδηροδέσμιου, μέχρι την εκδίκαση της υποθέσεως. Ταυτόχρονα το Οικουμενικό Πατριαρχείο διετάχθη να εκλέξει και χειροτονήσει νέο αρχιεπίσκοπο Κύπρου. Παράτυπα και με σπουδή (μάλιστα με αποχή των περισσοτέρων μελών της), η σύνοδος του πατριαρχείου συμμορφώθηκε προς την εντολή της Πύλης. Υπήρξαν τρεις υποψηφιότητες των ιερομονάχων Νεοφύτου, Μητροφάνους και Μελετίου. Εξελέγη ο πρώτος, που δεν ήταν ούτε καν Κύπριος και τον οποίο ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός χαρακτηρίζει στην Ιστορία του ως «οἰνόφλυγα νεανίαν».
Ο Νεόφυτος αυτός ήλθε στην Κύπρο, μαζί με τον σιδηροδέσμιο αρχιεπίσκοπο Φιλόθεο, όπου ο μεν δεύτερος κρατήθηκε δεσμώτης ο δε πρώτος ζήτησε να ασκήσει τα καθήκοντα του αρχιεπισκόπου. Δεν έγινε όμως δεκτός από τον λαό, ούτε κι από τον κλήρο, με αποτέλεσμα να απειλήσει με όλεθρο όσους δεν τον αποδέχονταν, με αφανισμό τα μοναστήρια και με τιμωρία τους κληρικούς.
Τα πράγματα οδηγούντο προς σφοδρή σύγκρουση, όμως δυο γεγονότα έθεσαν τέρμα στην κρίση: αφ’ ενός η ανάκριση απέδειξε ότι ο Φιλόθεος ήταν αθώος, και αφ’ ετέρου ο «επιβάτης» Νεόφυτος πέθανε ξαφνικά — από άγνωστη αιτία — το 1745. Στο μεταξύ το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αναθεωρώντας την απόφασή του, του προηγούμενου χρόνου, το 1745 κήρυξε άκυρη την εκλογή του Νεοφύτου τον οποίο και καθαίρεσε (η καθαίρεσή του ανακοινώθηκε στην Κύπρο μετά τον θάνατό του). Τον Νεόφυτο είχε, στο μεταξύ, καθαιρέσει και η ιερά σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου που σωστά έκρινε ότι η εκλογή του ήταν αντικανονική. Στον κώδικα Α΄ της Αρχιεπισκοπής (σ. 36) υπάρχει και σώζεται τεκμηριωμένο κείμενο του Εφραίμ* του Αθηναίου που αποδεικνύει ότι δικαίως καθαιρέθηκε ο Νεόφυτος.
Στον αρχιεπισκοπικό θρόνο αποκατεστάθη τελικά ο αρχιεπίσκοπος Φιλόθεος.