Σε πηγές τόσο της Φραγκοκρατίας όσο και της Βενετοκρατίας απαντούν στοιχεία για την οικογένεια Σαγκταμαύρα. Το επίθετο επίσης αναφέρεται στις πηγές εκτός από Σαγκταμαύρα και Σανταμαύρα ή Αγιομαύρα.
Ο Στέφανος Lusignan σε σχετικό κατάλογο ευγενών, τον οποίο παραθέτει στα γνωστά έργα του για την Κύπρο, κατατάσσει την οικογένεια Σαγκταμαύρα μεταξύ των ευγενών οικογενειών. Η οικογένεια Σαγκταμαύρα εμφανίζεται μάλλον κατά τον 15ο αιώνα, επί βασιλείας του τελευταίου Φράγκου βασιλιά της Κύπρου. Η οικογένεια αυτή, όπως μαρτυρεί το όνομά της, έλκει την καταγωγή της από τη Λευκάδα των Επτανήσων, η οποία είναι γνωστή και ως Αγία Μαύρα από το κάστρο της πρωτεύουσάς της, το οποίο αναφέρεται από τον 14ο αιώνα. Ήταν εύλογο κάποιες οικογένειες από τη Λευκάδα να εγκατασταθούν σε άλλες φραγκοκρατούμενες περιοχές όπως ήταν η Κύπρος, αφού και η Λευκάδα κατά την ίδια εποχή ήταν κάτω από την εξουσία δυτικών χωροδεσποτών. Είναι σημαντικό μάλιστα να αναφέρουμε και ένα άλλο γεγονός το οποίο σχετίζεται με την Κύπρο και τη Λευκάδα. Το 1331 ο έκπτωτος δούκας των Αθηνών Βάλτερος Βρυέννιος, ο οποίος καταγόταν από τους Lusignan της Κύπρου και κατείχε ως φέουδα την Ομορφίτα και το Μεσοκελεύσι (Καϊμακλί), κατέλαβε τη Λευκάδα. Ακολούθως, το 1355 παραχώρησε τη χωροδεσποτεία του νησιού στον έμπιστό του Γρατιανό Τζώρτζη από τη Βενετία. Επί των ημερών του Τζώρτζη ξέσπασε το 1357 η εξέγερση των χωρικών, η γνωστή ως «η επανάσταση της βουκέντρας», η οποία και ενέπνευσε τον Λευκαδίτη ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη να γράψει το έργο του «Φωτεινός».
Το 1468 ένα διασωθέν διάταγμα του βασιλιά της Κύπρου Ιακώβου Β’ Lusignan αναφέρεται σε μία εκ μέρους του παραχώρηση σε έναν Ιάκωβο Σαγκταμαύρα. Μεταξύ άλλων, ο βασιλιάς τού χορηγούσε είκοσι πέντε μόδια σιτάρι, είκοσι πέντε μέτρα κρασί και διακόσια πενήντα βυζάντια ετησίως. Σημειώνουμε ότι ένα μέτρο κρασί ισοδυναμούσε περίπου με είκοσι ή είκοσι πέντε λίτρα. Κατά το ίδιο έτος, επίσης, ο βασιλιάς Ιάκωβος Β’ Lusignan είχε προσλάβει στην υπηρεσία του τον Ιάκωβο Zenero Σαγκταμαύρα, ένα άλλο μέλος της ίδιας οικογένειας. Ο βασιλιάς με εντολή του παραχωρούσε ετησίως στον Ιάκωβο Zenero για τις υπηρεσίες που θα του προσέφερε τριάντα έξι μόδια σιτάρι, τριάντα έξι μέτρα κρασί, τριακόσια πενήντα βυζάντια καθώς επίσης και κριθάρι για δύο άλογα, τα οποία θα είχε για τις εργασίες που θα επιτελούσε.
ΙΛίγο πριν η Κύπρος περάσει ολοκληρωτικά στη Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας και η βασίλισσα Αικατερίνη Κορνάρο μετά από πιέσεις αναγκαστεί να αφήσει το βασίλειό της και να αναχωρήσει για τη Βενετία, ένα άλλο μέλος της οικογένειας Σαγκταμαύρα εμφανίζεται στις πηγές της Ιστορίας της Κύπρου. Πρόκειται για τον Αντώνιο Σαγκταμαύρα ο οποίος το 1487 είχε θεωρηθεί συνωμότης και ότι σε συνεργασία με τους Οθωμανούς εργαζόταν για ανατροπή της κυβέρνησης της Κύπρου. Έτσι τουλάχιστον ισχυρίζονταν οι Βενετοί. Το Συμβούλιο των Δέκα με ομόφωνη απόφασή του έδινε απαρέγκλιτη εντολή στον γενικό προνοητή της Κύπρου και στους συμβούλους να συλληφθεί ο Αντώνιος Σαγκταμαύρας και να μεταφερθεί στη Βενετία για να δικαστεί από το ίδιο συμβούλιο. Ο Αντώνιος Σαγκταμαύρας ήταν γαμπρός του ορθόδοξου επισκόπου Κύπρου και οι Βενετοί είχαν δώσει εντολή να συλληφθεί τόσο ο Αντώνιος Σαγκταμαύρας όσο και ο πεθερός του. Τελικά ο Αντώνιος Σαγκταμαύρας κατάφερε και δραπέτευσε από την Κύπρο. Ο ίδιος ωστόσο ήταν ευνοούμενος του τελευταίου Φράγκου βασιλιά Ιακώβου Β’ Lusignan ενόσω ζούσε, αφού σύμφωνα με τα όσα αναφέρει στην ιστορία του ο Φλώριος Βουστρώνιος, του έχει παραχωρήσει δύο χωριά, την Πηγή και την Αγία Βαρβάρα. Το χωριό Πηγή είναι αυτό της Μεσαορίας αλλά για το χωριό Αγία Βαρβάρα δεν διευκρινίζεται εάν πρόκειται γι’ αυτό του διαμερίσματος Λευκωσίας (Viscontado) ή αυτό της Καρπασίας. Πολύ πιθανόν να πρόκειται για την Αγία Βαρβάρα Καρπασίας, χωριό που χάθηκε με την πάροδο των αιώνων.
Η οικογένεια Σαγκταμαύρα κατά τη Βενετοκρατία
Το 1520 ένας Γεώργιος Σαγκταμαύρας, όπως μαρτυρείται στις πηγές, ήταν φεουδάρχης με ετήσιο εισόδημα τριακόσια δουκάτα. Επίσης, ένας Ιάκωβος Σαγκταμαύρας το 1560 όφειλε υπηρεσία στον φεουδαρχικό στρατό δύο ιππέων. Το 1570, κατά την πολιορκία και την πτώση της Λευκωσίας από τους Οθωμανούς είχε φονευθεί ένας Ιερώνυμος Σαγκταμαύρας. Ένα άλλο μέλος της ίδιας οικογένειας, ο Ιωάννης, είχε ελευθερωθεί το 1575 και ζητούσε χρήματα για να ελευθερώσει δύο αδελφές και δύο αδελφούς του που εξακολουθούσαν να βρίσκονται αιχμάλωτοι στην Κωνσταντινούπολη στα χέρια των Οθωμανών. Ακόμη, το 1578 ένας άλλος Ιωάννης Σαγκταμαύρας, ο οποίος αναφέρεται ως ευγενής και πατρίκιος από τη Λευκωσία, προσπαθούσε να συγκεντρώσει χρήματα για να ελευθερώσει τον αδελφό του Ρουμπίνο που ήταν αιχμάλωτος των Οθωμανών.
Μετά την πτώση της Κύπρου στους Οθωμανούς, ένας Ιωάννης Μπατίστας Σαγκταμαύρας (Sancta Maura), γιος ενός Ευγένιου, μαρτυρείται σε αρχειακό υλικό το 1578-1579 στη Βενετία. Σε μια περίπτωση o Ιωάννης Μπατίστας Σαγκταμαύρας δήλωνε με όρκο σε ένα νοταριακό έγγραφο ότι ο Μιχαήλ Καριώτης (Carioti), μέλος της γνωστής κυπριακής οικογένειας, ήταν αιχμάλωτος στα χέρια των Οθωμανών. Το 1579 επίσης και πάλι ο Ιωάννης Μπατίστας Σαγκταμαύρας υπέγραφε ως μάρτυρας σε ένα άλλο νοταριακό έγγραφο για δύο άλλους Κύπριους, μέλη πολύ γνωστών τότε οικογενειών. Αυτήν τη φορά επρόκειτο για τους Μαρκαντώνιο Μουσκόρνο και Ιερώνυμο Γιαφούνη. Ο Ιωάννης Μπατίστας υπέγραφε στο εν λόγω έγγραφο ως μάρτυρας μαζί με τον Κύπριο Ιωάννη Babin.
Μετά την πτώση της Κύπρου
Ο τελευταίος σπουδαίος κωδικογράφος στην Ιταλία υπήρξε ο Ιωάννης, ένα μέλος της οικογένειας Σαγκταμαύρα ή Αγιομαύρα που είχε γεννηθεί το 1538 στη Λευκωσία και πέθανε τον Φεβρουάριο του 1614. Στους κώδικες που αντέγραψε απαντούν βιογραφικά σημειώματα του Ιωάννη Σαγκταμαύρα, γεγονός που μας επιτρέπει να πληροφορηθούμε τα μέρη στα οποία έζησε. Με βάση τα πιο πάνω, σημειώνουμε ότι έζησε στη Μεσσήνη της Σικελίας, στο San Lorenzo και στη Seminara της Καλαβρίας, στη Νάπολη και τέλος στη Ρώμη το 1583. Εκεί από το 1585 έως τον θάνατό του υπηρέτησε ως γραφεύς (scriptor) των ελληνικών βιβλίων στη Βιβλιοθήκη του Βατικανού. Οι κώδικες τους οποίους αντέγραψε ο Σαγκταμαύρας ανέρχονται στους εκατό και σήμερα βρίσκονται σε διάφορες βιβλιοθήκες, όπως στο Παρίσι, τη Ρώμη, το Βατικανό, το Μιλάνο, το Λονδίνο, την Οξφόρδη, το Μόναχο, τη Βιέννη και αλλού. Ας σημειωθεί ότι στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Νεάπολης υπάρχει εικονογραφημένο κείμενο του Σαγκταμαύρα με πνευματικές παραινέσεις αφιερωμένο στον φίλο του Μακάριο Μελισσηνό, μητροπολίτη Μονεμβασίας. Πρόσφατα σε πατμιακό κώδικα βρέθηκε μετάφραση σε δημώδη ελληνική κάποιων κεφαλαίων των «Πράξεων των Αποστόλων» και ως εκ τούτου ο Σαγκταμαύρας θεωρείται ο πρώτος μεταφραστής κειμένων της Καινής Διαθήκης. Ο Γερμανός Κουσκουνάρης, επίσκοπος Αμαθούντος, Λευκάρων Νεμεσού ή Κουρίου υπήρξε στενός φίλος του Σαγκταμαύρα στη Ρώμη.
Ο Ιούλιος Καίσαρας Σαγκταμαύρας ή Αγιομαύρας, γιος του πιο πάνω γνωστού κωδικογράφου Ιωάννη, περιπλανήθηκε στη Δύση. Εργάστηκε μετά το 1599 στη Ρώμη ως γραφέας στη Βιβλιοθήκη του Βατικανού έως το 1612. Αργότερα τον συναντούμε στη Μαδρίτη όπου θα φυλακιστεί από τις ισπανικές αρχές για τις συκοφαντικές του καταγγελίες εναντίον συμπατριωτών του, οι οποίοι υπηρετούσαν ως πράκτορες της Ισπανίας. Ο Ιούλιος Καίσαρας Σαγκταμαύρας και ο πατέρας του Ιωάννης συνέταξαν το δίτομο ευρετήριο ελληνικών κωδίκων της Βιβλιοθήκης του Βατικανού.
Αξίζει να αναφερθεί επίσης ότι ο βενετικής καταγωγής Κλαύδιος Τσεκκίνης, που εξακολουθούσε να ζει στην Κύπρο και μετά την οθωμανική κατάκτηση, νυμφεύθηκε μια γυναίκα από την οικογένεια Σαγκταμαύρα. Τέλος, το επίθετο Σαγκταμαύρα του κλάδου ο οποίος συνέχισε να ζει στην Κύπρο, όπως φαίνεται, με την πάροδο των ετών μετατράπηκε από Σαγκταμαύρα σε Σανταμά…
Σαγκταμαύρα ή Αγιομαύρα.