Ούγος Γ'

Image

Πρώτος ξάδελφος και διάδοχος του Ούγου Β'. Βασίλεψε από το 1267 μέχρι τον θάνατό του το 1284. Ήταν γιος της Ισαβέλλας Λουζινιανής (θυγατέρας του βασιλιά Ούγου Α΄) και του Ερρίκου της Αντιοχείας. Ο βασιλιάς της Κύπρου Ερρίκος Α΄ (1218-1253) ήταν θείος του, αδελφός της μητέρας του. Όταν ο γιος του Ερρίκου Α΄, ο βασιλιάς Ούγος Β΄, πέθανε σε νεαρή ηλικία το 1267 χωρίς ν’ αποκτήσει διάδοχο, η βασιλική εξουσία περιήλθε στον πλησιέστερο συγγενή του που ήταν ο

Ούγος Γ΄.

 

Ο Ούγος Γ΄ νυμφεύθηκε την Ισαβέλλα, της οικογένειας των Ιβελίνων (ήταν κόρη του Γκυ ντ’ Ιμπελέν, κοντοσταύλη της Κύπρου, κι εγγονή του γνωστού Ιωάννη ντ’ Ιμπελέν, του «γηραιού κυρίου» της Βηρυτού). Μαζί της απέκτησε συνολικά 11 παιδιά εκ των οποίων δυο έγιναν βασιλιάδες της Κύπρου: ο Ιωάννης Α΄ (1284-5) και ο Ερρίκος Β΄ (1285-1324). Μεταξύ των άλλων παιδιών του ήσαν ο Αμωρύ λόρδος της Τύρου και αντιβασιλιάς της Κύπρου το 1306-1310 όταν εκθρόνισε τον αδελφό του Ερρίκο Β΄, ο Γκυ κοντοσταύλης της Κύπρου, η Μαίρη, που παντρεύτηκε το βασιλιά της Αραγονίας Ιάκωβο Β΄, η Μαργαρίτα, που παντρεύτηκε τον βασιλιά της Αρμενίας Χαϋτόν Β΄, η Ελοΐζ που παντρεύτηκε τον βασιλιά της Αρμενίας Θορός Γ΄ και η Ισαβέλλα, που παντρεύτηκε τον επίσης βασιλιά της Αρμενίας Οσίν. Γιος του Γκυ, του κοντοσταύλη της Κύπρου, ήταν ο μετέπειτα βασιλιάς της Κύπρου Ούγος Δ΄.

 

Ιεροσόλυμα 

Το 1267, όταν ανήλθε στον θρόνο της Κύπρου, ο Ούγος Γ΄ κέρδισε και τον θρόνο των Ιεροσολύμων που είχε αποκτηθεί από τον προπάππο του Αμωρύ όταν ο τελευταίος είχε νυμφευθεί την Ισαβέλλα της Καμπανίας, και που είχε απολεσθεί για τους Λουζινιανούς λίγο υστερότερα και περιέλθει στον Ιωάννη της Βριέννης. Τον θρόνο των Ιεροσολύμων τον κέρδισε προβάλλοντας τον εαυτό του ως νόμιμο κληρονόμο, λόγω συγγενικών δεσμών. Ο βασιλιάς Ούγος Γ΄ εστέφθη και βασιλιάς των Ιεροσολύμων στην Τύρο (24 Σεπτεμβρίου). Μέχρι τον θάνατό του (24 Μαρτίου 1284) ο Ούγος προσπαθούσε σκληρά να περισώσει ό,τι ήταν δυνατό από τα απομεινάρια του άλλοτε ισχυρού σταυροφορικού βασιλείου.

Όμως επί των ημερών του το βασίλειο των Ιεροσολύμων πληττόταν συνεχώς από τις δυνάμεις του Μαμελούκου σουλτάνου Μπαϊμπάρς και τα κάστρα κι οι πόλεις του σταδιακά αλώνονταν. Ο Ούγος προσπάθησε και ν’ αντιδράσει δυναμικά αλλά και να έλθει σε συμφωνία με τον Μπαϊμπάρς με διαπραγματεύσεις και υπογραφή ειρήνης, ιδίως μετά την απώλεια της Αντιοχείας, χωρίς όμως να κατορθώσει να σταματήσει τους Μαμελούκους. Μάλιστα ο Μπαϊμπάρς προσπάθησε ακόμη να μεταφέρει τον πόλεμο κατά του Ούγου στην ίδια την Κύπρο, με επίθεση κατά της Λεμεσού το 1271, που απέτυχε. Ο Ούγος κατέβαλε τότε προσπάθειες να συνενώσει όλες τις χριστιανικές δυνάμεις της Συροπαλαιστίνης, προκειμένου ν’ αντιμετωπίσει τους Μαμελούκους. Ενώ όμως δρούσε προς αυτή την κατεύθυνση, πέθανε στην Τύρο το 1284. Μέχρι το 1291 οι Λουζινιανοί έχασαν εντελώς το βασίλειο των Ιεροσολύμων κι έκτοτε οι επόμενοι βασιλιάδες της Κύπρου έφεραν απλώς και τον τίτλο των βασιλιάδων των Ιεροσολύμων. Εστέφοντο βασιλείς της Ιερουσαλήμ στον καθεδρικό Ναό του Αγίου Νικολάου στην Αμμόχωστο.

 

Γράμματα 

Ο Ούγος Γ΄, που απεκλήθη και μέγας, υπήρξε προστάτης των γραμμάτων. Μεταξύ άλλων, επεξέτεινε κι εξωράισε το μοναστήρι του Πέλλα-Παΐς, που είχε ιδρυθεί από τον Ούγο Α΄. Ήταν επίσης ικανός στρατιωτικός ηγέτης. Ωστόσο οι αγώνες του στη Συρία και Παλαιστίνη για ανάκτηση του βασιλείου των Ιεροσολύμων δεν ήταν δυνατό, στις δοσμένες συνθήκες, να επιτύχουν, παρά μόνο με τη συνένωση των χριστιανικών δυνάμεων και την ενισχυμένη προσπάθεια, πράγμα που δεν έγινε κατορθωτό.