Ερρίκος Β' Henri Λουζινιάν

Image

Βασιλιάς της Κύπρου από το 1285 μέχρι το 1324. Γεννήθηκε το 1271 και ήταν γιος του βασιλιά της Κύπρου Ούγου Γ΄(1267 - 1284). Μετά τον θάνατο του Ούγου Γ΄, στον θρόνο ανήλθε το 1284 ο πρωτότοκος γιος του Ιωάννης Α', που πέθανε όμως τον επόμενο χρόνο, οπότε τον διαδέχθηκε ο δευτερότοκος γιος του Ούγου, ο Ερρίκος Β΄. Ο τελευταίος ο οποίος παντρεύτηκε με την Κωνστάνς της Αραγονίας στις 16 Οκτωβρίου 1317 ήταν ασθενικός και δεν γέννησε διάδοχο. Μετά τον θάνατο του, το 1324, τον διαδέχθηκε στον θρόνο ο ανεψιός του Ούγος Δ΄ (1324 - 1359), γιος του αδελφού του Γκυ (Γουίδου) και της Εχίβης ντ’ Ιμπελέν.

 

Η στέψη του Ερρίκου Β΄ ως βασιλιά της Κύπρου έγινε στη Λευκωσία στις 24 Ιουνίου 1285. Τον επόμενο χρόνο πήγε στην Τύρο όπου στέφθηκε στις 15 Αυγούστου 1286 και βασιλιάς των Ιεροσολύμων. Η στέψη έγινε στην Τύρο επειδή τα Ιεροσόλυμα, που απετέλεσαν μαζί με την Κύπρο ένα βασίλειο, βρίσκονταν υπό την κατοχή των Μωαμεθανών.

 

Ο Ερρίκος ήταν εκείνος που άρχισε να οχυρώνει τη Λευκωσία, κτίζοντας τα τείχη της πόλης η οποία, μέχρι τότε, δεν διέθετε. Οι οχυρώσεις που άρχισε ο Ερρίκος και που συμπληρώθηκαν αργότερα, γκρεμίστηκαν από τους Βενετούς κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας κι αντικαταστάθηκαν με άλλες, αυτές που τα απομεινάρια τους υφίστανται σήμερα.

 

Στις 26 Απριλίου 1306 εκδηλώθηκε κίνημα των ευγενών κατά του βασιλιά Ερρίκου, που επεκράτησε αναίμακτα. Η δικαιολογία ήταν ότι ο βασιλιάς δεν κυβερνούσε άξια τη χώρα εξαιτίας της ασθένειάς του. Επικεφαλής του κινήματος ήταν ο αδελφός του βασιλιά, ο Αμάλριχος Λουζινιανός (Αμωρύ), που ανακηρύχθηκε αντιβασιλιάς. Ελάχιστοι μόνο διαφώνησαν με το κίνημα, μεταξύ δε αυτών και η μητέρα του βασιλιά και του πραξικοπηματία αντιβασιλιά, Ισαβέλλα, που έκλαιγε, φώναζε και καλούσε τον λαό και τους ευγενείς ν’ αντισταθούν στους κινηματίες, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Το πραξικόπημα υποστήριξαν, εκτός από την πλειονότητα των ευγενών, και τα μέλη της Λατινικής Εκκλησίας της Κύπρου καθώς και οι Ναΐτες ιππότες που βρίσκονταν στο νησί.

 

Ο άρρωστος βασιλιάς Ερρίκος αναγκάστηκε να συνάψει ταπεινωτική γι’ αυτόν συμφωνία με τον αδελφό του, στον οποίο παρεχώρησε την εξουσία. Ο ίδιος απεσύρθη με την ακολουθία του στο κτήμα που είχε στον Στρόβολο, κοντά στη Λευκωσία, όπου ασχολείτο με την εκγύμναση των γερακιών του. Λίγο αργότερα όμως, ο βασιλιάς δοκίμασε ν’ ανακαταλάβει την εξουσία, αλλά απέτυχε και πολιορκήθηκε στο παλάτι του στη Λευκωσία. Όμως στις 7 Φεβρουαρίου 1307 ο Αμάλριχος κατόρθωσε να συλλάβει τον βασιλιά, που τον έστειλε αιχμάλωτο στον βασιλιά της Αρμενίας Χατόv (Hayton). Ο βασιλιάς της Αρμενίας Χατόν Β' ήταν συγγενής του Αμάλριχου επειδή ο τελευταίος είχε νυμφευθεί την αδελφή του Ισαβέλλα η οποία, μετά τον εκτοπισμό του Ερρίκου, γινόταν τώρα βασίλισσα (σωστότερα: αντιβασίλισσα) της Κύπρου.

 

Ο Ερρίκος παρέμεινε στην εξορία μέχρι τον θάνατο του αδελφού του Αμάλριχου, που δολοφονήθηκε από έναν ευγενή, τον Σιμόν ντε Μοντολίφ, στις 5 Μαρτίου 1309 κατά τον Λεόντιο Μαχαιρά ή στις 5 Ιουνίου 1310 κατά τον Στραμβάλδι. Λίγο αργότερα μπόρεσε να επιστρέψει στην Κύπρο και ν’ ανέλθει ξανά στον θρόνο.

 

Πέθανε την 31 Μαρτίου 1324 στο κτήμα του στον Στρόβολο κι ετάφη στην εκκλησία του Αγίου Δομινίκου στη Λευκωσία. Ο Ερρίκος δεν φαίνεται να είχε ιδιαίτερες ηγετικές ικανότητες, αν και διεξήγαγε περιορισμένης εκτάσεως στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά των Σαρακηνών στη Συρία και στην Αίγυπτο και κατά των Τούρκων στη Μικρά Ασία. Το 1291 ο ίδιος παρευρέθη, μαζί με ιππότες από την Κύπρο, στην Άκρα και πολέμησε κατά των δυνάμεων του σουλτάνου Ασράφ που πολιόρκησαν την πόλη. Ο Ερρίκος διέφυγε στην Κύπρο όταν η πτώση της Άκρας ήταν πια βέβαιη. Στη συνέχεια κατακτήθηκαν από τους Μαμελούκους η Τύρος, η Σιδών, η Βηρυτός και άλλες πόλεις, από τις οποίες πολλοί πρόσφυγες κατέφυγαν στην Κύπρο.

 

Επί ημερών του βασιλιά Ερρίκου Β' σημειώθηκε και η ρήξη των Ναϊτών ιπποτών με τον πάπα ύστερα από κατηγορίες κατ’ αυτών από τον βασιλιά της Γαλλίας Φίλιππο τον Ωραίο. Οι Ναΐτες, που βρίσκονταν στην Κύπρο όπου διέθεταν και τεράστια περιουσία, καταδικάστηκαν από τον πάπα που έδωσε εντολή στον Αμάλριχο να τους εξοντώσει. Ο Αμάλριχος φάνηκε απρόθυμος να εκτελέσει την εντολή της Αγίας Έδρας γιατί οι Ναΐτες τον είχαν βοηθήσει στο πραξικόπημα κατά του αδελφού του. Τους περιόρισε όμως και τους αφόπλισε, αργότερα δε οι Ναΐτες εξολοθρεύτηκαν και η περιουσία του τάγματος τους μεταβιβάστηκε στο τάγμα των Ιωαννιτών ιπποτών.

 

Ο Ερρίκος, όταν επέστρεψε από την εξορία κι έγινε δεκτός με πανηγυρισμούς, τήρησε κατά το υπόλοιπο της βασιλείας του σκληρή στάση, κυρίως έναντι εκείνων που είχαν υποστηρίξει  τον αδελφό του. Τους περισσότερους, παρά το ότι ζήτησαν συγχώρεση, τους έκλεισε στη φυλακή του κάστρου της Κερύνειας όπου τους άφησε να πεθάνουν από πείνα.

 

Ο βασιλιάς Ερρίκος δεν φαίνεται να είχε καλή φήμη στην Ευρώπη γιατί οι συγγραφείς της εποχής του μιλούν περιφρονητικά γι’ αυτόν. Ακόμη κι ο Δάντης, στη Θεία Κωμωδία, του παρουσίαζει σκληρό δυνάστη:

 

...Ἡ Φαμαγκούστα κλαίν κι ἡ Λευκωσία

γιά τ’ ἂνομο θεριό τους καί μουγκρίζουν,

πού ἀπ’ τ’ ἂλλα τά θεριά δεν ξεμακραίνει...

 

Ο Δάντης, για να γίνουν πιστευτοί οι ισχυρισμοί του για την αγριότητα των βασιλιάδων, φέρνει εδώ ως παράδειγμα τον βασιλιά της Αμμοχώστου και της Λευκωσίας (19ο τραγούδι του Παραδείσου).

 

Ο Ερρίκος ήλθε επίσης σε ρήξη με τους Γενουάτες που βρίσκονταν στην Κύπρο, γιατί οι εμπορικές τους δραστηριότητες συγκρούονταν με τα εμπορικά συμφέροντα του δικού του βασιλείου. Δεν μπόρεσε όμως να τους πλήξει καίρια κι αναγκάστηκε να παραχωρήσει προνόμια στους αντιπάλους τους Βενετούς.

 

Πηγή:

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια