Εκκλησία μονόκλιτη καμαροσκέπαστη με οξυκόρυφη καμάρα που βαίνει σε τρία οξυκόρυφα σφενδόνια που ξεκινούν από προβόλους στον βόρειο και τον νότιο τοίχο. Αρχικά κτίσθηκε χωρίς νάρθηκα. Αργότερα προστέθηκε στα δυτικά νάρθηκας καλυμμένος με σταυροθόλιο. Η εκκλησία έχει τρεις θύρες, από μια στο μέσο του βόρειου, του δυτικού και του νότιου τοίχου. Ο νάρθηκας έχει μια θύρα στο μέσο του δυτικού τοίχου και οξυκόρυφα τόξα στον νότιο και τον βόρειο τοίχο που έχουν εντοιχισθεί.
Η εκκλησία δεν φαίνεται να τοιχογραφήθηκε ολόκληρη. Τοιχογραφίες σώζονται μόνο στην αψίδα και πάνω από τη νότια και τη βόρεια είσοδο. Στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας σώζεται το άνω μέρος της Θεοτόκου όρθιας με τα χέρια υψωμένα σε δέηση. Πιο κάτω διασώζεται η Κοινωνία των Αποστόλων, και χαμηλότερα, δεξιά και αριστερά του μικρού παραθύρου της αψίδας, είναι ζωγραφισμένοι έξι ιεράρχες, ανά τρεις, στραμμένοι προς το κέντρο της αψίδας όπου υπάρχει Αγία Τράπεζα με δισκάριο και ποτήριο. Διακρίνονται από τα αριστερά οι άγιοι Σπυρίδων, Γρηγόριος ο Θεολόγος, Ιωάννης Χρυσόστομος και Βασίλειος. Οι δυο άλλοι είναι αδιάγνωστοι. Το κάτω μέρος των ιεραρχών είναι κατεστραμμένο.
Πάνω από τη νότια είσοδο είναι ζωγραφισμένο το Άγιον Μανδήλιον και πάνω από τη βόρεια είσοδο το Άγιον Κεραμίδιον, όπως συνήθως. Στις παρειές της νότιας εισόδου είναι ζωγραφισμένοι αποτροπαϊκοί σταυροί. Η τέχνη των τοιχογραφιών είναι η συνήθης στις αρχές του 16ου αιώνα.