Η εκκλησία του Σταυρού βρίσκεται στο νότιο άκρο του χωριού. Στη σημερινή της μορφή παρουσιάζεται σαν «τρίκλιτη» εκκλησία με τρούλλο και είναι αποτέλεσμα τριών προσθηκών και πολλών επεμβάσεων που άλλαξαν σημαντικά την αρχική μορφή της. Η αρχική εκκλησία ήταν μονόκλιτη με τρούλλο. Από την αρχική αυτή εκκλησία σώθηκε μόνο η αψίδα. Αργότερα η εκκλησία καταστράφηκε, άγνωστο γιατί, και ξανακτίσθηκε στον ίδιο τύπο με επιμηκυσμένη τη δυτική καμάρα. Αυτό έγινε πιθανότατα τον 13ο ή τις αρχές του 14ου αιώνα. Τον 14ο αιώνα προστέθηκε το βόρειο παρεκκλήσι, χωρίς αψίδα, κι ενώθηκε με την αρχική εκκλησία στα τέλη του 15ου ή τις αρχές του 16ου αιώνα αφού αφαιρέθηκε τμήμα του τυμπάνου του κεντρικού τυφλού τόξου του βόρειου τοίχου και αντικαταστάθηκε με τόξο. Τότε αφαιρέθηκε και τμήμα του τυμπάνου του δυτικού τυφλού τόξου και του ανατολικού τυφλού τόξου του βόρειου τοίχου για να επικοινωνεί το παρεκκλήσι με την εκκλησία. Στο τέλος του 15ου ή τις αρχές του 16ου αιώνα προστέθηκε ακόμη ένα παρεκκλήσι στη νότια πλευρά της εκκλησίας με αψίδα στην ανατολική πλευρά που ενώθηκε με την αρχική εκκλησία όπως και το βόρειο παρεκκλήσι. Σε νεότερους χρόνους κατέρρευσαν ο βόρειος τοίχος του βόρειου παρεκκλησίου και μαζί του η καμάρα που το κάλυπτε, και το βόρειο τμήμα του ανατολικού τοίχου με αποτέλεσμα να καταστραφούν οι τοιχογραφίες που διακοσμούσαν τον βόρειο τοίχο και την καμάρα. Άγνωστο αν τότε ή πιο ύστερα καταστράφηκε και η αψίδα του νότιου παρεκκλησίου και αντικαταστάθηκε με ευθύ ανατολικό τοίχο. Σήμερα σώζονται μόνο τα θεμέλια της αψίδας.
Η αψίδα της αρχικής εκκλησίας, που διασώθηκε ενσωματωμένη στην εκκλησία του 13ου αιώνα, είναι διακοσμημένη με τοιχογραφίες. Οι τοιχογραφίες αυτές βρέθηκαν μετά την αφαίρεση του νεότερου στρώματος τοιχογραφιών που είχαν αποκολληθεί και κινδύνευαν να καταπέσουν. Σ' αντίθεση με όλα τα άλλα γνωστά παραδείγματα, στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας είναι ζωγραφισμένη η Δέηση. Ο Χριστός, σε μεγαλύτερο από το φυσικό μέγεθος, εικονίζεται από τη μέση και πάνω ενώ στα δεξιά και τα αριστερά του εικονίζονται σε πολύ μικρότερο μέγεθος όρθιοι η Παναγία και ο Πρόδρομος. Στον ημικυλινδρικό τοίχο της αψίδας, που διατρυπάται από μικρό ορθογώνιο παράθυρο, εικονίζονται στραμμένοι προς το κέντρο, όπου χαμηλά κάτω εικονίζονται τράπεζα και δισκοπότηρο, έξι ιεράρχες, τρεις στη βόρεια πλευρά της τράπεζας (Κύριλλος, Νικόλαος, Βασίλειος) και τρεις στη νότια πλευρά (Χρυσόστομος, Επιφάνιος και Σπυρίδων [;]). Στα βόρεια της αψίδας αποκαλύφθηκε τοιχογραφία διακόνου, ίσως του αγίου Στεφάνου, έργο του ίδιου ζωγράφου. Αντίθετα η τοιχογραφία που βρέθηκε στον ανατολικό τοίχο στα νότια της αψίδας και εικονίζει τον άγιο Παντελεήμονα είναι έργο άλλου ζωγράφου, ίσως των αρχών του 13ου αιώνα. Η τεχνοτροπία των τοιχογραφιών της αψίδας είναι πολύ διαφορετική από τις άλλες γνωστές τοιχογραφίες της Κύπρου. Είναι πολύ σχηματοποιημένες, γραμμικές με περιορισμένη χρωματική κλίμακα, αλλά με στιλπνά χρώματα ιδιαίτερα το κόκκινο και το πράσινο και προαναγγέλλουν τοιχογραφίες και εικόνες του 13ου αιώνα. Εν τούτοις οι τοιχογραφίες αυτές, σύμφωνα με τη κτιτορική επιγραφή που σώθηκε στο κέντρο της αψίδας πάνω από το παράθυρο, έγιναν το 1178 και συνδέονται με τοιχογραφίες της Καππαδοκίας, όπου και η Δέηση στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας είναι πολύ συνηθισμένη.
Η εκκλησία του Τιμίου Σταυρού ζωγραφίσθηκε ξανά ολόκληρη τον 14ο αιώνα. Στην εκκλησία εργάσθηκαν δυο ζωγράφοι του ίδιου εργαστηρίου με τους μαθητές τους. Οι ζωγράφοι αυτοί ακολουθούν διαφορετικά πρότυπα. Ο πρώτος είναι πιο ικανός από τον δεύτερο. Έργα του πρώτου ζωγράφου είναι ο Παντοκράτορας στον τρούλλο, οι ευαγγελιστές στα σφαιρικά τρίγωνα, η εις Άδου Κάθοδος στο πάνω μέρος του τυμπάνου του κεντρικού τυφλού τόξου του βόρειου τοίχου, ο Ευαγγελισμός, από τον οποίο σώζεται ο άγγελος, η Άκρα Ταπείνωση στην αχιβάδα της Πρόθεσης, η Ανάληψη και η Πεντηκοστή στην ανατολική καμάρα και τρεις σκηνές πάνω από το μέτωπο της αψίδας: Ο Ιησούς αποστέλλει τους μαθητές στο κήρυγμα, Μη μου άπτου και οι Μυροφόρες μπροστά στο Κενό Μνημείο. Οι τοιχογραφίες αυτές είναι έντονα επηρεασμένες από την Παλαιολόγεια ζωγραφική. Ξεχωρίζουν για τα λαμπερά τους χρώματα, το καλό σχέδιο, τη φανερή προσπάθεια για απόδοση του όγκου και μια τάση εξιδανίκευσης των μορφών. Έργα μαθητών του ζωγράφου αυτού είναι η ζώνη με τους αγγέλους και την Ετοιμασία του Θρόνου που περιβάλλει τον Παντοκράτορα στον τρούλλο και οι προφήτες ανάμεσα στα τέσσερα παράθυρα του τρούλλου και πιο χαμηλά, κάτω από το ανατολικό παράθυρο του τρούλλου το Άγιο Μανδήλιο και κάτω από το δυτικό το Άγιο Κεραμίδιο. Τα χρώματα των τοιχογραφιών αυτών είναι λιγότερο λαμπερά και οι μορφές, ιδιαίτερα των προφητών, περισσότερο γραμμικές με ισχυρούς ώμους και κεφάλια σχετικά μεγάλα.
Ο άλλος ζωγράφος έχει ζωγραφίσει τις υπόλοιπες τοιχογραφίες στη δυτική καμάρα, τον δυτικό τοίχο, τον βόρειο τοίχο, την αψίδα και τον νότιο τοίχο.
Στη δυτική καμάρα είναι ζωγραφισμένες 13 σκηνές από τη ζωή της Θεοτόκου και άλλες δυο στον δυτικό τοίχο. Έτσι είναι ο πιο ανεπτυγμένος κύκλος της ζωής της Θεοτόκου που έχει σωθεί στην Κύπρο. Η δυτική καμάρα χωρίζεται σε τέσσερις ζώνες: Δυο στο νότιο μισό και δυο στο βόρειο μισό. Ο κύκλος αρχίζει από το ανατολικό άκρο της πάνω ζώνης του νότιου μισού της καμάρας, συνεχίζει στην κάτω ζώνη και ύστερα προχωρεί στο δυτικό άκρο της πάνω ζώνης του βόρειου μισού, προχωρεί στην κάτω ζώνη και καταλήγει στην πάνω ζώνη του δυτικού τοίχου, κάτω από την τοιχογραφία του Παλαιού των Ημερών. Στον κύκλο περιλαμβάνονται οι ακόλουθες σκηνές: Η Προσφορά των δώρων από τον Ιωακείμ και την Άννα, η Απόρριψη των δώρων, η Προσευχή της Άννας, η Προσευχή του Ιωακείμ, ο Ασπασμός Ιωακείμ και Άννας (δηλαδή η Σύλληψη της Θεοτόκου), η Γέννηση της Θεοτόκου, η Ευλογία της μικρής Μαρίας από τους ιερείς, τα Εισόδια της Θεοτόκου, η Προσευχή των Ιερέων, η Παράδοση της Θεοτόκου στον Ιωσήφ (δηλαδή τα μνήστρα της Θεοτόκου), ο Ιωσήφ συνομιλεί με την Θεοτόκο, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου κοντά στο πηγάδι και ο Ευαγγελισμός στο σπίτι, ο Ασπασμός της Θεοτόκου και της Ελισάβετ, ο Ιωσήφ επιπλήττει την Θεοτόκο και το ὕδωρ τῆς Ἐλέγξεως ή άλλιώς ἁγνείας πεῖρα.
Οι τοιχογραφίες που κάλυπταν το τύμπανο του κεντρικού τυφλού τόξου του νότιου τοίχου και που αναφέρονταν στη Γέννηση του Χριστού, τη Βάπτιση, τη Μεταμόρφωση και τη Βαϊοφόρο, καταστράφηκαν. Κάτω από τον κύκλο της ζωής της Θεοτόκου, στον νότιο τοίχο εικονίζονται ο Μυστικός Δείπνος και η Θεραπεία του Παραλύτου και στο τύμπανο του δυτικού τυφλού τόξου του νότιου τοίχου η Προδοσία. Στη βόρεια όψη της ανατολικής παραστάδας του τόξου αυτού εικονίζεται ο απόστολος Παύλος και στο εσωρράχιο του τόξου οι Δαυίδ και Σολομών και στην ανατολική όψη του δυτικού ποδαρικού του τόξου η αγία Παρασκευή. Στον δυτικό τοίχο εικονίζεται κάτω από τις δυο τελευταίες σκηνές του Θεομητορικού κύκλου η Σταύρωση και στα νότια της δυτικής εισόδου οι άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη, και στα βόρεια αδιάγνωστη αγία. Πάνω από την είσοδο υπάρχει κολοβωμένη η κτιτορική επιγραφή που αναφέρεται στη διακόσμηση της εκκλησίας με τοιχογραφίες. Στον βόρειο τοίχο, κάτω από τις σκηνές του Θεομητορικού κύκλου εικονίζονται ο Ιησούς και η Σαμσρείτις και ο Νιπτήρας. Ακολουθούν τέσσερις σκηνές στο τύμπανο του κεντρικού τόξου του βόρειου τοίχου: ο Ιησούς μπροστά στον Πιλάτο, ο Εμπαιγμός, ο Ελκόμενος, ο Ιησούς ενώπιον του Άννα. Ανατολικότερα, πάνω από το ανατολικό τυφλό τόξο του βόρειου τοίχου εικονίζεται η Αποκαθήλωση και απέναντι στον νότιο τοίχο κάτω από την Πεντηκοστή εικονίζεται ο Ενταφιασμός. Ο ίδιος ζωγράφος ζωγράφισε ακόμη την Κοίμηση της Θεοτόκου στο τύμπανο του δυτικού τυφλού τόξου του βόρειου τοίχου και τους αγίους Κοσμά και Δαμιανό στο εσωρράχιο του τόξου και τους αγίους Ονούφριο και Αντώνιο στα ποδαρικά του τόξου. Πιο κάτω από την Κοίμηση της Θεοτόκου ζωγράφισε την προσωπογραφία του Βασιλείου και του Συμεών του Στυλίτη και στο εσωρράχιο του τόξου που ενώνει την εκκλησία με το βόρειο παρεκκλήσι τους αγίους Χαρίτωνα και Ιωάννη της Κλίμακος. Στην νότια όψη του ανατολικού ποδαρικού του τόξου αυτού ζωγράφισε τον απόστολο Πέτρο και στο κεντρικό τυφλό τόξο του βόρειου τοίχου, κάτω από τη σκηνή του Ελκομένου το πορτραίτο της Νεγκωμίας. Στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας ζωγράφισε την Θεοτόκο ανάμεσα στους αρχαγγέλους και πιο κάτω στον ημικυλινδρικό τοίχο τους ιεράρχες Τριφύλλιο, Σπυρίδωνα, Γρηγόριο τον Θεολόγο, Χρυσόστομο, Βασίλειο, Επιφάνιο, Νικόλαο και ένα άλλο κατεστραμμένο. Στα βόρεια της αψίδας ζωγράφισε τον Στέφανο.
Τα χρώματα που χρησιμοποιεί ο ζωγράφος αυτός είναι λιγότερο λαμπερά. Η τεχνοτροπία του είναι όμοια με την τεχνοτροπία του ζωγράφου που διακόσμησε το κεντρικό τμήμα της εκκλησίας της Ασίνου τον 14ο αιώνα και του ζωγράφου που ζωγράφισε τον νάρθηκα της Ασίνου το 1332-33.
Τον 16ο αιώνα ένας άλλος ζωγράφος ζωγράφισε τα πορτραίτα ζεύγους δωρητών στον νότιο τοίχο κοντά στο εικονοστάσιο, ενώ ένας άλλος ζωγράφος ακόμη πιο ύστερα ζωγράφισε τον Ιωάννη τον Θεολόγο στον βόρειο τοίχο κοντά στο εικονοστάσιο.
Από τον ζωγραφικό διάκοσμο του βόρειου παρεκκλησίου σώζονται σήμερα τοιχογραφίες στο κάτω μέρος του ανατολικού τοίχου (οι άγιοι Βασίλειος, Ιωάννης ο Χρυσόστομος και Γρηγόριος ο Θεολόγος) και στον νότιο τοίχο αδιάγνωστος άγιος, η Ψηλάφηση του Θωμά και οι τέσσερις ευαγγελιστές. Χαμηλά στο δυτικό άκρο του νότιου τοίχου είναι ζωγραφισμένο το πορτραίτο ενός δωρητή. Ζεύγος δωρητών, προφανώς της άρχουσας φραγκικής τάξης, είναι ζωγραφισμένο στη σκηνή της Ψηλάφησης του Θωμά. Πάνω από το κεντρικό τόξο, που ενώνει το παρεκκλήσι με την εκκλησία του Σταυρού, είναι ζωγραφισμένος θυρεός. Στον δυτικό τοίχο είναι ζωγραφισμένη η Ρίζα του Ιεσσαί. Όλες οι τοιχογραφίες που σώθηκαν στο παρεκκλήσι είναι έργο του ίδιου ζωγράφου που επηρεάζεται έντονα από την Παλαιολόγεια ζωγραφική αλλά δεν μένει ασυγκίνητος κι από τη σύγχρονη ιταλική ζωγραφική. Η τοιχογραφία της Ρίζης του Ιεσσαί μοιάζει από τεχνοτροπικής απόψεως με την ίδια τοιχογραφία που βρίσκεται στον δυτικό τοίχο του παρεκκλησίου του Ακαθίστου Ύμνου του μοναστηριού του Αγίου Ιωάννη του Λαμπαδιστή στον Καλοπαναγιώτη. Οι τοιχογραφίες του βόρειου παρεκκλησίου μπορούν να χρονολογηθούν στον 15ο αιώνα.
Οι τοιχογραφίες που διακοσμούν το εσωρράχιο του κεντρικού τόξου που ενώνει το παρεκκλήσι με την εκκλησία του Σταυρού έχουν καταστραφεί από φωτιά, γι' αυτό είναι αδύνατη η χρονολόγησή τους.
Στον δυτικό τοίχο του νότιου παρεκκλησίου έχει σωθεί μια μεγάλη τοιχογραφία του αγίου Γεωργίου με σκηνές από το μαρτύριό του, που μπορεί να χρονολογηθεί στον 16ο αιώνα.