Επιχείρηση Νίκη είναι η κωδική ονομασία που δόθηκε σε μυστική στρατιωτική αποστολή της Ελλάδος την 21η προς 22α Ιουλίου 1974 προς την Κύπρο με σκοπό την αερομεταφορά καταδρομέων στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας για αντιμετώπιση της τουρκικής εισβολής. Η προετοιμασία έγινε στην αεροπορική βάση της Σούδας στην Κρήτη και περιλάμβανε: 20 αεροσκάφη Nord 2501D Noratlas και 10 αεροσκάφη C-47 Dakota
Τα 20 αεροσκάφη Noratlas ανήκαν στην 354η Μοίρα Μεταφορών "Πήγασος" και τα 10 αεροσκάφη Dacota στην 355η Μοίρα Μεταφορών και είχαν έδρα την 112η Πτέρυγα Μάχης στην Ελευσίνα. Αυτά τα αεροσκάφη θα μετέφεραν και θα αποβίβαζαν στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας την Α' Μοίρα Καταδρομών με τον πλήρη οπλισμό της αποτελούμενη από 318 άνδρες. Λόγω των μέτρων επιφυλακής και των μετασταθμεύσεων που πραγματοποιούνταν τις προηγούμενες ημέρες τα περισσότερα αεροσκάφη βρίσκονταν διάσπαρτα σε διάφορες μονάδες της Αεροπορίας.
Ο σχεδιασμός της επιχείρησης προέβλεπε την αερομεταφορά της Α' Μοίρας καταδρομέων κατά την διάρκεια της νύχτας - σε απόλυτη σιγή ασυρμάτου - πτήση σε χαμηλό ύψος - χωρίς συνοδεία μαχητικών - προσγείωση - αποβίβαση καταδρομέων - επιστροφή στην Σούδα.
Την 21η Ιουλίου και ώρα 22:35 η αποστολή ξεκίνησε με χρονικό περιορισμό τα μεσάνυκτα της ίδιας μέρας.Μόνο όμως τα 15 αεροσκάφη Noratlas από τα 20 κατάφεραν να απογειωθούν στο χρονικό περιθώριο το οποίο προέβλεπε το σχέδιο, με αποτέλεσμα τα υπόλοιπα αεροσκάφη (5 Noratlas και 10 C-47[10]) να παραμείνουν στο αεροδρόμιο της Σούδας. Αμέσως μετά την απογείωση, δόθηκε σήμα από το Κέντρο επιχειρήσεων πρός το Γ.Ε.Ε.Φ. Λευκωσίας με την φράση «Έρχονται τα 15 πορτοκάλια».
Οι προσγειώσεις στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας ξεκίνησαν στις 01:52 της 22ας Ιουλίου. Πρώτο προσγειώθηκε το "ΝΙΚΗ 2" στις 01:52 και επόμενο το "ΝΙΚΗ 1" ακούμπησε το διάδρομο της Λευκωσίας στις 01:55.
(Βίντεο Συνεντεύξεις Αεροπόρων)
Λόγω καθυστέρησης του Α.Ε.Δ. (Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων, το σημερινό Γ.Ε.ΕΘ.Α.) να ενημερώσει το Γ.Ε.Ε.Φ. Λευκωσίας (μόλις στις 01:00 το ενημέρωσε, με το σήμα «Έρχονται τα 15 πορτοκάλια»), τα αντιαεροπορικά στοιχεία εκτός του αεροδρομίου, αποτελούμενα από τις 185η και 184η Μοίρες αντιαεροπορικών πολυβόλων και τα οποία φύλαγαν την περιοχή, δεν πρόλαβαν να ενημερωθούν και αυτά, με αποτέλεσμα να θεωρήσουν ότι τα αεροσκάφη που πέταγαν ήταν εχθρικά. Αμέσως άρχισαν έντονα αντιαεροπορικά πυρά, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα το "ΝΙΚΗ 4" το οποίο βρισκόταν στο στάδιο προσγείωσης, να αρπάξει φωτιά και να συντριβεί 3 χιλιόμετρα πριν τον διάδρομο προσγείωσης. Τρίτο προσγειώθηκε το "ΝΙΚΗ 7" στις 02:18.
Μετά το "ΝΙΚΗ 7" προσγειώθηκε το "ΝΙΚΗ 3", το οποίο λόγω βλάβης στον έναν κινητήρα έφυγε από το ίχνος πτήσης του "ΝΙΚΗ 4" που καταρρίφθηκε και έφτασε στην τελική μετά και το "ΝΙΚΗ 7". Το "ΝΙΚΗ 6"εβλήθη σε πολλαπλά σημεία της ατράκτου και σχεδόν χωρίς μηχανές και χάρη στις προσπάθειες των πιλότων να καταφέρει να προσγειωθεί. Τα υπόλοιπα αεροσκάφη κατάφεραν και αυτά να προσγειωθούν με λιγότερες ζημιές.
Όλα τα πληρώματα μετά έβλεπαν κάποια φωτιά στο Λόφο της Μακεδονίτισσας και εκ των υστέρων έμαθαν ότι πρόκειται για το αεροσκάφος αυτό. Τελευταίο προσγειώθηκε το "ΝΙΚΗ 15" το οποίο και είχε απογειωθεί από την Σούδα με καθυστέρηση και παρά τις εντολές να μην εκτελέσει την αποστολή. Το "ΝΙΚΗ 13" ήταν αεροσκάφος κατηγορίας "Ζ" μακράς απόθεσης και το οποίο ενεργοποίησαν με τα γεγονότα είχε προβλήματα πλεύσης με αποτέλεσμα στην πτήση από Ελευσίνα προς Σούδα να παρεκκλίνει προς Ρέθυμνο. Έτσι στη διαδρομή από Σούδα προς Λευκωσία παρέκκλινε της πορείας του και έφτασε μεταξύ Κύπρου και Τουρκίας και μετά από την περιπλάνησή του στις 04:15 ξεκίνησε την επιστροφή του όπου προσγειώθηκε στη Ρόδο στις 07:40. Το "ΝΙΚΗ 14" έφτασε αφού είχε πλέον ξημερώσει και δεν προσγειώθηκε καθόλου, ακολούθησε εντολές και επέστρεψε πίσω στο Καστέλι στις 07:30 όπου ανεφοδιάστηκε και επέστρεψε στη Σούδα. Το τελευταίο "ΝΙΚΗ-15" απογειώθηκε από τη Λευκωσία στις 04:02 και επέστρεψε στη Σούδα στις 07:40.
Όσα αεροσκάφη ήταν σε πτητική ικανότητα απογειώθηκαν για τη επιστροφή στην Ελλάδα, ενώ τα υπόλοιπα (ΝΙΚΗ-3 που είχε βλάβη στον έναν κινητήρα, το ΝΙΚΗ-6 που είχε βληθεί και στους 2 κινητήρες και το ΝΙΚΗ-12 που δεν επαρκούσαν τα καύσιμα για την επιστροφή λόγω συνεχών επανακυκλώσεων που έκανε λόγω κίνησης αυτοκινήτων μέσα στο διάδρομο της Λευκωσίας) καταστράφηκαν από τις φίλιες δυνάμεις στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας.
Το ατύχημα κόστισε τη ζωή σε 4 αεροπόρους και 29 καταδρομείς από το "ΝΙΚΗ-4" όπου διεσώθη ένας καταδρομέας, καθώς και τον θάνατο 2 και τον τραυματισμό 9 ακόμα καταδρομέων στο "ΝΙΚΗ 6". Από την δύναμη των 318 ανδρών της Α' Μοίρας καταδρομών 278 παρέμειναν στην Κύπρο και πολέμησαν (Βλέπε Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ).
Ομοίωμα του Νοράτλας στον Τύμβο
Ένα αεροσκάφος τύπου «Νοράτλας» του ίδιου τύπου με αυτό που καταρρίφθηκε τον Ιούλιο του 1974 από φίλια πυρά, έφτασε στην Κύπρο από την Ελλάδα στις 18 Ιουνίου 2018 με σκοπό να τοποθετηθεί στον Τύμβο της Μακεδονίτισσας ως ένδειξη σεβασμού και απόδοσης τιμής στους Έλληνες αεροπόρους και καταδρομείς που έχασαν τη ζωή τους τα ξημερώματα της 22ας Ιουλίου του 1974.
Εκσκαφές
Στις 27 Ιουλίου 2015 άρχισαν στο Τύμβο της Μακεδονίτισσας οι εκσκαφές για εντοπισμό του μοιραίου ελληνικού πολεμικού αεροσκάφους "Νοράτλας", το οποίο κατερρίφθη από φίλια, στη διάρκεια της τουρκικής εισβολής, το 1974. Στις 25 Αυγούστου 2015 εντοπίσθηκε η άτρακτος του ελληνικού Noratlas στην Κύπρο. Στο αεροσκάφος επέβαιναν συνολικά 32 άνθρωποι. Επέζησε μόνο ένας, ο Θανάσης Ζαφειρίου, ο οποίος έμεινε ανάπηρος.
Στις 5 Απριλίου 2016 έγινε η ταυτοποίηση 15 προσώπων μετά την εκσκαφή στον Τύμβο της Μακεδονίτισσας και στις 4 Οκτωβρίου 2016 έγινε η παράδοση των οστών στις οικογένειες τους για να ταφούν στην Ελλάδα.
Η μαρτυρία του Βασίλειου Μανουρά
Ο Βασίλειος Μανουράς από τα Ανώγεια του Ρεθύμνου Κρήτης επέβαινε στο αεροσκάφος Noratlas 8 τη νύχτα της 21ης Ιουλίου του 1974, ταγματάρχης τότε στο Γ’ Γραφείο της Μοίρας Καταδρομών, που αφίχθηκε στην Κύπρο. Στις 16 Αυγούστου 2023 ο 86χρονος αντιστράτηγος εν αποστρατεία, αναφέρει ότι οι μνήμες από αυτή την επιχείρηση δεν σβήνουν από το μυαλό του:
«Όταν φεύγαμε από την περιοχή Μάλεμε της Κρήτης για να έρθουμε στην Κύπρο, το μεγαλύτερο πρόβλημα για μένα ως υπευθύνου στο Γ’ Γραφείο της Μοίρας Καταδρομών, ήταν ποιοι θα έμεναν, γιατί κανένας δεν ήθελε να μείνει», αφηγείται στο ΚΥΠΕ.
Μέχρι σήμερα κάποιοι στρατιώτες του τον βλέπουν του λεν «σας αγαπάμε αλλά δεν θα σας συγχωρήσουμε ποτέ που εκείνη την νύχτα δεν μας πήρατε μαζί σας». Όπως εξήγησε ο κ. Μανουράς, κάποιοι έπρεπε να μείνουν για να φυλάν το στρατόπεδο.
Θυμάται πως δεν είχαν αποστολή για την Κύπρο, είχαν άλλες αποστολές για να μεταβούν στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου στην Κω και στην Ρόδο.
Ωστόσο, την Κυριακή το μεσημέρι της 21ης Ιουλίου του 1974 πήραν κάποιο τηλέφωνο με αλλαγμένα σχέδια και η διαταγή που έλαβαν ήταν να φύγουν για την Κύπρο. Μέσα σε τέσσερις ώρες έγινε η προετοιμασία. Ακολούθησε η επιβίβαση στα αεροσκάφη Νοράτλας, στο αεροδρόμιο Σούδα, νύχτα, και μετά από ταξίδι περίπου τεσσάρων ωρών αφίχθηκε το πρώτο αεροσκάφος στη Κύπρο. Όλα τα αεροσκάφη ήταν 15 με 350 περίπου επιβαίνοντες. Ο αντιστράτηγος Βασίλης Μανουράς τότε ήταν 37 ετών. Στόχος τους είπε, ήταν να φτάσουν στην Κύπρο χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από τον εχθρό που είχε εισβάλει στο νησί.
Οπως διαπίστωσαν και όπως αποδείχθηκε, συνέχισε, τα πράγματα ήταν πολύ επικίνδυνα διότι, μόλις φτάσανε υπήρξε δυσκολία στην προσγείωση. Η επιχείρηση ήταν πολύ δύσκολη. Πολλά όπλα έβαλλαν στα αεροσκάφη. «Εμείς δεν ξέραμε τι συμβαίνει και νομίσαμε ότι το αεροδρόμιο είχε καταληφθεί από τους Τούρκους», λέει.
Όταν επιχείρησαν την κάθοδο, ένα από τα αεροπλάνα κτυπήθηκε, καταρρίφθηκε, και χαθήκαν 29 καταδρομείς και 4 αεροπόροι. Τρία από τα αεροπλάνα βλήθηκαν και υπήρχαν και τραυματίες ενώ τα υπόλοιπα προσγειώθηκαν. «Μας πέρασαν για εχθρικά και άρχισαν να ρίχνουν ανεξέλεγκτα», αφηγείται με πόνο ψυχής ακόμα και σήμερα.
Από εκεί μεταφέρθηκαν στην Ιερατική Σχολή δίπλα από το Μετόχι Κύκκου για διανυκτέρευση και την επομένη 22 Ιουλίου του 1974, πήραν την εντολή να επιστρέψουν στο αεροδρόμιο...
«Στο αεροδρόμιο πέφτανε βόμβες.... ανταλλαγή πυρών. Οι αποκρούσεις συνεχίστηκαν, με τη μάχη να κρατά δύο ώρες», λέει ο κ. Μανουράς και προσθέτει: «Δεν φοβόμουν για τον εαυτό μου, αλλά να μην χάσω κάποιον στρατιώτη».
Στη συνέχεια διατάχτηκαν να αφήσουν το αεροδρόμιο Λευκωσίας και να το παραλάβουν οι ΟΗΕδες. «Εμείς αρνηθήκαμε να το αφήσουμε», λέει στο ΚΥΟΠΕ. Οι προσπάθειες έγιναν και από το Γενικό Επιτελείο Φρουράς ώστε να φύγουν αφού ο κίνδυνος ήταν μεγάλος. Σε απόσταση 400 μέτρων ήταν οι Τούρκοι. Το αεροδρόμιο δεν το παρέδωσαν, δεν ήθελαν να καταληφθεί από τους Τούρκους. Η διαπραγμάτευση συνεχίστηκε αρκετή ώρα, με τους άντρες του ΟΗΕ. «Εμείς τους είπαμε πως μόνο μετά την παράδοση του αεροδρομίου στους ΟΗΕδες θα το παραδίδαμε και θα φεύγαμε», σημειώνει και πως «εάν καταλάμβαναν το αεροδρόμιο οι Τούρκοι η εξέλιξη των πραγμάτων θα ήταν διαφορετική».
«Δυστυχώς υπήρξαν παραλείψεις, δεν υπήρξε ενημέρωση των αντιαεροπορικών δυνάμεων και έβαλλα και στα δικά μας αεροσκάφη για να φτάσουμε σ΄αυτό το αποτέλεσμα. Χάσαμε τόσους ανθρώπους που μπορεί να πολεμούσαμε στην Κύπρο ένα μήνα και να μην είχαμε τόσες απώλειες. Από κακή συνεννόηση. Την ώρα που είδαν τα αεροπλάνα μας, νόμιζαν ότι είναι τούρκικα», προσθέτει.
Ο ίδιος δεν τραυματίστηκε ωστόσο στο αεροπλάνο του είχε νεκρό ένα στρατιώτη και έναν λοχία.
Όπως αναφέρει, η επιστροφή από την Κύπρο έγινε σταδιακά, ενώ ο ίδιος γύρισε στην Κρήτη τον Απρίλιο του 1975.
Το ΚΥΠΕ επικοινώνησε με τον Βασίλειο Μανουρά μέσω του προέδρου του Παγκύπριου Συνδέσμου Εθνοφυλάκων Κυριάκου Λάρκου.
Πηγές: