Τα βουτηχτάρια (Πυγοποδίδες) είναι καταδυόμενα υδρόβια πουλιά και ανήκουν όλα στην οικογένεια Podicipedidae (Grebes). Σε ολόκληρο τον πλανήτη συναντάμε 22 διαφορετικά είδη βουτηχτάρια σε έξι διαφορετικά γένη. Πρόκειται για πουλιά με εξαιρετικές κολυμβητικές και καταδυτικές ικανότητες. Τρέφονται με ψάρια, βατράχους, γυρίνους, οστρακόδερμα και υδρόβια έντομα που τα συλλαμβάνουν υποβρυχίως. Όλα τα βουτηχτάρια κατασκευάζουν πλωτές φωλιές ανάμεσα σε καλάμια και πυκνή υδρόβια βλάστηση. Οι νεοσσοί αμέσως μετά την εκκόλαψη μπορούν να κολυμπούν μαζί με τους γονείς τους. Τα βουτηχτάρια έχουν το συνήθειο να μεταφέρουν τα μικρά τους πάνω στην πλάτη τους τουλάχιστον για μία βδομάδα μετά την εκκόλαψή τους. Γεννούν από τέσσερα έως έξι αβγά αναλόγως του είδους. Συνήθως τα βουτηχτάρια γεννούν δύο φορές σε μια αναπαραγωγική περίοδο. Τα πουλιά αυτά κατά την αναπαραγωγική περίοδο έχουν ζωηρά χρώματα και όμορφες αποχρώσεις, με το αρσενικό να υπερτερεί σε ομορφιά κατά πολύ από το θηλυκό. Τα πουλιά αυτά τα συναντάμε τόσο σε αλμυρά νερά όσο και σε γλυκά, αν και προτιμούν περισσότερο τα γλυκά νερά. Είναι πολύ δύσκολο να φωτογραφίσεις αυτά τα πουλιά, καθώς είναι συνέχεια σε κίνηση και μπαινοβγαίνουν στο νερό αναζητώντας τροφή. Μπορεί να παραμείνουν κάτω από το νερό περισσότερο από 30 δευτερόλεπτα και να αναδυθούν από αυτό αρκετά μακριά από εκεί που έχουν βουτήξει. Εκτός από την εποχή της αποδημίας περνούν σχεδόν όλη τους τη ζωή στο νερό. Όταν είναι στην ξηρά, όπου σπάνια κάποιος θα τα δει, περπατούν πολύ αδέξια και με δυσκολία.
Τέσσερα είδη
Στην Κύπρο συναντάμε τέσσερα είδη από αυτά τα πουλιά κυρίως τις περιόδους αποδημίας τους (άνοιξη και φθινόπωρο), καθώς πρόκειται για αποδημητικά πουλιά.
Τα βουτηχτάρια τα οποία συναντάμε στην Κύπρο είναι:
Το νανοβουτηχτάρι είναι το πιο κοινό από όλα τα βουτηχτάρια τα οποία συναντάμε στον τόπο μας και είναι το μικρότερο σε μέγεθος από όλα τα άλλα. Αναπαράγεται σε υγρότοπους, λίμνες, στάσιμα νερά ποταμών και φράγματα. Το νανοβουτηχτάρι είναι ένα μικρού μεγέθους βουτηχτάρι, έχοντας μήκος 23-29 εκατοστά. Έχει φτέρωμα γκρίζο με καστανοκόκκινο λαιμό και «μάγουλα», τα οποία είναι πιο μελαμψά κατά την αναπαραγωγική περίοδο. Το υπόλοιπο κεφάλι και το ράμφος είναι μαύρο. Το στόμα του έχει χρώμα ανοιχτοκίτρινο. Το νεαρό έχει καφέ μπεζ φτέρωμα στο σώμα, τον λαιμό και το πηγούνι, λευκό ουροπήγιο, μαύρη ράχη, σβέρκο και κορυφή κεφαλιού. Το ράμφος του είναι κιτρινωπό. Τρέφεται με έντομα, νύμφες εντόμων, μικρά ψάρια, βατράχους και γυρίνους. Γεννάει συνήθως δύο φορές τον χρόνο από τέσσερα έως έξι αβγά λευκού χρώματος. Όταν εγκαταλείπουν τη φωλιά για να τραφούν σκεπάζουν τα αβγά τους με υδροβιόχορτα για να τα προστατεύσουν από τους θηρευτές. Στην κατασκευή της φωλιάς συμμετέχουν και τα δύο φύλα.
Το χειμωνοβουτηχτάρι είναι μικρόσωμο πουλί και εξαιρετικά σπάνιο για την Κύπρο με μόνο τρεις αναφορές. Η τελευταία φορά που έχει καταγραφεί στην Κύπρο ήταν στις 17/11/2017 στη θαλάσσια περιοχή στα Κούκλια και αποτελεί την τρίτη αναφορά για την Κύπρο, ενώ η προηγούμενη δεύτερη αναφορά ήταν το 1958 και αποτέλεσε έκπληξη ανάμεσα στους παρατηρητές πτηνών, οι οποίοι έτρεξαν όλοι να το δουν και να το φωτογραφίσουν. Το πουλί έμεινε στην περιοχή αρκετές μέρες και έτσι έδωσε την ευκαιρία σε όσους ήθελαν να το δουν να το πράξουν. Το χειμωνοβουτηχτάρι βρίσκεται στην IUCN Red List of Threatened Species. Δεν αναπαράγεται στον τόπο μας. Αναπαράγεται στην Ισλανδία, Σκωτία, Γροιλανδία και Νορβηγία.
Το μαυροβουτηχτάρι δεν είναι πολύ κοινό για τον τόπο μας. Πρόκειται για μικρόσωμο πουλί με εντυπωσιακά κατακόκκινα μάτια που μοιάζουν με εξωγήινους. Δεν αναπαράγεται στον τόπο μας. Τόποι αναπαραγωγής του είναι οι λίμνες με γλυκό νερό στην Ευρώπη, Ασία, Αφρική και Αμερική.
Το σκουφοβουτηχτάρι
Είναι πουλί μεσαίου μεγέθους αλλά είναι το πιο μεγάλο σε μέγεθος από όλα τα άλλα είδη που επισκέπτονται τον τόπο μας, αλλά και τον ευρωπαϊκό χώρο. Δεν είναι πολύ κοινό για τον τόπο μας. Εκτός από το εντυπωσιακό αναπαραγωγικό του φτέρωμα, το σκουφοβουτηχτάρι φημίζεται και για το εντυπωσιακό τελετουργικό, όταν ερωτοτροπούν στην επιφάνεια του νερού. Το σκουφοβουτηχτάρι τρέφεται κυρίως με ψάρια, καθώς και έντομα που τα συλλαμβάνουν στον αέρα, καρκινοειδή όπως καραβίδες, γαρίδες, μαλάκια και περιστασιακά αμφίβια και τις προνύμφες τους. Η κατανάλωση ασπόνδυλων είναι υψηλότερη κατά τη διάρκεια της περιόδου αναπαραγωγής. Τα ψάρια αλιεύονται με καταδύσεις και, είναι κυρίως επιφανειακά είδη τα οποία φτάνουν κατά μέσο όρο 10 έως 15 εκατοστά σε μήκος, αλλά το μέγιστο μέγεθος μπορεί να φθάσει τα 25 εκατοστά. Τα νεαρά πουλιά στην αρχή τρέφονται με έντομα. Πολύ σπάνια αναπαράγεται και στον τόπο μας. Εντυπωσιακό ήταν το γεγονός ότι φέτος μετά την απίστευτη πολυομβρία που είχαμε και με τις λίμνες και τα φράγματα σχεδόν υπερπλήρη, τα σκουφοβουτηχτάρια μας έκαναν την τιμή να αναπαραχθούν ξανά στον τόπο μας μετά την τελευταία φορά η οποία ήταν το 1985. Συγκεκριμένα ένα ζευγάρι παρατηρήθηκε στο φράγμα Κουκλιών Αμμοχώστου αυτό τον μήνα με δύο νεοσσούς, ενώ στο φράγμα της Άχνας παρατηρήθηκαν τρία ζευγάρια με συνολικά επτά νεοσσούς. Γεννούν τρία έως έξι αβγά τα οποία επωάζουν με βάρδιες και οι δύο γονείς. Η επώαση διαρκεί 25-29 μέρες. Σήμερα, ο μεγαλύτερος όγκος των αναπαραγωγικών πληθυσμών βρίσκεται στην ευρωπαϊκή Ρωσία, ενώ ακολουθούν η Φινλανδία, η Λιθουανία, η Πολωνία, η Ρουμανία, η Σουηδία και η Ουκρανία.
Τα είδη αυτά σε παγκόσμιο επίπεδο κινδυνεύουν από παράνομο και νόμιμο κυνήγι, δίχτυα ψαράδων σε μεγάλες λίμνες, παράκτιες πετρελαιοκηλίδες και από τη γρίπη των πτηνών, καθώς τα είδη αυτά είναι ευαίσθητα σε αυτόν τον ιόν. Τα βουτηχτάρια όταν τα πλησιάσεις δεν απομακρύνονται πετώντας όπως άλλα πουλιά, αλλά καταδύονται.