Τίτλος αξιωματούχου της Πτολεμαϊκής περιόδου στην Κύπρο, που δημιουργήθηκε πιθανόν επί Πτολεμαίου Σωτήρος ή Λαθύρου, όταν εκδιώχθηκε ο στρατηγός Έλενος* (107-106/5 π.Χ.). Φαίνεται ότι ο θεσμός του αντιστρατήγου δημιουργήθηκε για να πληρώσει το κενό από την αποχώρηση του στρατηγού.
Ως αντιστράτηγος αναφέρεται ο Ποτάμων Αιγύπτου (Φρ. Βράχα, Θεσμοί και αξιωματούχοι της Ελληνιστικής Κύπρου, Λευκωσία, 1964, σσ. 25-26).
Πέρα από την αναπλήρωση του στρατηγού, ο αντιστράτηγος είχε και ειδική ευθύνη για τα μεταλλεία του νησιού, όπως μαρτυρείται από τις επιγραφές (ἀντιστράτηγος τῆς νήσου καί ἐπί τῶν μετάλλων...).
Ο θεσμός απαντάται στην Κύπρο και κατά την Ρωμαϊκή εποχή. Μερικοί κβαίστορες (quaestores=ταμίες) αναφέρονται και ως αντιστράτηγοι της Κύπρου, όπως λ.χ. ο Titus Manlius Sura Septicianus, ταμίας και αντιστράτηγος μεταξύ 14 και 37 μ.Χ., και ο Μ. Firmius Secundus, μεταξύ 37 και 41 μ.Χ.