Πολιτικό σχήμα της ελληνοκυπριακής Δεξιάς, στηριζόμενο κυρίως στο Κυπριακόν Εθνικόν Κόμμα (ΚΕΚ) και στην Παναγροτική Ένωση Κύπρου (ΠΕΚ), που συστάθηκε τον Μάρτιο του 1947 εν όψει των δημοτικών εκλογών που είχαν τότε προκηρυχθεί, της διασκεπτικής που είχε εξαγγείλει ο νέος κυβερνήτης της Κύπρου λόρδος Γουΐνστερ και, λίγο αργότερα, των εκλογών για ανάδειξη αρχιεπισκόπου Κύπρου, μετά τον θάνατο του Λεοντίου.
Αντίπαλο προς την Εθνικόφρονα Παράταξιν πολιτικό σχήμα, παρουσιάστηκε τότε η Παράταξη Εθνικής Συνεργασίας που την αποτελούσαν το ΑΚΕΛ, οι συνεργαζόμενες μ’ αυτό αγροτικές και εργατικές οργανώσεις και δήμοι, καθώς και σημαντική μερίδα των διανοουμένων.
Στις αρχιεπισκοπικές εκλογές που προκηρύχθηκαν μετά το θάνατο του Λεοντίου στις 26 Ιουλίου 1947, η Εθνικόφρων Παράταξις υποστήριξε την υποψηφιότητα του μητροπολίτη Κυρηνείας (που τελικά εξελέγη ως αρχιεπίσκοπος Μακάριος Β΄, στις 24 Δεκεμβρίου 1947), ενώ η αντίπαλη Παράταξη πρόβαλε δικό της υποψήφιο, τον μητροπολίτη Δέρκων Ιωακείμ. Μετά τη νίκη των εθνικοφρόνων και την αποτυχία της διασκεπτικής , στην οποία η Αριστερά είχε συνεργαστεί, η Παράταξη Εθνικής Συνεργασίας έδωσε τη θέση της σε νέο πολιτικό σχήμα της Αριστεράς, τον Εθνικό Απελευθερωτικό Συνασπισμό (ΕΑΣ).
Η Εθνικόφρων Παράταξις παρουσιάστηκε κι αυτή εφεξής υπό μορφή άλλων πολιτικών σχημάτων, όμως ο όρος εξακολούθησε να χρησιμοποιείται τουλάχιστον μέχρι και το 1974 (και αργότερα πιο σποραδικά) για να αυτοχαρακτηρίσει «ενωτικές» ομάδες της Δεξιάς.