Εξαιρετικά επικίνδυνο ψάρι που προκαλεί οδυνηρά τραύματα με τα δηλητηριώδη αγκάθια του. Στις κυπριακές θάλασσες εμφανίζονται συχνά τέσσερα είδη δράκαινας της οικογένειας των Τραχινιδών (Trachinidae). Γενικά, το σώμα τους είναι μακρόστενο και κάπως κυλινδρικό με μικρά λέπια. Έχουν μεγάλο στόμα με λοξή κλίση και μικρά κοφτερά δόντια. Τα μάτια τους βρίσκονται στο πάνω μέρος της κεφαλής. Έχουν δυο ραχιαία πτερύγια. Το πρώτο, που είναι μικρό και συνήθως χρώματος μαύρου αποτελείται από 5 - 7 δηλητηριώδη αγκάθια. Το δεύτερο, που είναι πιο μακρύ, αποτελείται από ακίνδυνες, μαλακές και σαρκώδεις ακτίνες. Δηλητηριώδη αγκάθια βρίσκονται επίσης στα βραγχιακά τους επικαλύμματα. Η ουρά τους είναι πλατιά. Ζουν κυρίως σε αμμώδεις ή λασπώδεις βυθούς, όπου τους αρέσει να χώνονται στην άμμο για κυνήγι ή για προστασία. Τρέφονται με ψάρια και μικρά μαλακόστρακα. Το κρέας τους είναι αρκετά καλό σε ποιότητα. Τρώγεται βραστό ή τηγανητό. Με το ψήσιμο το δηλητήριο που βρίσκεται στα αγκάθια τους εξουδετερώνεται.
Ψαρεύονται, πάντα απρόσκλητες διότι όλοι τις αποφεύγουν, με δίχτυα, καθετή, καλαμίδι, τράτες, ψαρούδιν, παραγάδι, κλπ. Ψαρεύονται επίσης εύκολα και με το ψαροντούφεκο.
Πολλοί για ασφάλεια, όταν τις ψαρεύουν, τους κόβουν το κεφάλι με προσοχή, οι περισσότεροι όμως τις πετούν πίσω στη θάλασσα.
Οι δράκαινες είναι τα πιο επικίνδυνα ψάρια των κυπριακών νερών απ’ όλα τα είδη που έχουν δηλητηριώδη αγκάθια. Το δηλητήριο που βρίσκεται στα αγκάθια τους, μοιάζει με το δηλητήριο ορισμένων φιδιών. Όταν πατηθούν ή ενοχληθούν με οποιοδήποτε τρόπο, θεληματικά ή κατά λάθος, κάποτε, επιτίθενται και κεντρίζουν το θύμα τους με μανία. Όταν είναι ζωντανές, είτε στα δίχτυα είτε στο αγκίστρι, ή οπουδήποτε αλλού εκτός της θάλασσας, εκτινάσσονται κατά διαστήματα με τα δηλητηριώδη αγκάθια τους ανασηκωμένα και έτοιμα να τραυματίσουν. Οι ψαροντουφεκάδες συνήθως τις αποφεύγουν, διότι αν τις κτυπήσουν και δεν τις τραυματίσουν καίρια, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να τους επιτεθούν με απρόβλεπτες συνέπειες. Τα δηλητηριώδη αγκάθια που βρίσκονται στο σώμα τους, παραμένουν ενεργά και μετά τον θάνατό τους για πολλές μέρες. Όσον αφορά τα τραύματα που προκαλούν, είναι πολύ οδυνηρά και μερικές φορές εξαιρετικά επικίνδυνα. Αρχικά ο πόνος είναι τοπικός, αργότερα όμως απλώνεται. Με την πάροδο 20 - 30 λεπτών περίπου, οι πόνοι γίνονται αβάστακτοι. Η πληγή στην αρχή μελανιάζει, κοκκινίζει και μετά φουσκώνει. Κάποτε, και ιδιαίτερα όταν τα αγκάθια εισχωρήσουν βαθιά, παρατηρείται ναυτία, πυρετός, αναγούλα, εμετός, ακόμη και δύσπνοια. Σε περίπτωση ατυχήματος, πρέπει όχι μόνο να μη παρεμποδιστεί το αίμα να τρέξει από την πληγή, αλλά αντίθετα πρέπει να γίνεται καλή αφαίμαξη. Στη συνέχεια, το κτυπημένο μέρος πρέπει να βυθιστεί και να παραμείνει σε πολύ ζεστό αλμυρό νερό για 20 - 60 λεπτά. Η άμεση παροχή ιατρικής περίθαλψης επιβάλλεται, ιδιαίτερα όταν τα θύματα είναι παιδιά ή αλλεργικά άτομα.
Τα τέσσερα είδη που ζουν στα κυπριακά νερά και τα οποία στην Ελλάδα είναι γνωστά με το όνομα δράκαινες, είναι:
α) Trachinus araneus (Guvier, 1829). Αγγλικά: Spotted weever. To μήκος της φθάνει τα 45 εκ. περίπου. Η ράχη και τα πλευρά της έχουν χρώμα γκριζοκίτρινο. Στα πλευρά διακρίνονται 6 - 7, ή ακόμη περισσότερες καφέ ή σκούρες κηλίδες και αμυδρές διαγώνιες γραμμές. Η κοιλιά της είναι ασπριδερή με κίτρινες αποχρώσεις.
β) Trachinus draco, (Linnaeus, 1758). Αγγλικά: Greater weever. To μήκος της φθάνει τα 40 εκ. περίπου. Η ράχη της είναι γκριζοκαφέ ή γκριζοκόκκινη. Τα πλευρά έχουν αποχρώσεις του καφέ και του κίτρινου με λοξές σκούρες πρασινομπλέ γραμμές, και η κοιλιά ασπριδερή.
γ)Trachinus lineatus (Delaroche, 1809). Αγγλικά: Streaked weever. To μήκος της φθάνει τα 50 εκ. περίπου. Το χρώμα της είναι καφέ ανοικτό προς το κιτρινωπό. Η ράχη και το πάνω μέρος των πλευρών της έχουν καφέ ή σκούρους καφέ δακτυλίους, καθώς και καφέ σκούρα στίγματα. Το κάτω μέρος των πλευρών της είναι ασπριδερό και κιτρινωπό. Η κοιλιά της είναι ασπριδερή.
δ) Trachinus vipera (Guvier, 1829). Αγγλικά: Lesser weever. Η πιο μικρόσωμη, με μήκος που μόλις φθάνει τα 15 εκ. περίπου. Το χρώμα της είναι γκριζοκίτρινο προς το γκριζοκαφέ. Στα πλευρά της έχει σκούρα και κάποτε πιο ανοιχτόχρωμα στίγματα. Η κοιλιά της είναι ασπριδερή.