Βενετός πλοίαρχος - «επικελευστής» στο αμυντικό σύστημα της Κύπρου κατά το 1570. Έδρασε στην Αμμόχωστο, ήδη προτού αρχίσει η πολιορκία της από τους Τούρκους. Ο αρχιστράτηγος Μαρκαντώνιος Βραγαδίνος στις αρχές Μαΐου επέστρεψε από τη Λευκωσία και συμβουλεύθηκε τον Νικόλαο Δονάτο και τον συνάδελφο του τελευταίου Φραγκίσκο Τρόνο, που αμέσως, προφανώς με τη συγκατάθεση του αρχιστράτηγου, άλειψαν τις «λιβυρνίδες» [= πλοία], έπλευσαν στην τουρκοκρατούμενη τότε Συρία και στο λιμάνι της Τριπόλεως συνέλαβαν μικρό πλοίο φορτωμένο εμπορεύματα. Αφού πυρπόλησαν τις αποθήκες επέστρεψαν με το πλοίο και με τις προμήθειες στην Αμμόχωστο, της οποίας έτσι βελτίωσαν τον ανεφοδιασμό.
Στις 25 Μαΐου 1570 ο Νικόλαος Δονάτος με τον στρατοπεδάρχη Φρειδερίκο Βαγλιόνε και αρκετούς στρατηγούς, ευγενείς και στρατιώτες, εστάλησαν από τον Μαρκαντώνιο Βραγαδίνο* και τον Αστόρρε Βαγλιόνε* στην Καραμανιά για να κατασκοπεύσουν τον τουρκικό στόλο αλλά χωρίς σημαντικά αποτελέσματα, εκτός από καταστροφή τριών γεφυριών σ' ένα λιμάνι «Σακχιάν»(;). Στις 12 Φεβρουαρίου 1570 ο Δονάτος με τους άνδρες του πλοίου του και άλλους Ιταλούς και Έλληνες έκαμαν έξοδο, υποστηριζόμενοι από το πυροβολικό του φρουρίου της Αμμοχώστου, που προκαλούσε μεγάλη φθορά στους Τούρκους. Αυτές οι επιτυχίες και άλλες ενέργειές του, κατέστησαν τον Δονάτο πολύ δημοφιλή στην πόλη. Γι’ αυτό κατά τον Νοέμβριο του 1570 του ανετέθη δύσκολη και σημαντική αποστολή στη Βενετία. Στις 5 Νοεμβρίου 1570 ο Δονάτος με την «λιβυρνίδα» του αναχώρησε για την Βενετία μέσω Κρήτης και Κέρκυρας, γλιστρώντας μέσα από τη ναυτική μοίρα που ο Πιαλή πασάς είχε αφήσει για να φρουρεί το λιμάνι της Αμμοχώστου και το κάστρο της. Στην Κρήτη ο Δονάτος έφθασε μόλις μετά τον απόπλου του αρχιναύαρχου Ιερωνύμου Ζάνε από το νησί (11 Νοεμβρίου 1570) για την Κέρκυρα, όπου έφθασε στις 17 Νοεμβρίου 1570, αφού είχε προηγουμένως συμπληρώσει σχέδια για την άμυνα της Κρήτης και την ενίσχυση της Κύπρου. Ο Δονάτος μετέφερε στο πλοίο του τον Λατίνο επίσκοπο Αμμοχώστου Ιερώνυμο Ραγκατζόνι με προορισμό τη Βενετία όπου θα ενημέρωνε τις αρχές για τη πτώση της Λευκωσίας και θα έκαμνε έκκληση για άμεση βοήθεια προς την πολιορκημένη Αμμόχωστο. Ο Δονάτος με τον Ραγκατζόνι εστάλησαν στον Ζάνε στην Κέρκυρα κι απ' εκεί πήγαν στη Βενετία. Ο Δονάτος προσφέρθηκε να επιστρέψει στην Κύπρο για να βοηθήσει την Αμμόχωστο κατά τα σχέδια που καταρτίσθηκαν. Του δόθηκε εντολή στις 24 Ιανουαρίου 1571 και έφθασε με δυο μεταγωγικά πλοία και 800 άνδρες που διοικούσε ο Ονώριος Σκόττο στην Κρήτη, όπου πριν από τις αρχές Απριλίου 1571 διέκοψε την πορεία του για να κατασκοπεύσει τον τουρκικό στόλο. Δεν πήρε σίγουρες πληροφορίες και καθώς ξεκίνησε πάλι, τα πλοία του έπεσαν σε τρικυμία που τα έφθειρε πολύ, ώστε αναγκάστηκε να τα ξαναφέρει στην Κρήτη για επισκευή. Τότε ακριβώς νέες ειδήσεις για στάθμευση μεγάλου τουρκικού στόλου στα νερά της Κύπρου για παρεμπόδιση του ανεφοδιασμού της Αμμοχώστου, οδήγησαν τον καπετάνιο του Κόλπου (της Αδριατικής) Μάρκο Κουιρίνι, υπεύθυνο για τον στόλο στην Κρήτη, ως τότε πολύ πετυχημένο ηγέτη, και το γενικό προβλεπτή της Κρήτης Μαρίνο Καβάλλι ν' αποφασίσουν ότι η μετάβαση δυο μεταγωγικών στην Κύπρο χωρίς συνοδεία ασφαλείας θα οδηγούσε σε καταστροφή τους διότι ο εχθρικός στόλος στην Κύπρο ήταν πολυάριθμος, και στην Κρήτη δεν υπήρχαν αρκετά πολεμικά πλοία για να σταλούν μαζί τους ως συνοδεία. Γι’αυτό ο Δονάτος αποβίβασε τα στρατεύματά του, που θεωρήθηκαν σημαντική προσθήκη στην πενιχρή φρουρά της Κρήτης, και πράγματι στις 5 Ιουνίου, όταν ο Τούρκος ναύαρχος Αλή επέδραμε στη Σούδα της Κρήτης γι’ αντιπερισπασμό, αυτά πολέμησαν καλά αλλά με μικρά αποτελέσματα λόγω του πολυάριθμου τουρκικού στρατού που αποβιβάστηκε και λεηλάτησε, έκαψε χωριά και αιχμαλώτισε πολλούς. Ο Νικόλαος Δονάτος επικρίθηκε διότι δεν ακολούθησε τη συντομότερη νότια θαλάσσια από την Κρήτη κατεύθυνση προς την Κύπρο είτε διότι είχε παρακούσει εντολές των ανωτέρων του και κακώς εστάθμευσε στην Κρήτη, είτε διότι όταν διετάχθη να αποπλεύσει για την Κύπρο αρνήθηκε. Φαίνεται ότι φυλακίστηκε και δικάστηκε γι’ αυτό, αλλά αθωώθηκε ˙ πάντως λανθασμένα μερικοί γράφουν ότι πράγματι έφθασε στην Κύπρο και δη στη Λεμεσό (Hill, III, σ. 948). Ωστόσο και αν έφθανε τελικά στην Κύπρο, η δύναμη που μετέφερε ήταν τόσο ασήμαντη, ώστε δεν θα έσωζε την Αμμόχωστο με κανένα τρόπο.