Η εκκλησία του Αγίου Δομετίου, στο ομώνυμο προάστιο της Λευκωσίας, είναι του τύπου του μονόκλιτου με τρούλλο. Ο τύπος όμως της εκκλησίας του Αγίου Δομετίου διαφέρει από τον συνήθη βυζαντινό μονόκλιτο με τρούλλο που χρησιμοποιείται και στα χρόνια της Φραγκοκρατίας. Ανεξάρτητα από τις αντηρίδες στο δυτικό τμήμα του βόρειου και νότιου τοίχου που ενώνονται με χαμηλωμένο τόξο, ο βόρειος και ο νότιος τοίχος δεν είναι ευθύγραμμοι, αλλά κάμπτονται σε ευθεία γωνία και σχηματίζουν ορθογώνια προεξοχή, σαν συνεπτυγμένες κεραίες σταυρού, που εξέχουν τόσο όσο και οι αντηρίδες από το ευθύγραμμο τμήμα των τόξων, δηλ. 73 - 75 εκ. Εσωτερικά οι κεραίες αυτές έχουν τη μορφή τυφλών τόξων πλάτους 4,33 μ. και μήκους 73 - 75 εκ. και διαμορφώνουν το εσωτερικό της εκκλησίας σε «λατινικό» σταυρό με συνεπτυγμένες κεραίες. Η διαμόρφωση αυτή βοηθά και στην ομαλή μετάβαση στην κυκλική βάση του τρούλλου μέσω των σφαιρικών τριγώνων. Ο τρούλλος της εκκλησίας του Αγίου Δομετίου είναι απλό ημισφαίριο που επικάθεται απευθείας στις καμάρες και τα τόξα, χωρίς τη μεσολάβηση τυμπάνου. Για το λόγο αυτό δεν έχει παράθυρα. Εξωτερικά όμως διαμορφώνεται με χαμηλό τύμπανο.
Η εκκλησία του Αγίου Δομετίου έχει εξωτερικές διαστάσεις 13,63 Χ 7,38 μ. περίπου και είναι κτισμένη με καλά τετραγωνισμένους πωρόλιθους μικρών διαστάσεων. Η αψίδα της εκκλησίας είναι εσωτερικά ημικυκλική και εξωτερικά πεντάπλευρη με ένα μικρό ορθογώνιο παράθυρο. Η εκκλησία είχε μόνο μια θύρα στο μέσο του δυτικού τοίχου, πλάτους 1,38 μ., με οξυκόρυφο τόξο και αρκετά περίτεχνο περίθυρο που μιμείται παλαιότερα γοτθικά περίθυρα. Ψηλά στο δυτικό τοίχο, πάνω από την θύρα, υπάρχει μικρό κυκλικό παράθυρο που μαζί με τη θύρα και το παράθυρο της αψίδας ήσαν τα μόνα φωτιστικά ανοίγματα.
Η εκκλησία, όπως δείχνουν τα μορφολογικά χαρακτηριστικά της, κτίστηκε τον 17ο ή τις αρχές του 18ου αιώνα. Μετά το 1750 το τύμπανο του βόρειου τυφλού τόξου διακοσμήθηκε με μεγάλη τοιχογραφία που παριστάνει τρεις όρθιους αγίους ντυμένους με το μοναχικό ένδυμα, τους οποίους ευλογεί ο Χριστός από ψηλά που προβάλλει στηθαίος από τόξο ίριδος. Οι επιγραφές που συνόδευαν τους μοναχούς αυτούς έχουν καταστραφεί. Οι τοιχογραφίες αυτές έχουν πάθει μεγάλη καταστροφή από το άνοιγμα μιας θύρας και ενός παραθύρου στο βόρειο τοίχο, ίσως κατά τον 19ο ή τις αρχές του 20ού αιώνα. Τότε ανοίχθηκαν δυο ορθογώνια παράθυρα στο βόρειο και δυο στο νότιο τοίχο. Ο γυναικωνίτης της εκκλησίας, που είναι σύγχρονος με την εκκλησία, στηρίζεται σε ωραίους ξυλόγλυπτους προβόλους, που δυστυχώς έχουν βαφεί, στο πρόσφατο παρελθόν, όπως και το στηθαίο του γυναικωνίτη.
Το ξυλόγλυπτο εικονοστάσιο της εκκλησίας κατασκευάστηκε πριν από το 1850 και χρυσώθηκε επί αρχιεπισκόπου Μακαρίου του Α' (1854 -1865) σύμφωνα με μια κατεστραμμένη επιγραφή που σώζεται στην ποδιά του ξυλόγλυπτου προσκυνηταριού του νότιου τοίχου δίπλα από το εικονοστάσιο. Η πιο παλαιά εικόνα που σώζεται στο εικονοστάσιο είναι εκείνη του αρχαγγέλου Μιχαήλ που ζωγραφήθηκε το 1736 με δαπάνη κάποιου Χρύσανθου μοναχού. Οι εικόνες του Χριστού και του Προδρόμου είναι του 18ου αιώνα και έγιναν από τον ίδιο ίσως ζωγράφο που ζωγράφισε και τις τοιχογραφίες του βόρειου τοίχου. Η εικόνα του αγίου Γεωργίου είναι του 18ου αιώνα, άλλου όμως ζωγράφου. Τέλος η εικόνα του αγίου Δομετίου, που εικονίζεται σαν μοναχός, είναι του 18ου αιώνα και τεχνοτροπικά μοιάζει με τις εικόνες του ζωγράφου Μιχαήλ του Θετταλού ή Θεσσαλονικέως που εργάσθηκε στην Κύπρο το δεύτερο ήμισυ του 18ου αιώνα. Οι άλλες εικόνες του τέμπλου είναι μεταγενέστερες (19ου αιώνα).