Αναδασμός

Image

Στην Κύπρο η νομοθεσία για τον αναδασμό ψηφίστηκε το 1969 (Ο Περί Ενοποιήσεως και Αναδιανομής Αγροτικών Κτημάτων Νόμος, Αρ. 24 του 1969). Ουσιαστικές πρακτικές εργασίες για την εφαρμογή του σχεδίου άρχισαν το 1970. (Βλέπε Τμήμα Αναδασμού). Το Τμήμα έπαψε να λειτουργεί από την 1η Ιανουαρίου 2018 με τους Υπαλλήλους του να μετατίθενται στο Κτηματολόγιο

 

Η λέξη αναδασμός παράγεται από το ρήμα αναδατέομαι που σημαίνει διανέμω εκ νέου(βλέπε Δ. Δημητράκου, Μέγα Λεξικόν όλης της Ελληνικής Γλώσσης, τόμος 1, σ. 380, Αθήναι 1953). Χρησιμοποιήθηκε πολύ νωρίς από τους κλασσικούς φιλοσόφους και συγγραφείς, όπως τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Θουκυδίδη, τον Ηρόδοτο κλπ. με διαφορετική όμως έννοια. Ο αναδασμός στην Κύπρο θεωρείται η γενική αναδιανομή της γεωργικής έκτασης μιας περιοχής, έτσι που ο κάθε ιδιοκτήτης να παίρνει την ιδιοκτησία του συγκεντρωμένη σε ένα, δυο, ή τρία το πολύ τεμάχια, ίσης περίπου αξίας με την ιδιοκτησία που είχε πριν από τον αναδασμό. Ο αναδασμός θεωρείται ένα πολύ περιεκτικό αναπτυξιακό σχέδιο, που δημιουργεί τις απαραίτητες προϋποθέσεις για μια ορθολογιστική αγροτική ανάπτυξη. Στην Κύπρο με την εφαρμογή του αναδασμού αυξάνεται το μέγεθος της ιδιοκτησίας, συγκεντρώνονται τα πολλά και σκόρπια τεμάχια, δίνονται κανονικά σχήματα στα νέα τεμάχια, λύονται τα πολλά προβλήματα που χαρακτηρίζουν την ιδιοκτησία, δημιουργείται ένα σύγχρονο αγροτικό δίκτυο που να εξυπηρετεί όλα τα καινούργια τεμάχια και εξωραΐζεται το τοπίο.

 

Προϊστορία του αναδασμού στην Κύπρο:

Τα προβλήματα της αγροτικής ιδιοκτησίας στην Κύπρο έγιναν γνωστά από πολύ νωρίς, έστω κι αν δεν ελήφθησαν έγκαιρα θεραπευτικά μέτρα. Σ' ένα μεγάλο βαθμό η καθυστέρηση στην εφαρμογή μέτρων αναδασμού οφείλεται στο πριν από το 1960 αποικιακό καθεστώς. Οι Βρεττανοί διέγνωσαν από νωρίς τη χαώδη δομή της διακατοχής γης, ιδιαίτερα τον πολυτεμαχισμό της ιδιοκτησίας, αλλά έμειναν απαθείς στην ανάληψη πρακτικών μέτρων. Πολύ δε περισσότερο, δεν εξοικειώθηκαν με τη μορφή του αναδασμού που εφαρμοζόταν σ' όλη σχεδόν την Ευρώπη, η δε προσέγγισή τους σε θέματα αναδιανομής δεν ήταν ρεαλιστική. Περισσότερο ήσαν επηρεασμένοι από τα μέτρα και τις μεθόδους αναδασμού που υιοθετήθηκαν στις αποικίες τους (The Punjab Consolidation of Holdings Act, 1936, and the Punjab Consolidation of Holdings Rules 1937).

 

Έντονο ενδιαφέρον για την εφαρμογή του αναδασμού στο νησί άρχισε μετά την ανακήρυξη της Κυπριακής Ανεξαρτησίας, όμως ο αναδασμός στην Κύπρο παρουσιάζει μια ενδιαφέρουσα, αν και σπασμωδική ιστορία, εβδομήντα τόσων χρόνων. Διακρίνουμε επτά περιόδους στην εξέλιξη του αναδασμού στην Κύπρο:

α. Περίοδος πριν από το 1946

β. Περίοδος 1946-1956

γ. Περίοδος 1956-1960.

δ. Περίοδος 1960-1966

ε. Περίοδος 1966-1970

στ. Περίοδος 1970-1974

ζ. Περίοδος 1974- και εξής

 

α. ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ 1946

Η πρώτη, ίσως, σημαντική πηγή πληροφοριών για την ελαττωματική δομή της ιδιοκτησίας και ιδιαίτερα για τον πολυτεμαχισμό της γης προέρχεται από τον Βρεττανό διοικητή της Λάρνακας Β. J. Surridge (A Survey of Rural Life in Cyprus, Government Printing Office, Nicosia, 1930).

 

Ο B.J. Surridge συγκέντρωσε και ταξινόμησε την ερευνητική εργασία μιας ομάδας δημοσίων υπαλλήλων, που περιήλθαν αρκετά χωριά και εφάρμοσαν περιεκτικό ερωτηματολόγιο. Η έρευνα διεξήχθη ως επιθυμία της κυβέρνησης να συγκεντρώσει ακριβείς και γενικές πληροφορίες για την αγροτική ζωή του νησιού. Σύμφωνα με την έρευνα τα χωράφια είναι μικρά σ' έκταση, κατεσπαρμένα σε πολλές τοποθεσίες και συχνά απαιτείται χρόνος δυο ωρών για τη μετάβαση από ένα τεμάχιο μικρότερο της μιας σκάλας σ' άλλο πιο μικρού ακόμη μεγέθους. Τα δέντρα συχνά βρίσκονται σε κτήματα που ανήκουν σε άλλους ιδιοκτήτες. Συχνά σε ιδιοκτησία που ανήκει στους κληρονόμους αποθανόντος Α βρίσκονται δέντρα που είναι ιδιοκτησία των Β, Γ, Δ, Ε και των κληρονόμων των αποθανόντων Ζ και Η. Η ιδιοκτησία αυτή μπορεί να υποθηκευτεί στον Θ και μερικά από τα δέντρα που ανήκουν στους Β και Ε μπορεί να ενοικιαστούν στους Ι και Κ.

 

Η έκθεση αποτελούσε μια επιτυχημένη διάγνωση των προβλημάτων που διέπουν την ιδιοκτησία. Με πολύ ορθό και σαφή τρόπο ερμηνεύτηκαν τα μειονεκτήματα του μικροτεμαχισμού και του πολυτεμαχισμού. Αναλύθηκαν οι οικονομικές επιπτώσεις της διασκορπισμένης ιδιοκτησίας και τονίστηκε η ελαττωματική δομή της διακατοχής της γης στο νησί. Όμως δεν προτάθηκαν σαφείς και ρεαλιστικές λύσεις στην αντιμετώπιση του όλου προβλήματος. Δυστυχώς δεν έγινε ούτε μνεία για σχέδιο αναδασμού ή για την αναγκαιότητα ειδικής νομοθεσίας για την αναδιανομή της γης. Λήφθηκε μάλλον σαν δεδομένο πως οποιαδήποτε ριζική αλλαγή ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία: Δεν είναι εύκολο να γίνουν επιτυχημένες αλλαγές σ' ένα σύστημα τόσο δεμένο με ανθρώπους που τα κύρια χαρακτηριστικά τους είναι μια βαθειά αντιπάθεια στην αλλαγή και μια παθιασμένη αφοσίωση στη γή τους.

 

Το 1944 ο Ν. Λανίτης, οικονομολόγος, υπέβαλε σαφείς και εμπεριστατωμένες εισηγήσεις για τον αγροτικό κόσμο και την ιδιοκτησία (Ν. P. Lanitis, Rural Indebtedness and Agricultural Co-operation in Cyprus, Limassol, 1944). Όπως αναφέρει, τα περισσότερα κτήματα είναι πολύ μικρά για να εξασφαλίσουν στους ιδιοκτήτες τα προς το ζην. Ο Νόμος της κληρονομιάς προνοεί για την υποδιαίρεση της περιουσίας του αποθανόντος μεταξύ παιδιών, γονιών και άλλων εξαρτωμένων μέχρι δεκάτου βαθμού συγγενείας.

 

Ο Ν. Λανίτης, πρότεινε μερικές πολύ εποικοδομητικές λύσεις για θεραπεία της κατάστασης. Μια από τις λύσεις που εισηγείται είναι ο αναδασμός των κτημάτων.   Όπως γράφει, το μέτρο τούτο αποβλέπει στην αύξηση του πραγματικού μεγέθους του κτήματος. Τρέφει τόση συμπάθεια προς το σχέδιο του αναδασμού που κάπου γράφει: Δυσκολεύομαι να βρω, στην περίπτωση της Κύπρου, έστω κι ένα απλό μειονέκτημα, που απορρέει από τον αναδασμό.

 

Ο Ν. Λανίτης, αν και θεωρητικός στην όλη προσέγγιση, χωρίς αμφιβολία είναι ίσως ο πρώτος Κύπριος που μελέτησε προσεκτικά το θέμα της διακατοχής γης και υπέβαλε ρεαλιστικές εισηγήσεις, που άρχισαν να υλοποιούνται 26 χρόνια αργότερα. Παρά το γεγονός ότι στο βιβλίο του Ν. Λανίτη υπάρχουν μερικές ασαφείς απόψεις και παρά το ότι ο αναδασμός δεν εξετάστηκε ως ένα περιεκτικό αναπτυξιακό σχέδιο, μολαταύτα με τις θαρραλέες, θετικές και πρωτοποριακές του εισηγήσεις, θα πρέπει να θεωρηθεί σκαπανέας της όλης αναδασμικής ιδέας στην Κύπρο.

 

Την ίδια εποχή που γράφτηκε (1943) και δημοσιεύτηκε (1944) το βιβλίο του Ν. Λανίτη, διορίστηκε από τον Αποικιακό Γραμματέα Επιτροπή (16 Ιουνίου, 1943), για να πληροφορήσει την Κυβέρνηση για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν, ώστε να θεραπευτούν τα μειονεκτήματα του υφιστάμενου συστήματος χρήσης γης στην Κύπρο (Report on the Land Utilization Committee, Government Printing Office, Nicosia, 1946). Η Επιτροπή αποφάσισε πως θα πρέπει να δημιουργηθούν υποεπιτροπές, για να μελετήσουν τα κύρια προβλήματα της χρήσης γης καθώς και τις πιθανές λύσεις. Συνεπώς δημιουργήθηκαν διάφορες υποεπιτροπές μεταξύ των οποίων και εκείνες του Πολυτεμαχισμού και Αναδασμού Γης.

 

Είναι αξιοπρόσεκτο πως δημιουργήθηκε μια τέτοια ειδική υποεπιτροπή η οποία και διέγνωσε πως: (i) σπαταλάται αρκετός χρόνος και ενέργεια από πλευράς καλλιεργητή, γιατί αναγκάζεται να διανύει μακρινές αποστάσεις για να εκτελέσει μιας ή δυο ωρών εργασία, (ii) είναι αδύνατη η χρήση μηχανημάτων στα μικρά τεμάχια, (iii) είναι δυσανάλογα πολύ υψηλό το κόστος καλλιέργειας των μικρών τεμαχίων, (iv) η ανόρυξη πηγαδιών και άλλων αρδευτικών έργων είναι αντιοικονομική στα μικρά χωράφια, (v) είναι δύσκολη η εφαρμογή αντιδιαβρωτικών έργων εκεί όπου τα γειτονικά μικρά τεμάχια ανήκουν σε διαφορετικούς ιδιοκτήτες.

 

Η Επιτροπή διέγνωσε πως η κατάσταση χειροτέρευε χρόνο με χρόνο και συνεπέρανε πως αν πρόκειται να σημειωθεί οποιαδήποτε πρόοδος στη χρήση της αγροτικής γης, ο πολυτεμαχισμός θα πρέπει να αναχαιτιστεί και τα κτήματα των αγροτών θα πρέπει να αναδιανεμηθούν με κάποιο είδος αναδασμού.

 

Όταν η Επιτροπή συνήλθε, για να εισηγηθεί θεραπευτικά μέτρα για τον πολυτεμαχισμό, προτάθηκαν δυο μέθοδοι, κάθε άλλο παρά ρεαλιστικές. Η πρώτη μέθοδος που προτάθηκε ήταν ένα είδος αναδιανομής της γης, που θα βασιζόταν στη συμφωνία της πλειοψηφίας των ιδιοκτητών, αλλά στις λεπτομέρειες θα ήταν περίπου εκείνη που υιοθετήθηκε στην ινδική επαρχία Παντζάπ (Punjab). Η δεύτερη μέθοδος ήταν ένα είδος κολλεκτιβοποίησης των κτημάτων ολόκληρης της αγροτικής κοινότητας.

 

Μελετώντας τις εισηγήσεις της Επιτροπής, διαπιστώνουμε αφενός την ορθή διάγνωση για τα μειονεκτήματα της πολυτεμαχισμένης αγροτικής ιδιοκτησίας, αφετέρου όμως το ανεφάρμοστο στα θεραπευτικά μέτρα που προτάθηκαν. Τα μέλη της Επιτροπής φάνηκε να αγνοούν τα μέτρα αναδασμού που ακολουθούσε η Ευρώπη.

 

Είναι αμφίβολο αν μπορούσε να εφαρμοστεί ένα τέτοιο είδος αναδασμού στην Κύπρο και μάλιστα με θετικά αποτελέσματα. Όπως αμφίβολο είναι αν μπορούσε να υιοθετηθεί οποιαδήποτε κοινοτική εκμετάλλευση της γης, ιδιαίτερα κατά την περίοδο εκείνη. Δεν είναι, βέβαια, εκπληκτικό το ότι οι μελέτες έμειναν στα χαρτιά.

 

Β. ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1946-1956

Το 1946 ψηφίστηκε μια πολύ σημαντική νομοθεσία, γνωστή ως Κεφ. 224, που αφορά την ακίνητη ιδιοκτησία (διακατοχή, εγγραφή και εκτίμηση). Όπως είναι γνωστό, το θέμα της ιδιοκτησίας ρυθμιζόταν από τους Οθωμανικούς Κώδικες που ίσχυσαν από το 1856 (Fisher S., Ottoman Land Laws, Oxford University Press, 1919). Σύμφωνα με τους Οθωμανικούς Νόμους, η ιδιοκτησία υποδιαιρείται σε διάφορες κατηγορίες, που καθεμιά διέπεται από διαφορετικούς νόμους, ως προς την κατοχή, την κληρονομιά κλπ. Η γη, για παράδειγμα, εμπίπτει σε μια κατηγορία, τα δέντρα και τα κτίρια σε άλλη. Μετά το θάνατο ενός ιδιοκτήτη ακίνητης ιδιοκτησίας, τα δέντρα είναι δυνατό να κληρονομηθούν από ένα πρόσωπο και η γη από άλλο (Karouzis G, An outline of the land tenure structure of Cyprus, Reprint from 'Geographical Chronicles', Cyprus Geographical Association, Nos 5-6 Vol. II - III, Nicosia, Cyprus, 1974).

 

Oι κυριότερες πρόνοιες του Κεφ. 224, που κατά κάποιο τρόπο υποβοηθεί στην αύξηση του μεγέθους των ιδιοκτησιών και παρεμποδίζει τον πολυτεμαχισμό μέχρις ενός ορίου, είναι: (i) Καθορίζονται τα δικαιώματα διάβασης, ή άλλα προνόμια, ελευθερίες, διευκολύνσεις, δικαιώματα άρδευσης κλπ. πάνω στην ακίνητη ιδιοκτησία, (ii) καθορίζονται τα κατώτερα όρια τεμαχίων σε περιπτώσεις υποδιαίρεσης ή διαχωρισμού της ακίνητης ιδιοκτησίας. Ο νόμος καθορίζει ως κατώτερο όριο μια σκάλα για τα αμπέλια, τους κήπους, τα άλση, ή τις εκτάσεις που αρδεύονται ή είναι επιδεκτικές άρδευσης από διαρκή πηγή νερού, δυο σκάλες για εκτάσεις που αρδεύονται ή είναι επιδεκτικές άρδευσης από εποχιακή πηγή νερού και πέντε σκάλες για ξηρικές εκτάσεις, (iii) ρυθμίζονται ζητήματα που αναφέρονται στην εγγραφή ή την αναγκαστική εγγραφή ιδιοκτησίας ή ακόμη τη γενική εγγραφή, (iv) καθορίζεται η εξ αδιαιρέτου ιδιοκτησία καθώς και θέματα που αφορούν φιλονικίες συνόρων.

 

Οι πρόνοιες του νόμου αυτού είχαν σοβαρές επιπτώσεις στο όλο θέμα της διακατοχής γης, εξακολουθούσαν δε μέχρι και πρόσφατα, μετά τις τροποποιήσεις που έγιναν, να επηρεάζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό την κυπριακή ιδιοκτησία.

 

Το 1950 ο διευθυντής του Τμήματος Εγγραφής και Χωρομετρίας (όπως ήταν τότε γνωστό το Κτηματολογικό και Χωρομετρικό Τμήμα), εισηγήθηκε στο Τμήμα Γεωργίας ένα είδος αναδασμού για τους ιδιοκτήτες της Μόρφου. Έγινε εισήγηση, ιδιοκτήτες γεωργικής γης στη Μόρφου, που ενδιαφέρονταν για την αναδιανομή της ιδιοκτησίας τους, να κληθούν να το δηλώσουν στο Κτηματολογικό Γραφείο στη Μόρφου, ταυτόχρονα δε να υποδείξουν ποια κτήματά τους δεν ήθελαν να περιληφθούν για ανταλλαγή (Γ. Καρούζη, Η Εξέλιξις του Αναδασμού εν Κύπρω 1927 - 1974, Αρχή Αναδασμού, Λευκωσία, 1974). Η εισήγηση αυτή ξεκίνησε από την επιθυμία να εξασφαλιστεί δίοδος στους εσπεριδοκαλλιεργητές της Μόρφου. Όμως μόνη της είναι απλώς μια ιδέα, γιατί χωρίς την κατάλληλη διαφωτιστική εκστρατεία, τη σχετική νομοθεσία και τα απαραίτητα ελκυστικά κίνητρα, ο αναδασμός δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί με επιτυχία.

 

Τον Απρίλιο του 1952 λειτουργός του Κτηματολογίου ανέλαβε να εκτελεί καθήκοντα λειτουργού αναδασμού. Το 1953 ο λειτουργός αυτός ετοίμασε προσχέδιο αναδασμού του χωριού Ανάγυια (C. Georgiades, Village Plan of Anayia, Land Registration and Surveys Dept., Nicosia, 1957). Πρόκειται για μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μελέτη με καθαρά θεωρητική προσέγγιση στο πολύπλοκο σχέδιο του αναδασμού.

 

Καταβλήθηκε αρκετή προσπάθεια ώστε η μελέτη να παρουσιαστεί με αρκετούς χρήσιμους χάρτες και σχεδιαγράμματα. Είναι η πρώτη προσπάθεια εφαρμογής αναδασμού που έγινε στην Κύπρο και χωρίς αμφιβολία πρόκειται για σκαπανική εργασία. Ωστόσο είναι μια άσκηση στο χαρτί. Ο λειτουργός αναδασμού από το Κτηματολόγιο δεν απεδέχθη επίσημο διορισμό, οπότε το 1956 περιελήφθη στον προϋπολογισμό του Τμήματος Γεωργίας νέα θέση λειτουργού αναδασμού.

 

Γ. ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1956-1960

Με την καινούργια θέση λειτουργού αναδασμού που δημιουργήθηκε στο Τμήμα Γεωργίας, το βάρος της ευθύνης για την προώθηση του αναδασμού στην Κύπρο μετατοπίζεται στο Τμήμα Γεωργίας. Στην πραγματικότητα ο πρώτος λειτουργός αναδασμού διορίστηκε το Σεπτέμβριο του 1956 και άρχισε να προετοιμάζει νομοσχέδιο για τον αναδασμό. Ταυτόχρονα ασχολήθηκε και με έρευνα για την υφιστάμενη δομή της ιδιοκτησίας στην Κύπρο. Έτσι ανελήφθη ερευνητική εργασία για τον πολυτεμαχισμό, τη διαμονή των ιδιοκτητών, τη δομή των κλήρων, την εξ αδιαιρέτου ιδιοκτησία, κλπ., πράγμα που βοήθησε στην κατανόηση των σοβαρών προβλημάτων που αντιμετώπιζε η κυπριακή ιδιοκτησία.

 

Το 1957 ετοιμάστηκε προσχέδιο νόμου για τον αναδασμό, στο οποίο ενσωματώθηκαν οι κυριότερες πρόνοιες των δυτικοευρωπαϊκών νομοθεσιών προσαρμοσμένες στην κυπριακή πραγματικότητα. Εκτός από το προσχέδιο νομοσχεδίου ο λειτουργός αναδασμού βοήθησε στην όλη προπαρασκευαστική εργασία του αναδασμού. Το πολιτικό κλίμα που επικρατούσε κατά την περίοδο αυτή απεδείχθη ακατάλληλο για τη θέσπιση νόμου και την πρακτική εφαρμογή του σχεδίου.

 

Δ. ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1960-1966

Μετά την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, η Κυβέρνηση επέδειξε ζωηρό ενδιαφέρον τόσο στον ευρύ τομέα της γεωργίας γενικά όσο και στο θέμα του αναδασμού ειδικότερα. Η γεωργία θεωρήθηκε το υπόβαθρο ολόκληρης της κυπριακής οικονομίας, όχι μόνο για τη συμβολή της στο εθνικό εισόδημα αλλά και γιατί εργοδοτούσε ένα μεγάλο μέρος του κυπριακού πληθυσμού, οι δε εξαγωγές και η βιομηχανία στηρίζονταν κυρίως σ' αυτήν.

 

Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της ανεξάρτητης Κυπριακής Δημοκρατίας για την οικονομική ανάπτυξη του νησιού φαίνεται και από τη σπουδή με την οποία αποτάθηκε στα Ηνωμένα Έθνη για τεχνική βοήθεια. Από τον δεύτερο κιόλας μήνα του 1960 ζητήθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη να αναλάβουν λεπτομερή οικονομική μελέτη και να ενημερώσουν την κυβέρνηση με συστάσεις ως προς τις μελλοντικές ενέργειες. Στη μελέτη περιέχονται μερικές ενδιαφέρουσες απόψεις και εισηγήσεις για τη διακατοχή γης και τον αναδασμό (Cyprus - Suggestions for a Development Programme, Prepared for the Government of the Republic of Cyprus by William Thorp, Programme of Technical Assistance, United Nations, 1961).

 

To 1962 η κυπριακή κυβέρνηση προσκάλεσε, μέσω του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας (FAO), Ολλανδό εμπειρογνώμονα σε θέματα αναδασμού στον οποίο ανετέθη να συμβουλεύσει την κυβέρνηση για την εφαρμογή ενός περιεκτικού σχεδίου αναδασμού στην Κύπρο. Ο εμπειρογνώμονας Van der Zaken στην έκθεσή του υπογραμμίζει την αναγκαιότητα του σχεδίου για την Κύπρο και τονίζει πως στερεές και μόνιμες βάσεις στη γεωργία μόνο με τον αναδασμό θα δημιουργηθούν. Αναφέρεται στην έκθεση πως την εξάλειψη του πολυτεμαχισμού μόνο η εφαρμογή του αναδασμού μπορεί να επιφέρει. Γίνεται σαφές στην έκθεση πως η αναδιανομή της γης πρέπει να συνδυαστεί με έργα οδοποιίας, αρδευτικά, αποχετευτικά και έργα διατήρησης του εδάφους. Περισσότερο απ' όλα τονίστηκε η ανάγκη μεγέθυνσης των κλήρων ώστε, όσο είναι δυνατό, να καταστούν οικονομικά βιώσιμοι. Οι περισσότερες από τις εισηγήσεις του Ολλανδού εμπειρογνώμονα πηγάζουν από τη μακρόχρονη πείρα του ως λειτουργού αναδασμού στη χώρα του. Επίσης μερικές πρόνοιες της νομοθεσίας του αναδασμού στην Κύπρο είναι παρμένες από την ολλανδική νομοθεσία για τον αναδασμό.

 

Τον Ιούνιο του 1963, ύστερα από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ο υπουργός Γεωργίας και Φυσικών Πόρων όρισε επιτροπή με σκοπό να μελετήσει την έκθεση του Van der Zaken και να υποβάλει συγκεκριμένες εισηγήσεις αναφορικά με την πολιτική που θα έπρεπε να υιοθετηθεί ειδικά στην Κύπρο. Η επιτροπή που περιλάμβανε Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους καθώς και ξένους εμπειρογνώμονες που βρίσκονταν στην Κύπρο, συμφώνησε ότι η εφαρμογή του αναδασμού επιβαλλόταν. Το Σεπτέμβριο του 1963 συνεστήθη υποεπιτροπή με σκοπό να ετοιμάσει προσχέδιο νόμου για τον αναδασμό στο οποίο να ενσωματωθούν οι κυριότερες αρχές που περιλαμβάνονταν στην έκθεση του Van der Zaken καθώς και άλλες απόψεις που κατά καιρούς προτάθηκαν. Τον Απρίλιο του 1964 ετοιμάστηκε νέο νομοσχέδιο αναδασμού το οποίο κυκλοφόρησε για σχόλια και εισηγήσεις μεταξύ των ενδιαφερομένων. Το νομοσχέδιο τούτο, έγινε γνωστό ως Νομοσχέδιο Αναδασμού του 1964. Τον Οκτώβριο του 1965 το νομοσχέδιο του αναδασμού τέθηκε ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου για έγκριση.

 

Ε. ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1966 - 1970

Τον Ιανουάριο του 1966 διορίστηκε ο δεύτερος λειτουργός αναδασμού στο Τμήμα Γεωργίας, μια και ο πρώτος είχε αποχωρήσει έξι χρόνια νωρίτερα. Ένα από τα πρώτα μελήματα του νέου λειτουργού αναδασμού ήταν η διαφώτιση. Επρόκειτο για δυσχερές έργο, γιατί, όπως φάνηκε κι αργότερα, ο αναδασμός δεν είναι σχέδιο για το οποίο οι γεωργοί θα επαναστατήσουν ζητώντας την εφαρμογή του. Άλλωστε, περιέχει πρόνοιες που επιβάλλουν μετακινήσεις ιδιοκτησιών, απαλλοτριώσεις μικροϊδιοκτησιών και αυξήσεις ή μειώσεις εκτάσεων. Αυτές οι πρόνοιες κατά κάποιο τρόπο δημιουργούν αισθήματα αυτοσυγκράτησης και διστακτικότητας μεταξύ των ενδιαφερομένων ιδιοκτητών.

 

Όμως άρχισε μια «εθνική εκστρατεία» που κάλυψε σχεδόν ολόκληρη την Κύπρο από τον Ακάμα μέχρι την Καρπασία και από τη Μύρτου μέχρι τα χωριά της πεδιάδας Λεμεσού (Γ. Καρούζη, Ο Αγροτικός Αναδασμός εν Κύπρω μέρος Ι), Υπουργείο Γεωργίας και Φυσικών Πόρων, 1966).

 

Στο μεταξύ τον Απρίλιο του 1966 ο υπουργός Δικαιοσύνης μελέτησε το νομοσχέδιο και του έδωσε διαφορετικό όνομα, γνωστό πια ως Νομοσχέδιο Αναδασμού του 1967.

 

Το νομοσχέδιο για τον αναδασμό κατατέθηκε στη Βουλή στις 18 Μαΐου 1967, με τον τίτλο Ο περί Ενοποιήσεως και Αναδιανομής Αγροτικών Κτημάτων Νόμος του 1967. Παράλληλα με τη δραστηριοποίηση που άρχισε να εμφανίζεται στο Σώμα της Βουλής, συνεχίστηκε η διαφώτιση των αγροτικών κοινοτήτων. Μια και η κυβέρνηση προωθούσε την κατασκευή υδατοφρακτών, θεωρήθηκε σκόπιμο να ενταθεί η διαφώτιση σε περιοχές που θα αρδεύονταν από τα καινούργια υδατικά έργα. Εξάλλου, έγινε αντιληπτό πως τα χωριά που θα αρδεύονταν από τα φράγματα, είχαν και περισσότερη ανάγκη αναδασμού. Τελικά επελέγησαν μερικά χωριά για εντατική διαφώτιση, μεταξύ των οποίων και η Κισσόνεργα, ένα από τα χωριά που θα αρδεύονταν από το φράγμα του Μαυροκόλυμπου. Είναι σ' αυτό το χωριό που τελικά συγκεντρώθηκε η πρώτη προσπάθεια. Την 22α Οκτωβρίου, 1966, την ίδια χρονιά που άρχισε η διαφωτιστική εκστρατεία τόσο στο χωριό όσο και σ' όλη την Κύπρο, αντιπροσωπευτική ομάδα του χωριού απέστειλε επιστολή στο Τμήμα Γεωργίας και ζητούσε τον αναδασμό.

 

Στο μεταξύ, κι ενώ συνεχίζεται από τη μια η διαφωτιστική δραστηριότητα του Υπουργείου Γεωργίας, ενώ από την άλλη οι βουλευτές υποβάλλουν ερωτήματα στην κυβέρνηση αναφορικά με τον αναδασμό, η κυβέρνηση εκδίδει το Δεύτερο Πενταετές Σχέδιο Αναπτύξεως, (1967 - 1971), στο οποίο δίνονται αρκετά στατιστικά στοιχεία για την κυπριακή ιδιοκτησία και αναγνωρίζεται ο αναδασμός ως η λύση των προβλημάτων του μικρού και διασκορπισμένου γεωργικού κλήρου.

 

Στο μεταξύ, παρατηρήθηκε αντίδραση των Τουρκοκυπρίων, που φοβόντουσαν ότι με την αναδιανομή της γης θα επηρεάζονταν δυσμενώς οι ιδιοκτησίες τους. Βάσισαν τα επιχειρήματά τους στο ότι ο αναδασμός είναι αγροτική μεταρρύθμιση και έκαμαν χρήση της ειδικής πρόνοιας του Συντάγματος: Εν περιπτώσει αγροτικής μεταρρυθμίσεως αι γαίαι διανέμονται μόνον εις άτομα ανήκοντα εις την κοινότητα, εις ην ανήκει και ο ιδιοκτήτης των αναγκαστικώς απαλλοτριωθεισών γαιών. (Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, Λευκωσία, 1960, Άρθρο 23 παρ. 6).

 

Αν και είναι δύσκολο να μη περιληφθεί ο αναδασμός στο ευρύ θέμα της αγροτικής μεταρρύθμισης, ωστόσο το σχέδιο αποβλέπει στην αναμόρφωση της υφιστάμενης ιδιοκτησίας και δεν περιλαμβάνει τις ριζοσπαστικές πρόνοιες μιας κατ' εξοχήν αγροτικής μεταρρύθμισης. Ιδιαίτερα οι γνωστές αγροτικές μεταρρυθμίσεις της αρχαιότητας ή της πρόσφατης εξηκονταετίας δεν έχουν σχέση με τον αναδασμό της γης, όπως εφαρμόζεται σήμερα στην Ευρώπη. Όμως όπως έθεσε το θέμα η τουρκοκυπριακή πλευρά, μιλώντας για «αρπαγή τουρκοκυπριακών ιδιοκτησιών», για «αντισυνταγματικές πρόνοιες» κλπ., δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα για την υιοθέτηση μέτρων αναδασμού στην Κύπρο. Ο τουρκοκυπριακός τύπος επεδόθη, στο μεταξύ, σε εκστρατεία ενάντια στο νόμο, ο δε Τουρκοκύπριος ηγέτης Φαζίλ Κουτσιούκ προέβη σε παραστάσεις στο γενικό γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για το όλο θέμα. Είναι βέβαιο, πως αν ερμηνευτεί ο νόμος όπως τον βλέπουν οι Τουρκοκύπριοι και κάτω από τις πιο ευνοϊκές συνθήκες, σ' ένα καθεστώς πολιτικής ύφεσης σε αρμονικές σχέσεις μεταξύ των δυο κοινοτήτων, ο αναδασμός δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί με επιτυχία σε μεικτά χωριά ή σε χωριά σε ανάμεικτες ιδιοκτησίες.

 

Οι απόψεις της ελληνοκυπριακής πλευράς, μετά την ψήφιση του νόμου, βρίσκονται στο ανακοινωθέν του Γραφείου Δημοσίων Πληροφοριών, Αρ. 1 της 10ης Απριλίου, 1969: Τό σχετικόν Νομοσχέδιον εἰσήχθη εἰς τήν Βουλήν τήν 8ην Μαΐου, 1967. Ἐν τῷ μεταξύ, ἡ τουρκική ἡγεσία εἶχε προβάλει ὡρισμένας ἐνστάσεις, αἱ ὁποῖαι ἐδημοσιεύθησαν εἰς τόν τουρκικόν τύπον καί ἐκοινοποιήθησαν πρός τόν Πρόεδρον τῆς Βουλῆς, κατ' ἀρχάς μέσω τῶν 'Ηνωμένων 'Εθνῶν καί ἂλλων διπλωματικῶν ὁδῶν, ἐν Κύπρῳ, πολύ δέ βραδύτερον διά τοῦ κ. Ντενκτάς. Ὁ Πρόεδρος τῆς Βουλῆς κατέστησε γνωστάς τάς τουρκικάς ἐνστάσεις εἰς τήν Κυβέρνησιν, κατόπιν δέ τούτου συνεφωνήθη ὃπως ἀναβληθῇ ἐπ' ἀόριστον ἡ θέσπισις τοῦ Νομοσχεδίου. (..) Πρό τῆς συζητήσεως ἐπί τοῦ Νομοσχεδίου εἰς τήν Βουλήν, ὁ κ. Κληρίδης ἐξήγησεν εἰς τόν κ. Ντενκτάς ὃτι ἡ θέσπισις τοῦ Νομοσχεδίου δέν ἠδύνατο νά καθυστερήσῃ περισσότερον, τόσον διά διαδικαστικούς λόγους ὃσον καί διά λόγους οὐσίας, ἣτοι ἡ Κυβέρνησις ἀφ' ἑνός μέν ἀνήγειρε φράγματα διά σκοπούς ἀρδεύσεως, ἐνῶ, ἀφ' ἑτέρου, λόγῳ τῆς μή ὑπάρξεως νομοθεσίας περί ἀναδασμοῦ τῶν γεωργικῶν κλήρων ἡ χρῆσις τοῦ ὕδατος τῶν τοιούτων φρακτῶν (...) ἀποδεικνύεται ἀντιοικονομική.

 

Ὁ κ. Κληρίδης ὑπεσχέθη εἰς τόν κ. Ντενκτάς ὃτι πρός καθησύχασιν τῶν τουρκικῶν ὑποψιῶν ὃσον ἀφορά τόν τρόπον τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ Νόμου, ή Κυβέρνησις θά ἐξαιρέσῃ τάς τουρκικάς περιουσίας τῶν διατάξεων τοῦ Νόμου, καί, ἐν ἀνάγκῃ, ἡ Βουλή θά περιλάβῃ πρός τοῦτο διάταξιν εἰς τόν Νόμον.

 

Μετά τήν θέσπισιν τοῦ Νόμου τήν 31ην Μαρτίου, 1969, ὁ κ. Κληρίδης, κατόπιν ἐξουσιοδοτήσεως τοῦ Ὑπουργικοῦ Συμβουλίου, ἀπηύθυνεν ἐπιστολήν εἰς τόν κ. Ντενκτάς, εἰς τήν ὁποίαν παρεῖχε τήν διαβεβαίωσιν ἐκ μέρους τῆς Κυβερνήσεως ὃτι αἱ διατάξεις τοῦ Νόμου δέν θά ἐφαρμοσθοῦν εἰς τουρκικάς περιουσίας εἰ μή μόνον τῇ παρακλήσει καί τῇ γραπτῇ συγκαταθέσει τῶν Τούρκων γαιοκτημόνων.

 

Η όλη στάση της τουρκοκυπριακής πλευράς καθυστέρησε την ψήφιση του νομοσχεδίου για δυο χρόνια, όξυνε τις σχέσεις των δυο κοινοτήτων και στο τέλος έβλαψε αντί να ωφελήσει τα συμφέροντα της τουρκοκυπριακής κοινότητας.

 

Στ. ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1970-1974

Η περίοδος αυτή είναι πολύ σημαντική στην ιστορία του αναδασμού, γιατί κατ' αυτή ερμηνεύτηκε και εφαρμόστηκε η νομοθεσία για τον αναδασμό, εργοδοτήθηκε ένα μεγάλο μέρος του προσωπικού, που ακόμη απασχολείται στην Αρχή Αναδασμού και ψηφίστηκαν τόσο οι κανονισμοί που αφορούν τη νομοθεσία, όσο κι άλλες επικουρικές νομοθεσίες.

 

Μια εξαιρετικά τολμηρή, όμως, επικίνδυνη ενέργεια της Υπηρεσίας Αναδασμού, ήταν η ανάληψη πέντε αναδασμών ταυτόχρονα, χωρίς να προηγηθεί η συμπλήρωση ενός υποδειγματικού αναδασμού, όπως συνηθίζεται. Ούτε το προσωπικό ήταν αρκετά έμπειρο για την ανάληψη πολλών αναδασμών και μάλιστα σε δύσκολες γεωγραφικές περιφέρειες με περίπλοκα και ακανθώδη ιδιοκτησιακά προβλήματα. Οι δυο αναδασμοί (Κισσόνεργας, Χλώρακας) βρίσκονται στην πεδιάδα της Πάφου και θα αρδεύονταν από το φράγμα του Μαυροκόλυμπου.

 

Στις 23 Σεπτεμβρίου, 1971, εγκρίθηκε από τη Βουλή ο περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμησις) Τροποποιητικός Νόμος του 1971. Σκοπός του νόμου αυτού είναι η αύξηση των κατωτάτων ορίων γης στα οποία μπορεί να τεμαχιστεί η ιδιοκτησία στις περιοχές όπου εφαρμόζεται ο αναδασμός. Διά του νόμου διπλασιάζεται η κατώτατη επιτρεπόμενη υποδιαίρεση χωραφιού, δηλαδή αυξάνεται σε δυο σκάλες εις τα συνεχώς αρδευόμενα εδάφη, σε τέσσερις σκάλες στα εποχιακά αρδευόμενα και σε δέκα σκάλες στις υπόλοιπες ξηρικές εκτάσεις. Πρόκειται για μια σημαντική νομοθεσία, επικουρική στο όλο έργο του αναδασμού. Πολύ λίγες ξένες νομοθεσίες για τον αναδασμό συνοδεύονται με τέτοιες επικουρικές πρόνοιες.

 

Την ίδια μέρα (23 Σεπτεμβρίου, 1971) ψηφίστηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και άλλος νόμος, γνωστός ως ο περί Ενοποιήσεως και Αναδιανομής Αγροτικών Κτημάτων Τροποποιητικός Νόμος του 1971. Με τον τροποποιητικό αυτό νόμο απαγορεύεται η μεταβίβαση από ιδιοκτήτη ιδανικής μερίδας μικροτέρας αυτής που κατέχει ή μεταβίβαση της ιδιοκτησίας σε περισσότερα του ενός πρόσωπα. Επίσης επιβάλλονται ορισμένοι περιορισμοί όσον αφορά τη διακατοχή ιδιοκτησίας από κληρονόμους μετά το θάνατο του ιδιοκτήτη της.

Το τέλος του 1974 βρήκε την Υπηρεσία Αναδασμού με πέντε συμπληρωμένα σχέδια. Τα αποτελέσματα των αναδασμών αυτών υπήρξαν εντυπωσιακά και ασφαλώς συνέβαλαν στη συνέχιση του θεσμού σε ευρύτερη κλίμακα. Ο αριθμός ιδιοκτητών μετά τον αναδασμό μειώθηκε κατά 45,8% στην Κισσόνεργα. Υπήρξε 100% μείωση των ιδιοκτητών που κατείχαν μόνο δέντρα σε ξένα χωράφια στο Παλαιχώρι. Στο ίδιο χωριό η μέση έκταση ιδιοκτησίας αυξήθηκε κατά 68,3%. Στην Ακρούντα, η μέση έκταση τεμαχίου αυξήθηκε κατά 171%. Στο ίδιο χωριό ο μέσος αριθμός τεμαχίων κατά ιδιοκτήτη μειώθηκε κατά 50%. Στο Παλαιχώρι η έκταση που κατεχόταν εξ αδιαιρέτου μειώθηκε κατά 100%. Στη Χλώρακα υπήρξε αύξηση κατά 265% των τεμαχίων που εξυπηρετούνται με δρόμο μετά τον αναδασμό. Στα Φοινικάρια τα 22,8% των τεμαχίων δεν είχαν τίτλο πριν από τον αναδασμό. Όλα απέκτησαν καινούργιο τίτλο μετά την εφαρμογή του αναδασμού. Στην Ακρούντα δεν υπάρχουν πια ιδιοκτήτες με δυαδική ιδιοκτησία, ενώ πριν από τον αναδασμό το 58,6% των ιδιοκτησιών ήταν δυαδικής μορφής. Στα Φοινικάρια το μήκος των δρόμων μετά τον αναδασμό αυξήθηκε κατά 500%. Το πλάτος των καινούργιων δρόμων στην Κισσόνεργα αυξήθηκε κατά 57,1%.

 

Ζ. ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1974-ΚΑΙ ΕΞΗΣ

Η τουρκική εισβολή του 1974 δημιούργησε τεράστια προβλήματα τόσο στο θέμα της ιδιοκτησίας όσο και στον αναδασμό. Η κατάληψη του 37% της κυπριακής γης από τα στρατεύματα εισβολής και η εκδίωξη του ελληνοκυπριακού πληθυσμού από το κατεχόμενο τμήμα του νησιού είχε ως συνέπεια τη συγκέντρωση του πληθυσμού στο ελεύθερο τμήμα του νησιού (63%). Ταυτόχρονα οι Τουρκοκύπριοι υποχρεώθηκαν από την ηγεσία τους να μετακινηθούν στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου. Έτσι, αρκετή τουρκοκυπριακή ιδιοκτησία εγκαταλείφθηκε, μια και οι ιδιοκτήτες της μετακινήθηκαν στο κατεχόμενο τμήμα. Αν και μέρος της ιδιοκτησίας αυτής καλλιεργήθηκε από εκτοπισμένους Ελληνοκυπρίους, ένα μεγάλο τμήμα να παραμένει εγκαταλειμμένο και ακαλλιέργητο. Σε μερικά χωριά η ύπαρξη τουρκοκυπριακών ιδιοκτησιών αποτελεί πρόβλημα για την εφαρμογή προγραμμάτων αναδασμού. Στο μεταξύ τόσο οι κάτοικοι των πόλεων όσο και οι εκτοπισμένοι άρχισαν να αγοράζουν ιδιοκτησίες στα ελεύθερα ελληνοκυπριακά χωριά, πράγμα που αυξάνει τον αριθμό των ιδιοκτησιών σε μια περιοχή και κατά συνέπεια μειώνει το μέσο μέγεθος κλήρου.

 

Η εισβολή ανάγκασε επίσης την κυβέρνηση να τροποποιήσει τα σχέδιά της. Προβάλλεται τώρα η ανάγκη ανασύνταξης και επαναδραστηριοποίησης   της   οικονομίας  που  εξαρθρώθηκε (Έκτακτον Σχέδιον Οικονομικής Δράσεως 1975-1976, Γραφείο Προγραμματισμού). Βασικά το έκτακτο σχέδιο της κυβέρνησης αποβλέπει, μεταξύ άλλων, στη δημιουργία ευκαιριών απασχόλησης «όσον το δυνατόν περισσοτέρων ατόμων» και στην εξασφάλιση «ενός κατωτάτου αποδεκτού επιπέδου διαβιώσεως δι’ ολόκληρον τον πληθυσμόν». Τονίζεται στο Σχέδιο πως «ενδείκνυται όπως τα σχέδια γεωργικής αναπτύξεως απαιτούν αφ' ενός μεν μικράν έκτασιν γης, αφ' ετέρου δε μικράν κατά νέαν γεωργικήν μονάδα κεφαλαιουχικήν δαπάνην. Στόχος θα είναι όπως δημιουργηθούν γεωργικές και κτηνοτροφικές μονάδες μικρού σχετικού μεγέθους...» Μέσα στην περίοδο 1974-1984 προωθήθηκαν ή συνεχίστηκαν αναδασμοί, που είτε είναι συσχετισμένοι με τα μεγάλα αρδευτικά έργα είτε βρίσκονται σε καθαρά αμπελουργικές περιοχές. Η πείρα που αποκτήθηκε από τους πέντε πρώτους αρδευόμενους αναδασμούς μπορεί πια να χρησιμοποιηθεί σχεδόν παντού.

 

Ο αναδασμός του Άρσους, που βρίσκεται κάπου 42,5 χμ. στα βορειοδυτικά της Λεμεσού, έγινε σε μια καθαρά αμπελουργική περιφέρεια. Το Άρσος ανήκει στη γεωγραφική περιφέρεια με αμπέλια. Ο αναδασμός στο χωριό αυτό συμπληρώθηκε το 1980 και κάλυψε έκταση 7.220 σκαλών γης. Στο χωριό κατασκευάστηκαν καινούργιοι αγροτικοί δρόμοι συνολικού μήκους 60,5 χμ. που εξυπηρετούν όλα τα τεμάχια. Ο αριθμός των ιδιοκτητών μειώθηκε κατά 34,9%, η μέση έκταση ιδιοκτησίας αυξήθηκε κατά 45,3%, και ο μέσος αριθμός τεμαχίων κατά ιδιοκτήτη μειώθηκε κατά 63,6%. Μειώθηκε ο αριθμός τεμαχίων ή μεριδίων κατά 77%, η δε εξ αδιαιρέτου έκταση μειώθηκε κατά 97,3%. Το σπουδαιότερο αλλά και θεαματικότερο είναι πως η μέση έκταση τεμαχίου αυξήθηκε κατά 300,6% (1,8 σκάλες η μέση έκταση τεμαχίου πριν τον αναδασμό, 7,1 σκάλες μετά τον αναδασμό). Ο αναδασμός στο Άρσος δεν ήταν μόνο μια πολύτιμη εμπειρία σε περιοχές αμπελιών, αλλά βοήθησε στο να εκτιμηθεί η σχέση του σχεδίου με τις αναμπελώσεις. Με τη μεγέθυνση και συγκέντρωση των τεμαχίων, το ξεκαθάρισμα της ιδιοκτησιακής κατάστασης του κάθε ιδιοκτήτη και την κατασκευή του νέου αγροτικού δικτύου, δημιουργήθηκαν οι απαραίτητες προϋποθέσεις για την εφαρμογή της αναμπέλωσης.

 

Είναι επίσης κατά την περίοδο αυτή που ο αναδασμός συμπληρώθηκε σε καθαρά ξηρικό χωριό. Το Νοέμβριο του 1981 συμπληρώθηκε το σχέδιο αναδασμού του Αγίου Ιωάννη Μαλούντας, που βρίσκεται 23 περίπου χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Λευκωσίας. Ο αναδασμός αυτός που κάλυψε έκταση 8.150 περίπου σκαλών γης, πρόσφερε αρκετές σκέψεις και προβληματισμό για επέκταση του σχεδίου σε ξηρικές περιοχές της Κύπρου. Άλλωστε, το μεγαλύτερο μέρος της κυπριακής υπαίθρου αποτελείται από ξηρικές περιοχές, που έχουν μεγάλη ανάγκη σχεδίων αναδιανομής. Με την εφαρμογή του αναδασμού στον Άγιο Ιωάννη Μαλούντας κατασκευάστηκε ή βελτιώθηκε αγροτικό οδικό δίκτυο, συνολικού μήκους 41 χιλιομέτρων, που εξυπηρετεί όλα τα τεμάχια. Επίσης κατασκευάστηκε μεγάλη γέφυρα από 15 σειρές οχετών πάνω στον ποταμό του Ακακίου. Πρόκειται για ένα σοβαρό πρόβλημα αιώνων που τελικά λύθηκε μέσω του σχεδίου αναδασμού. Ακόμη μέσω του σχεδίου κατορθώθηκε να αγοραστεί ιδιωτική γη και να εξασφαλιστεί χαλίτικη γη που βοήθησε την αύξηση του μέσου μεγέθους κλήρου. Έτσι με την εφαρμογή του αναδασμού η μέση έκταση ιδιοκτησίας αυξήθηκε κατά 85,4%, η μέση έκταση τεμαχίου ή μεριδίου κατά 600% και ο αριθμός των τεμαχίων ή μεριδίων μειώθηκε κατά 86,4%.

 

Τα μεγάλα αρδευτικά έργα καθώς και τα σχέδια ενιαίας αγροτικής ανάπτυξης άρχισαν ουσιαστικά μετά την εισβολή. Τέτοια έργα είναι το Μεγάλο Αρδευτικό Σχέδιο Πάφου, το Σχέδιο Ενιαίας Αγροτικής Ανάπτυξης Πιτσιλιάς, το Αρδευτικό Έργο Βασιλικού-Πεντάσχοινου, το Σχέδιο Νότιου Αγωγού, κλπ. Μερικά από τα σχέδια αυτά συμπληρώθηκαν στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1980, ενώ άλλα ολοκληρώθηκαν στα χρόνια που ακολούθησαν.

 

Το Μεγάλο Αρδευτικό Σχέδιο Πάφου αποσκοπεί στην αξιοποίηση ενός μεγάλου μέρους των υδατίνων πόρων της επαρχίας και την άρδευση κάπου 35.000 σκαλών γης. Μέσα στα πλαίσια του αρδευτικού αυτού σχεδίου ανελήφθησαν αναδασμοί στα χωριά Γεροσκήπου, Αχέλεια, Κολώνη, Αγία Μαρινούδα, Έμπα, Τάλα, Κισσόνεργα/2 και Πέγεια.

 

Το Σχέδιο Ενιαίας Αγροτικής Ανάπτυξης Πιτσιλιάς άρχισε το 1978 και συμπληρώθηκε το 1983. Οι κυριότεροι στόχοι τον Σχεδίου, που περιλαμβάνει 49 χωριά της Πιτσιλιάς, είναι η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και γενικά των συνθηκών ζωής των κατοίκων της περιοχής, η αύξηση της γεωργικής παραγωγής και παραγωγικότητας, η βελτίωση της υποδομής κοινωνικών υπηρεσιών που παρέχονται στους κατοίκους και η αύξηση του εθνικού εισοδήματος (βλέπε Σχέδιο Ενιαίας Αγροτικής Ανάπτυξης Πιτσιλιάς, Υπουργείο Γεωργίας και Φυσικών Πόρων, 1983). Στα πλαίσια του Σχεδίου αυτού διενεργήθηκε αναδασμός στα χωριά Αγία Μαρίνα Ξυλιάτου, Ξυλιάτος, Ποταμίτισσα, Πελέντρι, Λουβαράς, Καλό Χωριό.

 

Το Αρδευτικό Έργο Βασιλικού-Πεντάσχοινου άρχισε το 1982 και συμπληρώθηκε μερικά χρόνια αργότερα. Στα πλαίσια του αρδευτικού αυτού έργου πραγματοποιήθηκε ο αναδασμός στα χωριά Μαρώνι, Μαρώνι - Ζύγι - Ψεματισμένος, Καλαβασός - Τόχνη, Μαρώνι /2, Καλαβασός/2.

 

Το Σχέδιο του Νότιου Αγωγού αρδεύει σημαντικές, εκτάσεις στις νοτιοανατολικές περιοχές του νησιού μεταξύ Λεμεσού και Αμμοχώστου. Στα πλαίσια του σχεδίου αυτού διενεργήθηκαν αναδασμοί σε αρκετά χωριά.

 

Βασικοί σκοποί και επιδιώξεις του αναδασμού: Ο αναδασμός στην Κύπρο, ως ήπια μορφή αγροτικής μεταρρύθμισης, αποβλέπει:

(Α) στη δημιουργία οικονομικά εκμεταλλεύσιμων κτημάτων,

(Β) στη βελτίωση της ελαττωματικής δομής του συστήματος διακατοχής γης.

Οι πιο πάνω στόχοι επιτυγχάνονται με τα διάφορα μέτρα που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια μιας αναδιανομής. Τα μέτρα αυτά είναι:

(α) η συγκέντρωση της πολυτεμαχισμένης και διασκορπισμένης ιδιοκτησίας,

(β) η κατασκευή ενός σύγχρονου αγροτικού οδικού δικτύου,

(γ) η μεγέθυνση μικρών ιδιοκτησιών με την αγορά και διάθεση ιδιωτικής, εκκλησιαστικής και κρατικής γης,

(δ) η δημιουργία τεμαχίων με κανονικά σχήματα,

(ε) η λύση ποικίλων προβλημάτων διακατοχής γης, όπως είναι η εξάλειψη δυαδικής, αδιαίρετης ή πολλαπλής ιδιοκτησίας, κλπ.

Είναι επόμενο πως με τη χρησιμοποίηση των πιο πάνω μέτρων διευκολύνεται η επίτευξη των βασικών σκοπών του αναδασμού, γιατί επιτυγχάνεται:

(α) η καλύτερη οργάνωση και διαχείριση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων,

(β) η μείωση του κόστους κατασκευής αρδευτικών, αποχετευτικών, εγγειοβελτιωτικών και άλλων έργων υποδομής,

(γ) η αξιοποίηση της εγκαταλειμμένης ή ακαλλιέργητης γεωργικής γης,

(δ) η μηχανοποίηση της γεωργίας,

(ε) η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών,

(στ) η μείωση του κόστους παραγωγής,

(ζ) η αύξηση της παραγωγής και παραγωγικότητας,

(η) η αύξηση του αγροτικού εισοδήματος.

 

Οι επιπτώσεις του αναδασμού στο σύστημα ιδιοκτησίας: Το σύστημα ιδιοκτησίας στην Κύπρο έχει χαρακτηριστεί ως «μειονεκτικό», «χαώδες», «απηρχαιωμένο» κλπ. Το μέσο μέγεθος του γεωργικού κλήρου όπως και το μέσο μέγεθος της ιδιοκτησίας είναι πολύ μικρό. Ο αριθμός των τεμαχίων κατά ιδιοκτήτη είναι σχετικά μεγάλος, ενώ το μέσο μέγεθος των τεμαχίων είναι πολύ μικρό. Επικρατεί στην Κύπρο η αδιαίρετη μορφή της ιδιοκτησίας καθώς και η δυαδική ή πολλαπλή μορφή της ιδιοκτησίας.

 

Εφόσον ένας από τους στόχους του αναδασμού είναι η αύξηση της μέσης ιδιοκτησίας, η Αρχή Αναδασμού εξασφάλισε 1.470 περίπου σκάλες ιδιωτικής, εκκλησιαστικής και κρατικής γης στις πρώτες 17 περιοχές αναδασμού. Η γη αυτή μαζί με εκτάσεις που εξασφαλίστηκαν από την απάλειψη μικρών ιδιοκτησιών και που όλες μαζί αποτελούν σημαντικό μέρος της συνολικής έκτασης κάθε αναδασμού, έδωσαν τη δυνατότητα στην Αρχή Αναδασμού να επιτύχει πολύ σημαντικές αυξήσεις στο μέσο μέγεθος της ιδιοκτησίας σε περιοχές που συμπληρώθηκε το σχέδιο.  Η αύξηση της μέσης ιδιοκτησίας που επιτεύχθηκε στα πρώτα 14 σχέδια έχει ως ακολούθως:

 

 

Περιοχή αναδασμού

Μέση έκταση ιδιοκτησίας

ΠΡΙΝ (σκάλες)

Μέση έκταση ιδιοκτησίας

ΜΕΤΑ (σκάλες)

Αύξηση (%)

Παλαιχώρι

3.1

5.3

+70.9

Άγιος Ιωάννης

(Μαλούντας)

12.3

22.8

+85.4

Αγία Μαρίνα Ξυλιάτου

1.4

4.1

+192.8

Ξυλιάτος

3.0

5.2

+73.3

Ακρούντα

4.0

5.3

+32.5

Φοινικάρια

5.1

7.3

+43.1

Άρσος

7.4

10.8

+45.9

Καλό Χωριό

4.9

5.7

+16.3

Ποταμίτισσα

2.5

3.7

+48.0

Πελέντρι

2.4

4.5

+87.5

Κισσόνεργα/1

4.7

7.5

+59.6

Χλώρακα

5.2

6.9

+32.7

Αγία Μαρινούδα

5.7

5.9

+3.5

Κολώνη

11.0

13.7

+24.5

 

Με τη συγκέντρωση των πολλών και σκόρπιων τεμαχίων επιτυγχάνεται η μείωση του αριθμού των τεμαχίων κατά ιδιοκτήτη, σε συσχετισμό δε με την αύξηση της ιδιοκτησίας επέρχεται σημαντική αύξηση στο μέγεθος των καινούργιων τεμαχίων.

 

Η αύξηση του μεγέθους των τεμαχίων στους πρώτους 16 αναδασμούς έχει ως ακολούθως:

 

 

Περιοχή αναδασμού

Μέση έκταση ιδιοκτησίας

ΠΡΙΝ (σκάλες)

Μέση έκταση ιδιοκτησίας

ΜΕΤΑ (σκάλες)

Αύξηση (%)

Παλαιχώρι

1.6

4.4

+175.00

Άγιος Ιωάννης

(Μαλούντας)

1.8

12.6

+600.0

Αγία Μαρίνα Ξυλιάτου

0.7

3.3

+371.4

Ξυλιάτος

1.0

3.8

+280.0

Ακρούντα

1.4

3.8

+171.4

Φοινικάρια

2.9

5.8

+100.0

Άρσος

1.8

7.1

+294.5

Καλό Χωριό

2.7

4.7

+74.1

Ποταμίτισσα

1.3

3.0

+180.9

Πελέντρι

1.7

4.0

+135.3

Λουβαράς

3.3

4.3

+30.3

Κισσόνεργα/1

1.7

4.8

+182.4

Χλώρακα

3.0

5.2

+73.3

Αγία Μαρινούδα

4.3

5.3

+23.2

Γεροσκήπου

8.5

14.2

+67.0

Κολώνη

7.5

11.6

+54.7

 

Σημαντική υπήρξε και η επίδραση του αναδασμού στο πρόβλημα της εξ αδιαιρέτου γης. Όταν ένα τεμάχιο γης που ανήκει σε αριθμό ιδιοκτητών διαμοιραστεί και το μερίδιο που αναλογεί σε κάθε ιδιοκτήτη είναι σ' έκταση κάτω των επιτρεπομένων από τη νομοθεσία ορίων, τότε η ιδιοκτησία παραμένει στα χέρια των ιδιοκτητών της σε αδιαίρετη μορφή.

 

Το ποσοστό της γης που κατέχεται σε αδιαίρετη μορφή στους πρώτους αναδασμούς έχει ως ακολούθως:

 

 

Περιοχή αναδασμού

Μέση έκταση ιδιοκτησίας

ΠΡΙΝ (σκάλες)

Μέση έκταση ιδιοκτησίας

ΜΕΤΑ (σκάλες)

Αύξηση (%)

Παλαιχώρι

27.7

0.0

-100.0

Άγιος Ιωάννης

(Μαλούντας)

16.6

1.6

-90.4

Αγία Μαρίνα Ξυλιάτου

23.3

0.7

-96.9

Ξυλιάτος

19.9

0.0

-100.0

Ακρούντα

31.7

0.7

-97.8

Φοινικάρια

30.4

7.6

-75.0

Άρσος

44.6

0.3

-99.3

Καλό Χωριό

8.3

3.8

-54.2

Ποταμίτισσα

27.1

7.1

-73.8

Πελέντρι

68.8

5.4

-92.1

Λουβαράς

8.3

5.7

-31.3

Κισσόνεργα/1

51.7

2.4

-95.4

Χλώρακα

37.2

0.7

-98.1

Αγία Μαρινούδα

7.4

0.0

-100.0

Κολώνη

14.0

0.0

-100.0

Γεροσκήπου

15.8

2.0

-87.3

 

Η δυαδική ή πολλαπλή μορφή της ιδιοκτησίας είναι ένα άλλο σοβαρό μειονέκτημα της κυπριακής γεωργίας. Αυτό το αναχρονιστικό σύστημα διακατοχής της γης αναμφίβολα αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξη της γης. Το ποσοστό των ιδιοκτησιών σε δυαδική μορφή κυμαίνεται μεταξύ 6% και 98%.

 

Χωριά όπου εφαρμόστηκε, εφαρμόζεται ή προγραμματίζεται αναδασμός:

Α. Χωριά όπου συμπληρώθηκε το σχέδιο:

ΧΩΡΙΟ                                                        ΧΡΟΝΙΑ

                                                            ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ

1.         Παλαιχώρι (Λευκωσία)                         1974

2.         Άγιος Ιωάννης (Μαλούντας)                1981

3.         Αγία Μαρίνα (Ξυλιάτου, Λευκωσία)  1982

4.         Ξυλιάτος (Λευκωσία)                            1983

5.         Ακρούντα (Λεμεσός)                              1974

6.         Φοινικάρια (Λεμεσός)                            1974

7.         Άρσος (Λεμεσός)                                     1980

8.         Καλό Χωριό (Λεμεσός)                           1980

9.         Ποταμίτισσα (Λεμεσός)                         1981

10.       Πελέντρι (Λεμεσός)                                1981

11.       Λουβαράς (Λεμεσός)                              1984

12.       Κισσόνεργα/1 (Πάφος)                           1974

13.       Χλώρακα (Πάφος)                                   1974

14.       Αχέλεια (Πάφος)                                       1979

15.       Αγ. Μαρινούδα (Πάφος)                         1980

16.       Κολώνη (Πάφος)                                      1982

17.       Γεροσκήπου (Πάφος)                               1983

 

 

Β. Χωριά όπου διενεργήθηκαν αναδασμοί από το 1984 κ.ε.:

1.         Μοναγρούλλι (Λεμεσός)

2.         Λάνια (Λεμεσός)

3.         Μαρώνι/1 (Λάρνακα)

4.         Μαρώνι/2 (Λάρνακα)

5.         Μαρώνι - Ζύγι - Ψεματισμένος (Λάρνακα)

6.         Καλαβασός - Τόχνη (Λάρνακα)

7.         Κισσόνεργα/1 (Πάφος)

8.         Έμπα (Πάφος)

9.         Τάλα (Πάφος)

10.       Πέγεια (Πάφος)

11.       Π. Αρόδες (Πάφος)

 

Γ. Χωριά όπου προωθήθηκε αναδασμός από το 1984 κ.ε.:

1.         Κοκκινοτριμιθιά (Λευκωσία)

2.         Παλαιχώρι/2 (Λευκωσία)

3.         Δωρός (Λεμεσός)

4.         Κολόσσι (Λεμεσός)

5.         Ορμήδεια (Λάρνακα)

6.         Ξυλοφάγου (Λάρνακα)

7.         Καλαβασός/2 (Λάρνακα)

8.         Νέο Χωρίο (Πάφος)

9.         Περιστερώνα (Πάφος)

 

Τα νεότερα στοιχεία (μέχρι το τέλος του 1990) σχετικά με την εφαρμογή του αναδασμού στην Κύπρο, δίνονται πιο κάτω και περιλαμβάνουν:

 

α) κατάλογο χωριών όπου συμπληρώθηκε ο αναδασμός και τον χρόνο συμπλήρωσης

β) κατάλογο χωριών όπου διενεργείται σήμερα (1990) αναδασμός, και

γ) κατάλογο χωριών όπου προωθείται αναδασμός και αναμένεται να διενεργηθεί και συμπληρωθεί κατά τα επόμενα λίγα χρόνια.

 

Τα στοιχεία δίνονται όπως παρουσιάζονται κατά την 31.12.1989.

 

Α) Χωριά όπου συμπληρώθηκε το σχέδιο αναδασμού

 

ΧΩΡΙΟ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ                         ΧΡΟΝΟΣ

1. Παλαιχώρι (Λευκωσία)                              1974

2. Κισσόνεργα / 1 (Πάφος)                             1974

3. Χλώρακα (Πάφος)                                       1974

4. Ακρούντα (Λεμεσός)                                   1974

5. Φοινικάρια-(Λεμεσός)                                 1974

6. Άρσος (Λεμεσός)                                          1980

7. Αχέλεια (Πάφος)                                         1980

8. Αγία Μαρινούδα (Πάφος)                          1980

9. Άγιος Ιωάννης Μαλούντας(Λευκωσία)    1981

10.Καλό Χωριό (Λεμεσός)                               1981

11.Ποταμίτισσα (Λεμεσός)                             1981

12.Πελέντρι (Λεμεσός)                                    1981

13.Κολώνη (Πάφος)                                         1981

14.Αγία Μαρίνα Ξυλιάτου(Λευκωσία)         1982

15.Γεροσκήπου (Πάφος)                                  1982

16.Ξυλιάτος (Λευκωσία)                                 1983

17.Λουβαράς (Λεμεσός)                                  1983

18.Μοναγρούλλι / 1 (Λεμεσός)                      1984

19.Κισσόνεργα / 2 (Πάφος)                            1984

20.Μαρώνι / 1 (Λάρνακα)                               1985

21.Μαρώνι / 2 (Λάρνακα)                               1985

22.Μαρώνι - Ζύγι - Ψεματισμένος(Λάρνακα)1985

23.Τάλα (Πάφος)                                             1985

24.Καλαβασός - Τόχνη (Λάρνακα)               1986

25.Έμπα (Πάφος)                                             1986

26.Πέγεια (Πάφος)                                           1987

27.Δωρός (Λεμεσός)                                          1988

28.Κολόσσι (Λεμεσός)                                      1988

29.Ξυλοτύμπου (Λάρνακα)                            1989

30.Ασγάτα (Λεμεσός)                                      1989

 

Β) Χωριά όπου διενεργείται αναδασμός

 

1. Καλαβασός / 2 (Λάρνακα)

2. Ορμίδια (Λάρνακα)

3. Ξυλοφάγου / 1 (Λάρνακα)

4. Ξυλοφάγου / 2 (Λάρνακα)

5. Τερσεφάνου (Λάρνακα)

6. Λάνια (Λεμεσός)

7. Ακρωτήρι (Λεμεσός)

8. Ερήμη (Λεμεσός)

9. Ύψωνας/ 1 (Λεμεσός)

10.Πύργος (Λεμεσός)

11.Μοναγρούλλι / 2 (Λεμεσός)

12.Μονή (Λεμεσός)

13.Παρεκκλήσια (Λεμεσός)

14.Πάνω Αράδες (Πάφος)

15.Νέο Χωριό (Πάφος)

16.Σίμου   Φιλούσα (Πάφος)

17.Περιστερώνα (Πάφος)

 

Γ) Χωριά όπου προωθείται αναδασμός

1. Κοκκινοτριμιθιά (Λευκωσία)

2. Παλαιχώρι / 2 (Λευκωσία)

3. Πέρα Ορεινής (Λευκωσία)

4. Πολιτικό (Λευκωσία)

5. Βυζάκια (Λευκωσία)

6. Νικητάρι (Λευκωσία)

7. Ποτάμι (Λευκωσία)

8. Μαζωτός (Λάρνακα)

9. Κίτι - Σοφτάδες (Λάρνακα)

10.Περβόλια (Λάρνακα)

11.Αναφωτία - Αλαμινός (Λάρνακα)

12.Αθηένου (Λάρνακα)

13.Αναρίτα (Πάφος)

 

Τέλος Εποχής 

 

Το 2018 το  Τμήμα Αναδασμού, στην ουσία καταργήθηκε αφού καταργήθηκε και η θέση του διευθυντή του και μετατράπηκε σε κλάδο του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας. Σύμφωνα με τον κρατικό προϋπολογισμό για το έτος 2018 το Τμήμα Αναδασμού ενσωματώθηκε στο Τμήμα Κτηματολογίου, ενώ με τροποποίηση της νομοθεσίας που προώθησε ο υπουργός Εσωτερικών Κωνσταντίνος Πετρίδης, την αρμοδιότητα του αστικού αναδασμού ανέλαβε το Τμήμα Πολεοδομίας. Η απόφαση αυτή που καθυστερούσε από το 2013 λόγω και της γενικότερης πεποίθησης  (αλλά και αιτήματος της Τρόικα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που έλεγχε την Οικονομία της Κύπρου μετά το Κούρεμα Καταθέσεων) ότι η Υπηρεσία Αναδασμού είχε πλέον ολοκληρώσει το έργο της, υλοποιήθηκε και λόγω καταγγελιών σε έκθεση του 2017  του γενικού ελεγκτή Οδυσσέα Μιχαηλίδη για σωρεία σκανδάλων στο εν λόγω Τμήμα. 

 

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image