Λεξικόν Κυπριακής Διαλέκτου

« Παϊλτίζω »

Ρήμα

Σημασία:

1. κουράζομαι υπερβολικά. 2. χάνω τις αισθήσεις μου. 3. σεκλετίζομαι.

Συνώνυμα:

Παϊρτίζω