Αρχαία πόλη και λιμάνι της Κάτω Αιγύπτου, στις εκβολές του Νείλου. Αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Στέφανο Βυζάντιο (5ος /6ος μ.Χ. αι.) με την ονομασία Τιμίαθη. Αν και υπέστη πολλές επιθέσεις τόσο από τους Βυζαντινούς όσο κι από τους Σταυροφόρους, ωστόσο άκμασε ως κέντρο εμπορίου μέχρι και τον 19ο αιώνα, οπότε έχασε την εμπορική της σημασία εξαιτίας του ανταγωνισμού δυο άλλων αιγυπτιακών λιμανιών, της Αλεξάνδρειας και του Πορτ Σάιντ.
Η Δαμιέττα διατηρούσε για πολλούς αιώνες εμπορική επαφή με την Κύπρο, όχι όμως ιδιαίτερα αξιόλογη. Η σημαντικότερη σχέση της προς την Κύπρο, κατά τα μεσαιωνικά χρόνια, ήταν η κατάληψή της, στα 1249 από τα στρατεύματα του βασιλιά της Γαλλίας «Αγίου» Λουδοβίκου, που είχαν ενισχυθεί και με κυπριακές δυνάμεις. Την εκστρατεία του «Αγίου» Λουδοβίκου στην Αίγυπτο ακολούθησε και ο βασιλιάς της Κύπρου Ερρίκος Α' (1218 -1253), μαζί με πολλούς Κυπρίους ευγενείς και ιππότες. Μετά την κατάληψη της Δαμιέττας από τους Λουδοβίκο και Ερρίκο, ο Κύπριος βασιλιάς επέστρεψε στο νησί του, αφήνοντας στην υπηρεσία του Γάλλου βασιλιά 120 ιππότες με αρχηγό τον Βαλδουίνο ντ’ Ιμπελέν. Η περιπέτεια του «Αγίου» Λουδοβίκου στην Αίγυπτο κατέληξε σε πλήρη αποτυχία.
Λίγα χρόνια πιο πριν, το 1219, η Δαμιέττα κατελήφθη από τον αυτοκράτορα της Γερμανίας Φρειδερίκο Β', στα πλαίσια της Ε' Σταυροφορίας. Μετά την αποτυχία του στην Αίγυπτο και την εκκένωση της Δαμιέττας τον Σεπτέμβριο του 1221, ο Φρειδερίκος στράφηκε προς την Ιερουσαλήμ και την Κύπρο. Σ’ ό,τι αφορά την Κύπρο, ο Φρειδερίκος προσπάθησε να την θέσει υπό την εξουσία του, θεωρώντας τον εαυτό του ως νόμιμο κηδεμόνα του ανήλικου ακόμη βασιλιά Ερρίκου, όμως κι εδώ απέτυχε.
Μεσαιωνικοί χρονογράφοι μαρτυρούν και επιθέσεις Γενουατών κατά της Δαμιέττας, από τη βάση τους στην Κύπρο, που ήταν η Αμμόχωστος, όπως λ. χ, στα 1368 (Μαχαιράς, Χρονικόν, παρ. 222).
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια