Διοικήσεως Επίτροπος

Επίτροπος Διοικήσεως

Image

Ο Επίτροπος Διοικήσεως έχει το καθεστώς και την υπόσταση του Ανεξάρτητου Αξιωματούχου του Κράτους και αποτελεί διεθνώς την πιο διαδεδομένη μορφή εξωδικαστικού ελέγχου της Διοίκησης. Οι κύριοι άξονες της αποστολής του Επιτρόπου Διοικήσεως είναι η διασφάλιση της νομιμότητας, η προώθηση της χρηστής διοίκησης, των δικαιωμάτων του διοικούμενου και η καταπολέμηση της κακοδιοίκησης, και η προάσπιση των δικαιωμάτων του πολίτη και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων γενικότερα.

 

Στις 15 Μαρτίου 1991 αρχίζει επίσημα τη λειτουργία του Επιτρόπου Διοικήσεως με πρώτο Επίτροπο τον κ. Νίκο Χαραλάμπους, μέχρι τότε Ανώτερο Δικηγόρο της Δημοκρατίας. Το πρώτο παράπονο υποβλήθηκε στις 20 Απριλίου, 1991.  Στις 18 Δεκεμβρίου 1998, στη θέση του Επιτρόπου Διοικήσεως διορίζεται η κα Ηλιάνα Νικολάου, ενώ στις 16 Μαρτίου 2011, ανέλαβε καθήκοντα η κα Ελίζα Σαββίδου. Στις 20 Απριλίου 2017, στη θέση του Επιτρόπου Διοικήσεως διορίστηκε η κα Μαρία Στυλιανού-Λοττίδη. Στις 6 Απριλίου 2023 η Βουλή των Αντιπροσώπων με ψήφους 34 υπέρ και 16 εναντίον ανανέωσε τη θητεία της μέχρι το 2029. 

 

Αρμοδιότητες 

Σύμφωνα με το άρθρο 5(1)(α) των περί Επιτρόπου Διοικήσεως Νόμων του 1991 μέχρι 2004, ο Επίτροπος Διοικήσεως έχει αρμοδιότητα να διερευνά παράπονα εναντίον οποιασδήποτε υπηρεσίας ή λειτουργού που ασκεί εκτελεστική ή διοικητική λειτουργία, για το λόγο ότι, οποιαδήποτε ενέργειά τους, παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα ή ασκήθηκε κατά παράβαση των νόμων ή των κανόνων της χρηστής διοίκησης και της ορθής συμπεριφοράς προς τους διοικούμενους, εφόσον η ενέργεια αυτή επηρεάζει άμεσα και προσωπικά οποιοδήποτε πρόσωπο.

 

Η παρέμβαση του Επιτρόπου Διοικήσεως και η έναρξη της διαδικασίας διερεύνησης υποθέσεων, γίνεται με τρεις τρόπους:

 

  1. Με παράπονο που υποβάλλεται από πρόσωπο που έχει επηρεασθεί άμεσα και προσωπικά από τη διοικητική ενέργεια εναντίον της οποίας αυτό στρέφεται. Ο παραπονούμενος μπορεί να αποταθεί στον Επίτροπο Διοικήσεως μόνο μέσα σε χρονικό διάστημα 12 μηνών αφότου έλαβε γνώση των ενεργειών ή παραλείψεων για τις οποίες προσφεύγει στον Επίτροπο.
  2. Με εντολή του Υπουργικού Συμβουλίου για οποιοδήποτε θέμα που αφορά στη λειτουργία οποιασδήποτε υπηρεσίας, προκειμένου να διαπιστωθεί ότι λειτουργεί εύρυθμα ή σύμφωνα με τους νόμους του κράτους.
  3. Με αυτεπάγγελτη απόφαση του Επιτρόπου, σύμφωνα με την τελευταία τροποποίηση του Νόμου 1/2000, για θέματα γενικότερου ενδιαφέροντος.

 

Ο όρος υπηρεσία ερμηνεύεται στο άρθρο 2 του Νόμου και σημαίνει τη Δημόσια Υπηρεσία που υπάγεται στη Δημοκρατία και συμπεριλαμβάνει τη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία, την Αστυνομία, το Στρατό και την Εθνική Φρουρά, κάθε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (Α.Η.Κ., Α.Τ.Η.Κ, Ρ.Ι.Κ.) και τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης.

 

Από τον έλεγχο του Επιτρόπου Διοικήσεως εκπίπτουν ωστόσο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, η Βουλή των Αντιπροσώπων, το Υπουργικό Συμβούλιο, το Ανώτατο Δικαστήριο και κάθε υπαγόμενο σ’ αυτό Δικαστήριο, ο Γενικός Εισαγγελέας, ο Γενικός Ελεγκτής, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας και η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας.

 

Παράλληλα, ο Επίτροπος δεν εξετάζει παράπονα που αφορούν:

 

  1. Ιδιωτικές διαφορές μεταξύ πολιτών ή μεταξύ πολίτη και Διοίκησης.
  2. Ενέργειες που πιστοποιούνται από τον αρμόδιο υπουργό ότι αφορούν τις σχέσεις μεταξύ της Δημοκρατίας και οποιουδήποτε άλλου κράτους ή διεθνούς οργανισμού, ή την άμυνα, ή την ασφάλεια, ή την εξωτερική πολιτική της Δημοκρατίας.
  3. Ενέργειες αναφορικά με τις οποίες εκκρεμεί οποιαδήποτε διαδικασία ενώπιον οποιουδήποτε Δικαστηρίου ή εξέταση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον οποιασδήποτε διοικητικής αρχής.
  4. Πειθαρχικά ή ποινικά αδικήματα.
  5. Θέματα γενικής κυβερνητικής πολιτικής.
  6. Δραστηριότητες υπουργού, ως μέλους του Υπουργικού Συμβουλίου.

 

Πέραν από τις πιο πάνω αρμοδιότητες, ο Επίτροπος Διοικήσεως λειτουργεί από την 1η Μαΐου, 2004 και ως Αρχή Ίσης Μεταχείρισης και Αρχή Καταπολέμησης των Διακρίσεων για λόγους εθνοτικής ή φυλετικής καταγωγής. Η θέσπιση των Αρχών αυτών αποφασίστηκε στα πλαίσια συμμόρφωσης και εναρμόνισης με οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (οδηγίες 2000/43/ΕΚ και 2000/78/ΕΚ). Για την άσκηση των πιο πάνω αρμοδιοτήτων έχουν θεσπιστεί δύο ειδικότερες νομοθεσίες ο περί Ίσης Μεταχείρισης (Φυλετική ή Εθνοτική Καταγωγή) Νόμος 59(Ι)/2004 και ο περί Ίσης Μεταχείρισης στην Απασχόληση και Εργασία Νόμος 58(Ι)/2004. Οι Νόμοι αυτοί τυγχάνουν εφαρμογής σε όλα τα πρόσωπα, στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, περιλαμβανομένων δημοσίων φορέων και Αρχών Αυτοδιοίκησης αλλά και οργανισμών δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου.

 

 

Πηγή:

  • Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια