Βυζαντινός αξιωματούχος, στενός συγγενής (ανεψιός) του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Μεγάλου. Υπηρέτησε ως κυβερνήτης της επαρχίας της Εώας (Ανατολής) με έδρα την Αντιόχεια. Η ανακήρυξή του σε καίσαρα έγινε «στο 29ο έτος» της βασιλείας του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Στην Κύπρο ο Δαλμάτιος έδρασε το 333 μ.Χ., προς καταστολή του κινήματος του δούκα Καλόκαιρου.
Μετά τον καταστρεπτικό σεισμό που έπληξε το νησί κατά το 332/3 μ.Χ., ο Μέγας Κωνσταντίνος έστειλε στην Κύπρο, ύστερα από υπόδειξη της μητέρας του αγίας Ελένης, τον Καλόκαιρο ως δούκα (κυβερνήτη). Αποστολή του Καλόκαιρου ήταν, βασικά, η παροχή βοήθειας για επανοικοδόμηση του νησιού και ανάκαμψή του μετά τη σεισμική καταστροφή. Ο Καλόκαιρος ήταν, όπως αναφέρεται σε πηγές, αρχικαμηλοκόμος του αυτοκράτορα προτού διοριστεί κυβερνήτης της Κύπρου. Παρά το ότι φαίνεται να εργάστηκε για την ανάκαμψη του νησιού και την αντιμετώπιση της φυσικής καταστροφής, ωστόσο σύντομα αποστάτησε και αυτοανακηρύχθηκε ανεξάρτητος ηγεμόνας της Κύπρου.
Την ανταρσία του Καλόκαιρου στην Κύπρο αντιμετώπισε άμεσα και δυναμικά ο ανεψιός του αυτοκράτορα Δαλμάτιος, διοικητής της Εώας. Έσπευσε εναντίον του αποστάτη με στρατιωτική δύναμη, κατέστειλε την ανταρσία και κυνήγησε τον Καλόκαιρο εκτός Κύπρου. Τον συνέλαβε στην Ταρσό της Κιλικίας όπου είχε καταφύγει και τον εκτέλεσε, θανατώνοντάς τον στην πυρά ή, κατ’ άλλες πηγές, σταυρώνοντάς τον.
Μετά την καταστολή του κινήματος του Καλόκαιρου, η Κύπρος κυβερνήθηκε για κάποιο διάστημα από τον Δαλμάτιο, αφού το νησί υπήχθη διοικητικά στην επαρχία της Εώας που είχε έδρα την Αντιόχεια.
Ο Δαλμάτιος σχετίζεται, πιθανότατα, και με τη μεταφορά και εγκατάσταση στην Κύπρο «Αλβανών - Ιλλυριών» μισθοφόρων, για την αντιμετώπιση του κινήματος του Καλόκαιρου αρχικά, και για μόνιμη φρούρηση των παραλίων περιοχών του νησιού.
(βλέπε λήμμα Αλβανοί και Κύπρος).