Γύπας

Image

Ο γύπας με το επιστημονικό όνομα  GriffonVulture (Gypsfulvus), Γύπας ο πυρόχρους ή Όρνιο, αποτελεί ένα από τα 54 είδη πουλιών που είναι μόνιμοι κάτοικοι της Κύπρου και είναι τα μεγαλύτερα πουλιά που συναντούμε στον τόπο μας με άνοιγμα φτερούγων γύρω στα δυόμισι μέτρα. Ανήκει στα αρπαχτικά πουλιά και στην οικογένεια Αετίδες (Accipitridae).

 

Ο γύπας είναι αυστηρά προστατευόμενο είδος στην Κύπρο και συγκαταλέγεται στα είδη που κινδυνεύουν με εξαφάνιση στην IUCN Red List.

 

Όπως είναι γνωστό, οι γύπες τρέφονται αποκλειστικά με νεκρά ζώα και λειτουργούν ως καθαριστές της φύσης. Το είδος της τροφής τους, τους καθιστά ωφέλιμους για τον άνθρωπο, γιατί καθαρίζουν τον τόπο από πηγές μολύνσεως.

 

 

Φωλιάζουν στους απόκρημνους ασβεστολιθικούς γκρεμούς στον κόλπο της Ζαπάλο. Ο κόλπος Ζαπάλο βρίσκεται στην Επισκοπή Λεμεσού και πολλοί τον χαρακτηρίζουν μυστικό και άγνωστο, για τον λόγο ότι ο κόλπος δεν φαίνεται από μακριά και από κανέναν δρόμο. Είναι ένας κρυμμένος παράδεισος και η μόνη πρόσβαση για να τον δει κάποιος είναι μέσω ενός χωματόδρομου μετά το Ιερό του Απόλλωνα, περίπου 300 μέτρα αριστερά.

 

Εκεί διανυκτερεύουν και αναπαράγονται οι τελευταίοι εναπομείναντες γύπες της Κύπρου εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Υπάρχει μάλιστα αναφορά σε βιβλίο από ξένο περιηγητή, που χρονολογείται πριν 100 χρόνια, ότι σε αυτήν την περιοχή αναπαράγονταν και τότε οι γύπες.

 

Το κεφαλή του και ο λαιμός του είναι καλυμμένα μόνο με λεπτό λευκό χνούδι για να μπορεί να βυθίζει με ευκολία το κεφάλι του μέσα στα κουφάρια των ζώων για να τρώει τα εντόσθια και να διατηρείται το κεφάλι τους καθαρό από τα αίματα.

 

 

Οι γύπες φτιάχνουν τις φωλιές τους με κλαδιά στους απόκρημνους γκρεμούς της Ζαπάλο, γεννώντας ένα και μοναδικό λευκό αβγό κατά τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο. Την εκκόλαψη του αβγού αναλαμβάνουν και οι δύο γονείς, καθώς και τη διατροφή του νεοσσού.

 

Πολλές φορές τα μικρά μετά την πρώτη πτήση από τη φωλιά τους καταλήγουν στη θάλασσα, αλλά ευτυχώς τις περισσότερες φορές εντοπίζονται και διασώζονται.

 

Κατά τη διάρκεια της νύχτας οι γύπες κουρνιάζουν στους γκρεμούς της Ζαπάλο και με το πρώτο φως πετούν ψηλά και με τη βοήθεια των θερμών αέριων ρευμάτων κατευθύνονται στην οροσειρά του Τροόδους προς αναζήτηση τροφής, στα γνωστά εστιατόρια των γυπών που η κυβέρνηση έχει δημιουργήσει τοποθετώντας τροφή (ψοφίμια) για τα πουλιά αυτά.

 

Αφού τραφούν, κατά τις μεσημεριανές ώρες επιστρέφουν στους γκρεμούς της Ζαπάλο, αλλά προτού καθίσουν, ανεβαίνουν ψηλά και με τη βοήθεια των ρευμάτων περιστρέφονται στην περιοχή προσφέροντας ένα απίστευτο θέαμα που προκαλεί πραγματικό δέος.

 

 

Τα παλιά χρόνια είχαμε έναν μεγάλο αριθμό από γύπες, αλλά σιγά-σιγά τους έχουμε δηλητηριάσει, τοποθετώντας δηλητήρια σε νεκρά ζώα για καταπολέμηση της αλεπούς και των κορακοειδών. Οι γύπες έχουν μειωθεί δραματικά παγκοσμίως τα τελευταία 10-15 χρόνια. Πιθανόν αυτή η μείωση μπορεί να οφείλεται σε κατάλοιπα  κτηνιατρικών φαρμάκων σε κουφάρια ζώων. Άλλες αιτίες της δραματικής μείωσης αυτών των πουλιών είναι η καταστροφή των οικοτόπων τους, η μη εξεύρεση τροφής λόγω καψίματος και θάψιμο των κουφαριών και το σκότωμα αυτών των υπέροχων πουλιών από ανεγκέφαλους κυνηγούς.

 

Μέχρι το 2015 είχαν εναπομείνει μόνο 12 γύπες στην Κύπρο, ενώ ο αναπαραγωγικός πληθυσμός του είδους ήταν μόλις δύο ζευγάρια.

 

Μέσω του προγράμματος «Γύπας» έχει γίνει εισαγωγή 23 πουλιών από την Κρήτη και μετά από ένα χρονικό διάστημα προσαρμογής σε κλωβούς προσαρμογής τα πουλιά απελευθερώθηκαν και ενσωματώθηκαν με επιτυχία με τον τοπικό πληθυσμό. Επίσης, 2 γύπες που είχαν γεννηθεί στο Ζωολογικό Κήπο Λεμεσού το 2013 και 2014 τοποθετήθηκαν στους κλωβούς προσαρμογής και απελευθερώθηκαν μαζί με τα πουλιά από την Κρήτη. Επικεφαλής εταίρος του έργου «Γύπας» ήταν η Υπηρεσία Θήρας και Πανίδας, το Τμήμα Δασών και  ο Πτηνολογικός Σύνδεσμος Κύπρου.  Στην Κρήτη, οι εταίροι του Έργου ήταν ο Δήμος Γόρτυνας (Π.Ε. Ηρακλείου) και το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας (ΜΦΙΚ) του Πανεπιστημίου Κρήτης.Στόχος του Έργου ήταν η διάσωση του πληθυσμού του γύπα στην Κύπρο, ο οποίος τα τελευταία χρόνια είχε μειωθεί δραματικά. Η ανάκαμψη του πληθυσμού δεν θα ήταν εφικτή χωρίς τον εμπλουτισμό του με πτηνά από άλλες περιοχές (κατά προτίμηση από τους γεωγραφικά και γενετικά πλησιέστερους πληθυσμούς).

 

 

Παλιά στην Κύπρο υπήρχε και ο Μαυρόγυπας Cinereousvulture (Aegypiusmonachus) που φώλιαζε σε κωνοφόρα δέντρα στα δάση του Τροόδους και Πενταδακτύλου. Έχει εξαφανιστεί από τον τόπο μας λόγω ανθρώπινου παράγοντα.

 

Επίσης υπάρχουν κάθε χρόνο και αναφορές κατά την αποδημία για τον Ασπρόγυπα Egyptianvulture (Neophronpercnopterus) που κινδυνεύει και αυτός με αφανισμό σε παγκόσμιο επίπεδο.

 

Ο γύπας στην κυπριακή παράδοση

Στην Κύπρο ο γύπας ήταν γνωστός από τα αρχαία χρόνια και αναφέρεται σε παραδόσεις, παροιμίες, κατάρες και λαϊκά τραγούδια. Η γνωστή κυπριακή κατάρα: που να σε φαν οι σσ’ύλλοι τζ’ οι ατοί... απαντάται ολόιδια στην Ιλιάδα του Ομήρου και λέγεται από τον Πρίαμο κατά του Αχιλλέως: τάχα κέν ἐ κύνες καί γῦπεςδοιεν...(Ιλιάς, Χ, 42). Γνωστή επίσης είναι η κυπριακή παροιμία: εππέσαν πάνω του σαν τους ατούς στο φτώμαν, που λέγεται συνήθως για τους κληρονόμους ή τους εκμεταλλευτές κάποιου. Σε δημοτικά ποιήματα, πολύ διαδεδομένα άλλοτε στην κυπριακή ύπαιθρο, συναντούμε αναφορές όπως: ...

 

...Το τζ’ερίν στημ’ μέλισσαν,

η μέλισσα θέλει φτερόν,

το φτερόν στον ατόν,

ο ατός θέλει φτώμαν,

το φτώμαν στον βοσκόν... κλπ.

 

Και πράγματι, τα μεγάλα φτερά των φτερούγων του γύπα είχαν διάφορες χρήσεις στο παρελθόν, όπως για παράδειγμα από τους λαουτάρηδες για να παίζουν το λαγούτο τους, χρησιμοποιώντας αυτά αντί της πλαστικής «πέννας» που χρησιμοποιούν σήμερα. Ακόμη, το κόκαλο της φτερούγας του γύπα ήταν περιζήτητο από τους μερακλήδες βοσκούς, γιατί απ' αυτό έφτιαχναν καλλίφωνα πιδκιαύλια (=αυλούς).

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image